share

Νικαράγουα 7

Το Νικαράγουα επέστρεφε  σιγά- σιγά στους κανονικούς του  ρυθμούς παρόλο που  η εβδομαδιαία  προθεσμία που είχε  δώσει ο Ολλανδός σε μερικές μέρες θα  τελειώνε και θα έρπεπε να του απαντήσουν αν θα δεχόταν να του καταβάλλουν λεφτά για προστασία ή θα  πηγαίναν  σε πόλεμο μαζί του
Το ξημέρωμα  βρήκε  τα παιδια να εγκαταλείπουν το μαγαζί
Ο μαέστρος πρότεινε να πάνε για  πατσα και  δεχτήκαν
Ο Γκας  κοντοστάθηκε στην πόρτα του μαγαζιού
-Γκας; τον ρώτησε ο μαέστρος
-Πηγαίνεται  εσείς παιδιά. Εγώ θα πάω μέσα να κοιμηθώ
Η  Ζέτα τον πλησίασε  και του  ψιθύρισε
-Μπορείς να έρθεις σε μένα απ το να κοιμάσαι στο μαγαζί
-Το θέλω  μωρό μου, της απάντησε, όμως  πρέπει να μείνω  εδώ. Στις 11 θέλω να σηκωθώ  να τρέξω για κάτι δουλίτσες που έχω
Η  Ζέτα τον κοίταξε   με ένα ερωτηματικό  στην έκφραση της
Ο  Γκας  χαμογέλασε καθυσηχαστικά και της απάντησε
-Όχι  τέτοιου είδους  δουλειές. Διαδικαστικά πράγματα
Η παρέα  τον χαιρέτησαν και έφυγαν τραγουδώντας
Ο  Γκας μπήκε μέσα  , κλέιδωσε και  πήγε σωριάστηκε σε έναν καναπέ στο  γραφείο  πάνω
Μόλις πήγε να τον  πάρει γλυκά ο ύπνος  χτυπήματα στην πόρτα και αγριοφωνάρες τον τίναξαν απ τον καναπέ που χρηισμοποιούσε  ως κρεββάτι
-Αφού είσαι μέσα το ξέρω., Άνοιξε μου. Άνοιξε ρε , δεν δαγκώνω
Ο Γκάς έπαισε το πιστόλι του κλαι παραπατώντας κατέβηκε   κάτω και πλησίασε την πόρτα. όμως δεν την άνοιξε
-Ποιος είσαι  ρε;  του φώναξε
Το μαγαζί από άποψη  δεν διέθετε κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης και κάμερες
-Άνοιξε και θα σου πω. Από δω θα τα λέμε;
Ο Γκας άνοιξε απότομα την πόρτα και βγήκε  φορτσάτος έξω αρπάζοντας απ τον γιακά  τον  "εισβολέα" καρφώνοντας του  το πιστόλι στο μέτωπο και κοιτώντας αριστυερά  και δεξιά μήπως υπήρχαν και άλλοι εισβολείς
-Ρε; Ρε ; μη...να μιλήσουμε  ήρθα.
-Μόνος είσαι ρε;
-Μόνος./ Τι; Θέλω και παρέα  για να μιλήσω;
Ο  Γκας συνέχιζε να σημαδεύει τον "εισβολέα" και με το βλέμμα  του να σαρώνει  τον  περίβολο χώρο
Μετά  τον έσυρε μέσα και έκλεισε την πόρτα
Στο μαγαζί του άφησε τον γιακά και έβαλε το πιστόλι στην  ζώνη  του
-Συγνώμη  για όλο αυτό, του απολογήθηκε κοιτώντας τον καλύτερα και διαπιστώνοντας πως δεν έμοιαζε με άνθρωπο της νύχτας αλλά περισσότερο με βλαχοροκά
-Παύλος, είπε  ο "εισβολέας" καθώς συστηνόντας
Φορουσε ένα καρό πουκάμισο περασμένο μέσα στο  στενό τζιν παντελόνι του
Ήταν γύρω στην ηλικία  του Γκας και είχε πυκνό μαλλί που μπροστά σχημάτιζε μια  φράντζα που κάλυπτε μεγάλο μέρος απ το μέτωπο του ενώ από πίσω  σχημάτιζε μια χαίτη που θύμιζε  δεκαετία  80
-Γκας,του απάντησ εκαι έτεινε το χέρι του
Καθώς κάνανε  χειραψία ο  "εισβολέας¨"  είπε
-Παύλος, 
-Το είπαμε αυτό. Κάτσε, του πρότεινε και καθίσανε σε ένα  τραπέζι
-Ωραία  είστε δώ, είπε ο Πάυλος καθώς περιεργαζόταν τον χώρο
-Να  ρθεις κάνα  βράδυ αφού σου αρέσει
-Να  σου  πω  αδελφέ  
-Δεν είμαι αδελφός  σου
-Θα γίνεις όμως , απάντησε ο Παύλος και του  χάρισε ένα αφελές  χαμόγελο, αν προλάβεις  και  δεν με σκοτώσεις με εκείνο το μαραφέτι., αλήθεια που είναι ο Λευτέρης;
-Τον σκοτώσανε , εδώ από έξω. Καλά δεν τα έμαθες;
-Όχι  τώρα. Τι μου λες; Άνθρωποι της νύχτας;
Ο  Γκας τον κοίταξε  σαν να του ΄'ελεγε "¨μην κάνεις τέτοιες  ερωτήσεις"¨
-Που να το μάθω;  απάντησε ο Παύλος, ήμουν πάνω  στο βουνό στα κάστανα, είναι η περίοδος  τους. Τρως κάστανα;
-Έτσι όπως πήγαν οι τιμές τους , 5 και 6 ευρώ το κιλό ;  Έχω  χρόνια να φάω
-Θα σου φέρω εγώ  μην μασάς. Δώρο
-Ναι  σαι καλά. Και για να χουμε  καλό ερώτημα επειδή είμαι και κουρασμένος, ποιος είσαι  Παύλο και τι θέλεις;
Ο Παύλος γέλασε και έβγαλε το  τηλεφωνο του.
-Περίμενε , του πε, δεν γίνονται έτσι αυτές οι δουλειές,  πήρε μετά μερικά νούμερα και παρήγγειλε  δυο καφέδες, να  ρε  ζεβζέκη, φώναξε, στο Νικαράγουα. Τι σε  νοιάζει εσένα  αν  λειτουργεί  ή αν σχόλασε.  Φέρε τους καφέδες. Μεσα  είμαι ναι
Μετά στράφηκε και κοίταξε  χαμογελώντας τον Γκας
-Τελείωνε , του πε ο Γκας
-Γκας μου , εγώ είμαι ο Παύλος
-Το παμε αυτό
-Εμένα ο πατέρας μου πριν χρόνια ήταν αυτός που πούλησε  το οικόπεδο  στον Λευτέρη.
-Έλα  ρε
-Ναι. Έπιασε καλά  λεφτά εκείνη την εποχή. Τέλος πάντων  εγώ μένω  στο  Πλαγιωτό, το χωριό εδώ πιο πάνω
-Ναι
-Η  ιστορία  είναι απλή. Με τα πολλά  έμεινα στον άσο
-Και θες το οικόπεδο πίσω;
Ο Παύλος  γέλασε
-Όχι  , όχι,
Εκείνη την ώρα ο ντελιβεράς με τους καφέδες χτύπησε την πόρτα
Ο Παύλος πήγε άνοιξε και   χαιρέτησε τον  ντελιβερά
-Εσύ είσαι βρε  χαϊβάνι;  του πε  γελώντας
-Που  σαι  ρε Παυλάρα;
Πήρε τους καφέδες και επέστρεψε στο τραπέζι
-Γκας, ο άνθρωπος στην ζωή πρέπει να χει έναν  σκοπό συμφωνείς;
-Ωραίος, για συνέχισε;
-Το  λοιπόν, εγώ ο μαλάκας σπούδασα  φιλόλογος  ασλά δεν  όταν έπρεπε  δεν ψάχτηκα να διοριστώ. Είχαμε και λεφτά και το ρίξα στην ασωτεία
-Μαγαζιά; νύχτα;
-Ναι αλλά όχι σκυλάδικα΄. Πιο ροκ καταστάσεις. Και ουσίες
Γυναίκες και ουσίες, όχι πορνοκατάσταση,  ροκόφαση. Παροτύζες και τα ρέστα
-Και πως  ξέμεινες  στον άσσο;
-Τζόγος. Καζίνο Γευγελή , Σκόπια  Βουλγαρίες, αρρώστια
-Θες λεφτά;
-Όχι  βρε Γκας, μην μου το  χαλάς  βρε μάτια μου. Κάτσε να ακούσεις
Παράλληλα  εγώ  έγραφα. Ποίηση και  φυσικά  μ άρεσε το διάβασμα
Πολύ
Τέλος πάντων έκανα  τις μαλακίες μου  , τα φαγα όλα τα λεφτά του γέρου  και  αφού γονάτισα επέστρεψε το μυαλό στην θέση του
-Μπράβο
-Πέρσι σκέφτηκα να  ανοίξω μια βιβλιοθήκη 
Ξέρεις έναν χώρο που να χει μέσα και καφέ , κανα αλκοόλ και  βιβλία , πολλά βιβλία
Ο Καλλικρατικός μας δήμαρχος όμως δεν μου δίνει  χώρο να κάνω κάτι τέτοιο
Ξέρεις τι μου είπε; Ε; "χέσε μας με τα  βιβλία  ρε Παύλο. Αν  θες να προκόψεις ίδρυσε καμιά καινοτόμα επιχείρηση να πάρουμε και να καμιά επιδότηση απ την Ευρώπη" . Ναι το μουνόπανο, ναι. Η επιδότηση, το χρήμα. Πάνω απ΄όλα το χρήμα. "always the  damned  dollars" που έλεγε ο  Τζο Πέσι και στο καζίνο
Εγώ βέβαια  είχα την τύχη της Τζίντζερ αλλά  άλλου παπά  ευαγγέλιο αυτό
-Μάλιστα. Και μεις εδώ πως μπορούμε να φανούμε χρήσιμοι;
-Έχεις ένα κτίσμα  δίπλα  στο μαγαζί.Τι το κάνετε αυτόν τον χώρο;
-Τίποτα. Ήταν από τότε που το  χαμε αγοράσει. Το αφήνουμε και ρημάζει
Ο  Παύλος γέλασε
-Εδώ είμαι εγώ. Ο  άνθρωπος σου
Θα μου τον  παραχωρήσεται να το κάνω βιβλιοθήκη;
-Θες να κάνεις βιβλιοθήκη
-Ναι και χώρο πολιτιστικών εκδηλώσεων ,  
-Εδώ;
-Ναι
-Κολλήτά με το Νικαράγουα;
-Ναι  ναι
-Είσαι μαλάκας
-Ε και καλά  στο χωριό όλοι αυτό μου λένε
-Κάτι  θα ξέρουν 
-Έλα ρε  Γκας. Σκέψου    η περιοχή  εδώ έχει 15 χωριά  που σήμερα  γίναν  καλλικρατικές  κοινότητες και δεν  υπάρχει ούτε  έναν  χώρος  λαικου πολιτισμού να πούμε
-Και  τον βρήκες εδώ;
-Ε που αλλού;
-Δεν ξέρω  , πάνε σε άλλο χωριό
-Δεν γίνεται
-Γιατί δεν γίνεται;
-Γιατί πήγα και  υπάρχει πρόβλημα
-Τι πρόβλημα;
-Παντού ζητάνε λεφτά. Ενώ εσύ θα μου τον δώσεις  τζάμπα;  ε; Έλα ρε  Γκασάκο  πες το ναι
Δεν θα σας  ενοχλούμε εξάλλου  , την ώρα που θα ανοίγεται εσείς εμείς θα κλείνουμε
Σκέψου, λαικος πολιτισμός  τα πρωινά  , λαική  διασκέδαση το  βράδυ
Θα φέρνουμε και σχολεία,   αθλητικές ομάδες,  να δουν τα πιτσιρικία  μια αλλη  γνώση   βρε συ
-Ναι, ωραίο  ακούγεται και στο ενδιάμεσο να πέφτουν σφαίρες. Να βρει καμιά  κάνα  ξέμπαρκο να τρέχουμε και να μην φτάνουμε
-Μπορείς να σκοτώσεις εμένα όχι όμως και  τις ιδέες μου
-Είσαι στην κοσμάρα σου ε;
Ο Παύλος γέλασε και μετά σοβάρεψε
-Άκου φίλε
-Δεν είμαστε φίλοι
Ο  Παύλος σοβάρεψε και αγρίεψε
-Άκου, παύση,  φίλε. Στην ζωή  πρέπει να έχουμε έναν σκοπό.λ Δεν ξέρω ποιος είναι ο δικός  σου  σκοπός, ο δικός μου απ όταν ξεμπέρδεψα ήταν να προσφέρω και ξθέλω να προσφέρω  γνώση και πολιτισμό. Αληθινή  γνώση και αληθινό πολιτισμό. Το πιασες;
Ο Γκας  δεν το πίστευε αυητό που  ζούσε
-Ήπιες τον καφέ σου;  Επειδή  εγώ τον τέλειωσα και  πρέπει να την πέσω για λίγο
Ο Παύλος σηκώθηκε όρθιος  
-Θα επιμείνω. 
-Να επιμείνεις
-Θα επανέλθω
-Στα αρχίδια μου 
-Ξες Γκασάκο, ε΄χω ακούσει πως οι άνθρωποι της νύχτας έχουνε μπέσα
-Μαλακίες άκουσες
-Αν έχεις μπέσα  κατανοείς  πως  ηθικά ο χώρος που αγοράσατε  ανήκει σε μένα. Ηθικά. Η χρήση του.
-Τα συμβόλαια άλλα λένε
-Άστα τα συμβόλαια  ρε. Γάμησε τα  λέμε. Το μόνο που σου  ζητάω είναι να δώσω ζωή  σε έναν  άχρηστο για εσάς  χώρο. Παράτα τα κόμπλεξ περί  ιδιοκτησίας επιτέλους
-Ναι  ε; Θες να  χεις λόγο στην  δική μου ιδιοκτησαία, σωστός. Αν όμως ήθελα εγώ να έχω λόγο στην δική σου;
-Θες να  ανεβαίνεις στο βουνό και να μαζεύεις κάστανα ή να  κατεβαίνεις τον Αύγουστο  στα αμπέλια μου και να μαζεύεις σταφύλια να  φτιάχνεις τ΄σιπουρο και κρασάκι;  Εγώ  σας  δίνω και το τρακέρ μου και  το  φορτηγάκι μου ρε
Τα δικά σας δικά μου και τα  δικά μου δικά σας
-Έλα πήγαινε. Σε  παρακαλώ  άσε με να ξεκουραστώ λίγο. Κλείνουν τα μάτια μου
Άλλωστε   δεν αποφασίζει ένας πλέον εδώ. Πρέπει να  το συζητήσω και με  ....με τους συνεργάτε ςμου ας το πω έτσι
-Με  διώχνεις αλλά θα επανέλθω.  Γιατί το χω βάλει σκοπό να  το στήσω αυτό εδώ, είπε και  σηκώθηκε και έκανε μεταβολή προς την πόρτα, καθώς  βάδιζε  φώναξε  χωρίς να  γυρίσει να κοιτάξει  τον Γκας, είσαι  ωραίος τυπάς πάντως, σε συμπάθησα.

Ο Γκας πήγε να κοιμηθεί αλλά σιχτίρισε  φωναχτά
Με αυτά και με αυτά είχε χάσει τον ύπνο  του


Στα  δυτικά της πόλης  ο Μπαρτάς  καθόταν  σε ένα απ τα τραπεζάκια  έξω μαζί με  άλλους  τρεις άντρες και τον Ολλανδό
Ο Ματθαίος, ο Μανώλης και ο Φαίδων ήταν  τα άλλα τρία αφεντικά  που ελέγχαν κομμάτια της νύχτας
Ο Μανώλης  ήταν νεαρός για το πόστο του , γύρω στα 35 με  αρχές  φαλάκρας 
Ο Φαίδων ήταν  47 ετών με πυνκό κοντό μαλλί και υπέρβαρος, πρώην αθλητής του  μπόντι μπίλντινγκ που  ήταν εμφανές πως  τα χε παρατήσει εδώ και πολλά χρόνια 
Ο Ματθαίος  ήταν  40 ετών  , σκοτεινός και αμίλητος  τύπος
΄΄Ηταν ο μόνος απ τους  άλλους τρεις , εμ τον Μπαρτά μαζί  που αρκούνταν σε όσα είχε  αποκτήσει ως εκείνη την στιγμή και  επιθυμούσε απλά να τα διατηρήσει  χωρίς να κυνηγά   το κάτι παραπάνω
Ο Ολλανδός τους κοίταξε  όλους προσκετικά
-Όπως σαν ενημέρωσε και ο Δείμος   παιδιά μου ανατέθηκε να αναλάβω  εγώ τις περιοχές που αφήσαν πίσω οι Στογκαίοι. Φαντάζομαι είμαστε όλοι οκέη με αυτό; 
Οι υπόλοιποι κουνήσαν το κεφάλι
-Μπαρτά; Είμαστε εντάξει;  Αν υπάρχει κάποιο  πρόβλημα , κάποια ένσταση  μπορούμε  να το κουβεντιάσουμε  και να το λύσουμε  συμβιβαστικά στο μιλητό
-Είμαστε μια χαρά  Ολλανδέ
-Ωραία. Ο Δείμος μου ανέθεσε και τον ρόλο του συνδέσμου μεταξύ αυτού και  εσάς.
-Κάτι σαν  συνοτνιστής δηλαδή;  ρώτησε ο Μπαρτάς
-Πες το και έτσι, απάντησε ο Ολλανδός, αυτή την στιγμή  ο Δείμος  πιστεύει πως η πόλη χρειάζεται ηρεμία. Γίναν  πολλά και  οι δημοσιογράφοι  βρήκαν ευκαιρία να  γράψουν ακόμη περισσότερα και να  πιέζουν  την αστυνομία οπότε και  τα πολύ μεγάλα  κεφάλια   θέλουν να  ησυχάσουν τα πράγματα και να κυλήσουν οι  δουλειές  off the radar 
Καταλαβαίνω  πως άποιοι, ίσως και δικαίως έχετε τις φιλοδοξίες σας όμως  όταν ξεπσάνε  εντάσεις  δυσανασχετούν τα πολύ μεγάλα  κεφάλια  και  αυτοί δεν μπαίνουν στον κόπο  να  λύσουν  τις  διαφορές με διατητικό τρόπο. Απλά  αλλάζουν τους παίκρες , δηλαδή εμάς και τον χάρτη στην νύχτα
Όσο  το πάμε  ήρεμα και τους ταιζουμε   δεν μας πειράζουν
-Λογικό, απάντησε ο Ματγθαίος,. έχουμε να πούμε κάτι άλλο;
-Δεν νομίζω, απάντησε ο Ολλανδός , εγώ απ την πλευρά μου τελείωσα
-Ωραία, απάντησε ο Ματθαίος, χάρηκα που σας είδα. Τα λέμε, είπε και σηκώθηκε και έφυγε
   Ο Μανώλης  κοίταξε τον Ολλανδό
-Με το Νικαράγουα  που σήκωσε μπαϊράκι τι σκοπεύεις να κάνεις Ολλλανδέ;
-Όσο μένουν ατιμώρητοι   γίνονται κακό παράδειγμα  και για τους  δικούς μας. Συζητιέται ήδη και κανείς  μας δεν θέλει να παίρνουν θάρρος και οι δικοί μας  μαγαζάτορες και  να κάνουν τα ίδια, πετάχτηκε ο Φαίδων
-Ο Λευτέρης που σήκωσε το μπαϊράκι τιμωρήθηκε. Αυτό δεν το συζητάνε οι  δικοί  σας μαγαζάτορες; Δεν νομίζω να  θέλουν να  έχουν την τύχη του ε;  απάντησε ο Ολλανδός, εσύ τι λες Μπαρτά;
-Ποιος ανέλαβε  το μαγαζί τώρα; ρώτησε ο Μπαρτάς
-Ακόμη κανείς. Το συζητάνε  και σύντομα  θα ξέρουμε και  θα έχουμε κάποιον να κάνουμε δουλειά μαζί  του
-Καλό  είναι, είπε ο Μπαρτάς, να παραδειγματιστούμε όλοι απ τα λάθη που έκαναν οι Στογκαίοι και  τα χάσαν όλα
Ο Ολλανδός κούνησε το κεφάλι του και απάντησε
-Δίκιο  έχεις, 
Μετά σηκώθηκε  να  φύγει
-Πότε  θα  ξανασυναντηθούμε; ρώτησςε ο  Φαίδωνας
-Η πόρτα όποτε  το  θέλετε είναι ανοικτή να  βοηθήσω σε ότι προκύψει, είπε και έφυγε
Οι τρεις τους τον κοιτούσαν που απομακρυνόταν
-Μια  τουφεκιά τον έχω, μουρμούρισε ο Μπαρτάς, όμως ο  Δείμος  μου το ξεκαθάρισε. Είναι  προσωπική του επιλογή και τον προστατεύει....τον παλιοεβραίο
Ο Φαίδων πήρε τον λόγο
-Δεν θα μακροημερεύσει. Μόλις στρώσει  η  κατάσταση ο Δείμος θα τον ξαποστείλει  , να μου το θυμηθείτε
-Ξεφτιλίκι όμως , απάντησε ο Μανώλης, να μας  χώσει για συντονιστεί τον  Εβραίο
-Αν δεν ήταν μαλάκες οι Στόγκες  τώρα δεν θα  τα χαμε αυτά. Θυμάσται που σας τα λέγα πως δεν τους ήθελα; ρώτησε ο Μπαρτάς και συμπλήρωσε, να τον ακούτε τον Μπαρτά
-Ο Δαίδαλος  πως θα κινηθεί;  ρώτησε ο Φαίδων 
-Δείχνει να τον βάλανε στον πάγο ο Δείμος και ο  Ολλανδός όμως με  τον τρελό  ποτέ δεν μπορείς να είσαι σίγουρος
-Θα ήθελες, ξαναρώτησε ο Φαίδων, όταν  βγει απ την μέση ο Ολλανδός να μπει στην θέση του ο Δαίδαλος;
Ο Μπαρτάς  γέλασε πονηρά
-Γιατί κάνεις επικίνδυνες ερωτήσεις  ρε Φαίδων;
Γέλασε και ο Φαίδων πονηρά
-Απ την σκύλλα στην χάρυβδη, μονολόγησε ο Μανώλης
-Για αυτό, είπε ο Φαίδων, ίσως πρέπει   με τρόπο που να μην κινεί τις  υποψίες να  αποκτήσουμε  πρόσβαση και επαφές με τα πολύ μεγάλα  κεφάλια. Τους πραγματικούς  αρχηγούς  στην νύχτα
Οι άλλοι δυο  τον κοίταξαν
Ο  Φαίδων συνέχισε
-Αν  με τον καιρό τους πείσουμε πως  3 αφεντικά, άντε το πολύ 4 μαζί με τον Ματθαίο  στην νύχτα  φτάνουν και περισσεύουν...
-Ζητάς να βγάλουμε απ την μέση  τον Δείμο;  ρώτησε ο Μπαρτάς
-Τι ηλικία έχει ο Δείμος; πόσο ακόμη  θα  ζει να διοικεί; Δεν χρειάζεται κανείς να τον βγάλει απ την μέση. Θα φύγει μόνος  του
-Και με τους ανατολικούς; ρώτησε ο Μανώλης, δυναμώνουν και  σηκώνουν αργά αλλά σταθεςρά κεφάλι/ Τι θα κάνουμε;
-Ενας απ τους λόγους που  ο Δείμος  έφερε τον Ολλανδό, είπε ο Μπαρτάς, είναι και αυτός. Είναι ο μόνος που μπορεί να τους δώσει ένα  αθόρυβο  χτύπημα που θα τους ρίξει πολλα επίπεδα κάτω αν όχι για πάντα  τότε για αρκετό καιρό
Για αυτό πρέπει να περιμένουμε    και να τον ανεχτούμε  για  κάποιο διάστημα
Ας τον αφήσουμε να κάνει όλη την  βρωμοδουλειά  για εμάς και μετά...μετά ξέρετε



Το απόγευμα στο Νικαράγουα ήταν μαζεμένοι όλοι οι εργαζόμενοι
Ο Γκας τους κοίταξε όλους πριν πάρει τον λόγο
-Πρέπει να  συζητήσουμε, τους είπε
-Με  τον Ολλανδό τι έγινε;  ρώτησε ο Φίλης
-Αυτό μπορεί να περιμένει. Με  την μετάβαση  του μαγαζιού σε   καθεστώς  κολλεκτίβας  θέλω να μιλήσουμε
Η  Σούλα πήρε τον λόγο
-Και αυτό μπορεί να περιμένει  Γκάς. όλα  θα πάρουν τον δρόμο τους , αργά και σταθερά
-Οκέη, αλλά μέχρι τότε πρέπει κάποιος να εμφανίζεται σαν το  "¨πρόσωπο"¨του μαγαζιού. Να  βγαίνει μπροστά
-Δίκιο έχει ο Γκάς,  συμπλήωσε η Δήμητρα και όλοι  δείχναν να συμφωνούν
-Λοιπόν; Πως θα  ορίσουμε  κάποιον για υπέυθυνο παραέξω; ρτώτησε ο  Γκας,  θα  ψηφίσουμε;
-Πρώτα πρέπει να προταθούν κάποιοι, είπε ο  Φίλης , ή να αυτοπροτείνουν τον εαυτό τους ή να τους προτείνουν άλλοι, καλά  δεν λέω;
-Καλά  τα λες,  του απάντησε ο Φάντομ, συμφωνώ
-Ωραία λοιπόν, είπε  η Ζέτα , θέλει να αυτοπροταθεί κανείς;
Κανείς δεν μίλησε
-Να α ρχίσουμε να προτείνουμε  εμείς  ; ρώτησε η Μίνα και ξεκίνησε πρώτη, εγώ προτείνω  τον Αθηνόδωρο  και την  Σούλα
-Όχι  εμένα; Νόμισα με αγαπούσες, αστειεύτηκε  ο Γκας και  χαμογελάσαν όλοι  σπάζοντας  για λίγο την βαριά  ατμόσφαιρα
-Εγώ  προτείνω εσένα Γκας, είπε η Σούλα,  ήσουν  από πολύ παλιά  κοντά στον Λευτέρη και γνωρίζεις καλύτερα   το όνειρο του
-Δεν είναι καλή ιδέα, απάντησε ο Γκας,εγώ καλύτερα να  φαίνομαι  όσο λιγότερο  γίνεται
Ο Αθηνόδωρος πήγε και στάθηκε  δίπλα του λέγοντας
-Το ίδιο και γω. Το να είναι κάποιοι μπροστά θα είτε  θα προκαλέσει τα πυρά των αντιπάλων μας και βάζω και τον νόμο σε αυτούς  , είτε θα τους δέσει τα χέρια να λειτουργούν  καλύτερα παρασκηνιακά
Όλοι  κοιτάχτηκαν
Η Μίνα  ξαναπήρε τον λόγο
-Άρα μένει  η  Σούλα η μόνη υποψήφια για την θέση
-Τι μου κάνετε  ρε παιδιά; Δεν θα μπορέσω να..., πήγε να πει η Σούλα όμως η Ζέτα  στάθηκε  μπροστά της  και της άγγιξε το χέρι
-Μια χαρά θα μπορέσεις Σούλα. Άλλωστε  δεν θα σαι μόνη , όλοι θα μαστε στο πλευρό σου και θα σε βοηθήσουμε
-Εξάλλου μια γυναίκα  στην  θέση αυτή θα μαλακώσει πολλούς  ενώ  την ίδια  στιγμή θα  κάνει κάποιους άλλους να πιστέψουν πως  μαλακώσαμε και αυτό  θα  τους κένει πιο επιπόλαιους αν θελήσουν να μας βλάψουν, είπε ο Φίλης  και όλοι  γυρίσαν και τον κοιτάξανε
-Δεν  σου το  χω πιτσιρικά, του απάντησε ο Γκας , πραγματικά δεν σου  το είχα. Μπράβο
-Ωραία , αφού συμφωνήσαμε σηκωθείται,  φώναξε ο  Φάντομ, σε  2 ώρες ανοίγουμε   και δεν έχουμε  κάνει τίποτα από ετοιμασίες. Φίλη; Πάρε τον κώλο σου να τρέξουμε. Ούτε σκούπισμα  δεν κάναμε
Εκείνη την στιγμή  μπήκε στο μαγαζί  ο Παυλάρας φωνάζοντας με το χαμόγελο στα χείλη και κρατώντας στα χέρια  μια  τούρτα
-Καλά  που  σας βρήκα όλους μαζί  γιατί με  τον άλλον  δεν βγάλαμε άκρη το πρωί
-Ποιος είναι  ετούτος; ρώτησε  η Σούλα  ενώ ο  Φάντομ τον πλησίασε  αγριεμένος και τον  ρώτησε
-Τι μέρος του λόγου είσαι εσύ  ρε;
-Ώπα ρε μεγάλε. Εγώ  σκάω με  τούρτα , να σας   γλυκάνω, μην λέτε και πως  ήρθα  με  άδεια  χέρια και συ μου σκας με  φουλ  επίθεση; Κάπου μπάστα  δηλαδή
-Σε  ρώτησε ρε , τι  είσαι εσύ;  του  φώναξε ο Φίλης  πλησιάζοντας τον
Ο Παυλάρας κοίταξε  τον  Γκας και  τον ρώτησε απορημένος
-Καλά  ρε χαϊβάνι;  Τίποτα  δεν τους είπες;
Όλοι  γυρίσαν και κοιτάξαν  τον Γκας που  αναγκάστηκε να απολογηθεί
-Εντάξει, εντάξει. Αφήστε τον  παιδιά να πλησιάσει. Έχω τόσα στο  κεφάλι μου που ξέχασα να σας πω
Ήρθε  εδώ το πρωί και μου λέγε  κάτι παλαβά
-Τι παλαβά; ρώτησε η Σούλα
-Είναι  αγρότης...και φιλόλογος  πάνω απ το Πλαγιωτό. Ο πατέρας του   ο συγχωρεμένος   ήταν αυτός που  πούλησε  του Νικαράγουα στον Λευτέρη
-Άστο  , άστο  ρε, παρενέβη ο Παυλάρας, θα  ξημερώσουμε μέχρι να τα πεις,  μετά στράφηκε  στον  Φάντομ, δεν φέρνεις μερικά πιατάκια να   σερβίρουμε την τούρτα  πριν λιώσει;
-Άσε ρε την τούρτα και λέγε, του  φώναξε ο  Φάντομ  πιάνοντας και σφίγγοντας τα μπράτσα  του
-Εεεε, φώναξε ο  Γκας, άστον ρε  , είναι εντάξει   λέμε ο  τυπάς, απλά "δεν πατάει καλά"
-Γιατί  ρε  Γκασάσα  δεν πατάω καλά;  ρώτησε με παραπονιάρικο  ύφος ο  Παυλάρας, επειδή έχω ένα όνειρο; Επειδή  θέλω να  μου  δώσετε το  διπλανό παράπηγμα να το κάνω  βιβλιοθήκη και χώρο λαϊκού  πολιτισμού; 
-Τι έκανε λέει;  πετάχτηκε ο  Στέλιος που  εκείνη την ώρα πήγε να πιεί   μια  τζούθρα απ τον φραπέ του και  του βγήκε απ την μύτη
Ο μαέστρος  αφού αρχικά έμεινε  με  ανοιχτό το στόμα  μετά τον  ρώτησε
-Άνθρωπε μου ξες τι είναι;
-Σκυλάδικο, απάντησε ο Παυλάρας
-Έχεις  ιδέα τι συμβαίνει εδώ κάθε  βράδυ;
-Εγώ δεν το θέλω το κέντρο λαικού πολιτισμού για  την νύχτα αλλά  για τα πρωινά, άντε   βαριά  βαριά  και τα απόγευματα, ε και λίγο νωρίς το βράδυ. Εσείς  ανοίγεται 11 η ώρα. Εμείς   θα κλείνουμε σ τις 10
Ο Σώτος , ο  ντράμερ  που  κάπνιζε  μπαφο   πήρε τον λόγο
-Ρε συ  φίλε  το τελευταίο διάστημα  εδώ πέφτουν  πυροβολισμοί, σκοτώνεται κόσμος και οι νόνοι  δεν    τσεκάρουν  ώρα λειτουργίας πριν  επιτεθούν, τι   δεν καταλαβαίνεις;
-Μπαφίδι είναι αυτό ρε;  ρώτησε ο Παυλάρας και τον πλησίασε, να  γυρίσει; 
-Να  γυρίσει, είπε ο Σώτος και του  το  πρόσφερε 
Ο Παυλάρας  το άρπαξε και  φώναξε πριν ξεκινήσει να παίρνει τζούρες
-Άντε γεια  μας
Ο Σώτος  τον κοιτούσε και έκανε τον σταυρό του
-Λοιπόν; Παυλάρα; είπε ο Γκας , στα είπα  και το πρωί, τα βλέπεις και τώρα  δεν γίνεται, για το καλό σου, να   γίνει δεκτό το αίτημα  σου
Ο Παυλάρας σάστισε
Πρόσφερε  χωρίς να κοιτά τον μπάφο δίπλα  στον Χαλαρά
-Έτσι ε; Τι άνθρωποι είστε  ρε  σεις;  Ήθελα να  ήξερα , εσείς φτωχοί δεν κάνατε; όνειρα δεν είχατε; Έναν σκοπό στην ζωή σας δεν βάλατε ποτέ; Έτσι  ζείτε; Διαικαπαιρεωτές των "πρέπει"  και των "¨δεν";
-Ρε συ άκουσε με, πήγε να πει ο Γκας
-Τι να ακούσω; Και  αλλά  "δεν" και "μη;" Γκιώσαμε ρε, είπε και  ξεκίνησε να περπατάει προς την έξοδο
Η  Σούλα καθόταν αμίλητη   τόση ώρα και παρακολουθούσε  όσα διαδραματίζονταν
Θα  ορκιζόταν κάποιος πως απέναντι της  εμφανίστηκε ο Λευτέρης και  την κοίταξε ρωτώντας  την
-Δεν θα πεις  κουβέντα; Δεν θα κάνεις τίποτα; 
Μετά σαν να  στράφηκε  στον  Αθηνόδωρο
-Και οι δυο σας γνωρίζεται από πόνο . Και τους δυο σας  σας ρημάξανε  τα "πρέπει" αυτού του  ντουνιά. Μην μετράτε  τα λόγια του Γκας, αυτός κοιτά  πως προσχωρήσουν τα πράματα χωρίς  περαιτέρω  σκοτούρες. Σε 3 χρόνια από  σήμερα, όταν θα  χει  ολοκληρωθεί η μετάβαση σε  κολλεκτίβα  θα  μετανιώνει που  δεν τον δέχθηκε  τον Παυλάρα
Εσείς; Τουλάχιστον μιλήστε και πείτε  του "όχι" . Πείτε του ένα "όχι" σαν αυτά που μια ζωή σας λένε οι πάντες
Η Σούλα κοίταξε τον Αθηνόδωρο που της κούνησε το κεφάλι αργά
Μετά  ενώ ο  Παυλάρας   βάδιζε προς την έξοδο  βλαστημώντας   φώναξε
-Θέλω  χρόνο, του  φώναξε
Ο Παυλάρας  σταμάτησε και  γύρισε και την κοίταξε
-Η κυρία;  ρώτησε την Δήμητρα  που καθόταν παραδίπλα  του
-Το γενικό κουμάντο, είμαι  το γενικό  κουμάντο εδώ πέρα, τουλάχιστον έτσι λέμε, μονολόγησε η  Σούλα, και  χρειάζομαι  χρόνο. Και συ χρειάζεσαι  χρόνο
-Εγώ τον παλεύω αυτόν τον ρημαδοχώρο εδώ και πολύ καιρό. Δεν έχω  περιθώρια  για...
-Ως το  χάραμα  που θα κλείσουμε. Μείνε εδώ  και μέχρι το  χάραμα που θα κλείσουμε  θα δεις και συ πράγματα θα  δούμε και μείς  και θα αποφασίσουμε  και νομίζω  μαζί θα πάρουμε την ίδια απόφαση. Συμφωνείς;
Ο Παυλάρας αλλά και οι υπόλοιποι σάστισαν
Ο  Λευτέρης  σαν να  βάδισε  και να  ακούμπησε τον ώμο του  Παυλάρα ο οποίος ένιωσε ένα  ανατρίχιασμα   
Μετά κοίταξε την  Σούλα και της  ψιθύρισε
-Ούτε  εγώ θα μπορούσα να πάρω τέτοια  σωστή απόφαση Σούλα. Δεν  σε  βγάλανε  τυχαία  ταπαιδιά  γενικό κουμάντο  εδώ πέρα, είπε και   έκανε μεταβολή και  εξαφανίστηκε  καθώς περπατούσε προς την είσοδο
Τις σκέψεις της Σούλας  διέκοψε ένας νέος  μονόλογος του  Παυλάρα
-Ναι αλλά ρε παιδιά είμαι ταπί. Πως θα κάτσω ρέστος ως το  χάραμα  εδώ πέρα; 
-Αυτό μη σε νοιάζει. Πες πως είσαι σπίτι  σου
, του απάντησε  η Σούλα
Ο Παυλάρας  χαμογέλασε  . Την κοίταξε καλά στα μάτια
-Εσύ είσαι  πολύ ξεχωριστός άνθρωπος, της είπε, είσαι πολυ  ξεχωριστός άνθρωπος , και μετά ούρλιαξε, τι γυναικάρα  είσαι εσύ; Που σε κρύβανε  τόσο καιρό μανάρι μου;  ε;
-Εεεε, σεμνά, τον διέκοψε ο  Γκας αλλά  η Σούλα  του έκανε ένα νόημα με το χέρι  να  μην τον αποπαίρνει και του   πε  ανέκφραστα, θα τα πούμε ξανά  το χάραμα στο κλείσιμο

Ακόμη  ένα  βράδυ το Νικαράγουα άνοιγε τις πόρτες του και  ο κόσμος  προσερχόταν εντός  του  για να διασκεδάσει
Να ακούσει αυτό που ονομάζουμε "σκυλάδικη μουσική" μόνο που εδώ παραγόταν  με έναν διαφορετικό τρόπο, λίγο πιο ροκ , ίσως  πλέον με τον καιρό να  ξέφευγε και απ τον ροκ ορισμό μιας και η ορχήστρα με τους τραγουδιστές   ήταν πολλά  χρόνια μαζί και "δένανε"  δημιουργώντας το δικό τους  είδος
Αυτό εκτιμούσε ο κόσμος στο Νικαράγουα  και  για αυτό το κάτι διαφορετικό- ακόμη και αν δεν τον συνειδητοποιούσε άμεσα-  προσερχόταν
Τούτο  το βράδυ που όλοι  τα σπάγαν και διασκεδάζαν περπάτησε ανάμεσα  στον κόσμο και ένας "διαφορετικός"  πελάτης. Κανείς  δεν τον είχε  ξαναδεί   στο μαγαζί
Ο  Φάντομ έσπευσε να τον προϋπαντήσει
"περιμένετε παρέα;"  τον ρώτησε
Ο  διαφορετικός επισκέπτης   απάντησε  με το βλέμμα  του 
"μόνος λοιπόν, θα  σας βολέψω   στο καλύτερο μας τραπέζι κύριε,  μην ανησυχείτε, ακολουθήστε με"  είπε  ο  Φάντομ  που με  σβέλτες  κινήσεις  τον   έβαλε να κάτσει  στα  δεξιά του μαγαζιού σε ένα  τραπέζι  κολλητά με τον  τοίχο
-Πως  σας φαίνεται  εδώ;
-Μια χαρά είναι , απάντησε  βαριεστημένα και βαριά ο   πελάτης
Ήταν  γύρω στα  55 , αδύνατος  αλλά όχι κοκαλιάρης. Το ντύσιμο του ήταν απλό  και έδειχνε  άνθρωπο της μεσαίας  τάξης,  υπαληλάκο ή  ίσως κάποιον ελεύθερο επαγγελματία που  δεν  τα κονομούσε  τρελά αλλά  κουτσά  στραβά τα  έβγαζε  πέρα
-Τι θα πιείτε;
-Τζιν με  βότκα, ότι μάρκα  θες εσύ, του απάντησε και συμπλήρωσε, φιάλη
-Ξέρετε , ναι, δεν υπάρχει  τζιν  με βότκα  σε  φιάλη, είναι  διαφορετικά ποτά
-Φέρε και τις  δυο φιάλες  τότε  και τα άλλα  θα  τα  φροντίσω εγώ
Ο  Φάντομ  εξαφανίστηκε και ο  μυστήριος επισκέπτης   άναψε τσιγάρο και κοίταξε προς την πίστα με το βλέμμα του όμως να μοιάζει σαν χαμένο
Ο  Φάντομ πλησιάζοντας στο μπαρ  βρήκε τον Φίλη με την Δήμητρα 
Κοίταξε προς το μέρος του πελάτη και  μονολόγησε
-Κάτι δεν μου κολλάει  ξανά σε αυτόν εδώ.Τον έχετε ξαναδεί εδώ;
-Όχι, απάντησε η Δήμητρα
-Και γω πρώτη φορά τον βλέπω , απάντησε ο  Φίλης
-Μήπως να μιλήσω στην Σούλα; ή  τον Γκας καλύτερα;
-Άσε ρε , θα απασχολείς τους ανθρώπους   για όποιον έχεις κάποια  αμφιβολία;  Θα χουμε απλά τον νού μας   με  δαύτον και αν γίνει κάτι πάμε και μιλάμε τους Γκας




Η νύχτα κυλούσε   όπως κάθε  βράδυ
Ο Παυλάρας  απ την μια γωνιά  είχε  βρει την χαρά του, έπινε  τζάμπα,  διασκέδαζε  τζάμπα και πετούσε  λουλούδια προς την πίστα τζάμπα έχοντας μονίμως το   χαμόγελο στο  πρόσωπο
Στην άλλη γωνία του μαγαζιού ο  μυστήριος θαμώνας καθόταν αμίλητος, σκυφτός και κατέβαζε το ένα ποτήρι μετά το άλλο με το  τζιν και την βότκα
Ο  Φάντομ  στην ανάπαυλα της δουλειάς καθόταν πιο πίσω προς την είσοδο και τον παρατηρούσαν
-Μυστήριο τρένο   ρε  Φάντομ
-Έτσι δείχνει , εκτός και αν είναι κάνας  βαλτός  του Δείμου να μας κάνει χνέρι
Ο Αθηνόδωρος  περνούσε από μπροστά τους
Κοντοστάθηκε και τους  κοίταξε
-Τι λέτε εσείς  εδώ;  τους ρώτησε
Ο  Φάντομ του έδειξε προς την μεριά του ,μυστήριου και του εξήγησε τους φόβους  του
-Εσείς δεν  τα προλάβατε παλιά  τα μαγαζά. Στα  χρόνια της ευμάρειας  συνδυάστηκε η έξοδος με  την  χαζοδιασκέδαση  , παλιά όμως  ερχόταν και κόσμος που  τα χε  χάσει όλα ή είχε τις μαύρες του  για να ακούσει μερικές πενιές να  ημερέψει η  ψυχούλα  του. Να  πάρει  δύναμη  και όταν  ξαναβγεί απ το μαγαζί στον κόσμο να χει πάρει  δύναμη  να συνεχίσει
-Δηλαδή αυτός  εδώ ήρθε να πάρει δύναμη; ρώτησε ειρωνικά ο Φάντομ
-Ότι  σου είπα και ότι κατάλαβες 
-Δηλαδή τζάμπα ανυσηχώ;
-Αυτό δεν μπορώ να το πω με σιγουριά. Πολλοί στην προσπάθειας τους να  βρουν την ισορροπία τους χάνονται ακόμη περισσότερο και μπορεί να ξεσπάσουν. Άγρια
-Δηλαδή καλά λέω να χουμε τον νου μας;
-Καλά λες , αλλά μην τον πιέζεται. Ούτε πολλά  σούρτα φέρτα στο τραπέζι  του
Άμα σας φωνάξει  πάντε, αν δεν σας φωνάξει  ούτε για αλλαγή το τασάκι, είπε και απομακρύνθηκε
-Μιλά η πείρα, είδες;  του πε  ο Φίλης
Ο  Φάντομ κούνησε το κεφάλι
-Καλά ο Αθηνόδωρος  και η Σούλα φάγανε την ζωή τους μέσα στα μαγαζά, που λέει και  αυτός
Εκείνη την ώρα   μπήκε απ έξω  και τους πλησίασε  η  Ζέτα 
-Τι  θέλουν  τόσοι μπάτσοι από έξω; τους  ρώτησε
-Τι; ρώτησε ο Φίλης
-Έχουν κυκλώσει το μαγαζί, είπε η Ζέτα
Μπήκαν στην αυλή; ρώτησε ο Φάντομ
- όχι, στον δρόμο είναι  αλλά  είναι παντού 
-Πάω να δώ, είπε ο Φάντομ και βγήκε έξω  κοίταξε  τριγύρω και είδε παντού  περιπολικά και μηχανές της αστυνομίας με τους φάρους αναμμένους
Ξαναμπήκε μέσα
-Μας την παίξανε , μονολόγησε
Η  Δήμητρα  που είχε  τρέξει   κοντά του τον ρώτησε
-Τι συμβαίνει;
-Έχει  έξω τόση μπατσαρία που κάνουν   πραξικόπημα  για πλάκα, είπε ο Φάντομ
-Τι θα κάνουμε; Αυτοί θα εισβάλλουν  να μας το κλείσουν ενώ έχουμε κόσμο μέσα, είπε η Ζέτα
-Ποιος ανεβαίνει πάνω ; 
-Ο Αθηνόδωρος , είναι  η σειρά του
-Ωραία, φώναξτε όλους τους  άλλους στα καμαρίνια, είπε ο Φάντομ
-Αν  τους  φγωνάξουμε όλους ο Αθηνόδωρος  τι θα κάνει;  Θα τραγουδήσει  χωρίς ροχήστρα ;  ρώτησε ο Φίλης
Ο  Φάντομ δεν μπόρεσε και ξέσπασε
-Μην με γαμάς και συ έτσι ρε μαλάκα
-Εντάξει ρε   μια  κουβέντα είπαμε. Αν πάμε όλοι μέσα αυτόν ποιος θα τον προσέχει;
-Θα κάτσω εγώ  να τον  προσέχω. Τι κωλονύχτα    ρε  γαμώτο. Τι παίζει;

Σε λίγο όλοι πλην του Φάντομ , του Αθηνόδωρου και της ορχήστρας  ήταν στα καμαρίνια
-Μείνετε  ήρεμοι,  φώναξε  η Σούλα, πρέπει να  μείνουμε ήρεμοι και να σκεφτούμε
-Αν φώναζες τον Μπασκίμ;  ρώτησε  η Μίνα  τον Γκας, 
-Θα γινόταν χειρότερα τα  πράγματα αν πάμε σε  σύγκρουση μαζί τους
-Να ξέραμε τουλάχιστον τι  θέλουν; Τι πάτημα έχουν και μαζευτήκανε, μονολόγησε η Σούλα και  σηκώθηκε όρθια , θα πάω να τους μιλήσω
-Είσαι σίγουρη;  ρώτησε ο Γκας
-Είμαι  επίσημα  το γενικό κουμάντο. Πριν λίγες ώρες με εκλέξατε, φαντάζομαι για να  βγαίνω μπροστά σε κάτι τέτοια
-Ίσως δεν είναι καλή ιδέα, είπε η  Ζέτα
-Και είναι καλύτερα να καθόμαστε εδώ και να μην κάνουμε τίποτα; είπε και βγήκε έξω
Περπάτησε στην αυλή  και  πλησίασε τους  αστυνομικούς
-Ποιος κάνει κουμάντο εδώ  ρε παιδιά; φώναξε
Μπροστά της εμφανίστηκαν   ο επιθεωρητής Νικολάου με τον Βαγγελάκη
Η  Σούλα ξεφύσηξε
-Εσύ, πάλι εσύ. Τί έγινε  Νικολάου  είδες πως  μαζέψαμε  κόσμο και  ήρθες να μας κλείσεις;
-Πρέπει να μιλήσω με τον υπεύθυνο του μαγαζιού
-Εγώ είμαι
-Μια γυναίκα;
-Τί έγινε Νικολάου; Θα ακούσουμε και άλλα  τέτοια ή θα πεις  αυτό που έχεις να πεις;
Ο Νικολάου   όμως είχε πάθει απόσπαση προσοχής όπως  σχεδόν κάθε ΄νεοέλληνας
και ξεκίνησε να μονολογεί
-Μια  γυναίκα δεν μπορεί να ανταπεξέλθει σε έναν  τόσο  δύσκολο ρόλο μέσα στην νύχτα όπως η διαχείριση  ενός χαμαιτυπείου. Οι χαμηλών ηθών  γυναίκες  είναι καλές στο να εργάζονται σε αυτά τα καταγώγια αλλά δεν διαθέτουν την σκληράδα και την απανθρωπιά  των  φτωχών λαϊκών στοιχείων, ειδικά των  διαπνεόμενων  από αριστερές  ιδέες κακοποιών ώστε να μπορέσουν να  διαχειριστούν   δύσκολες καταστάσεις
-Εεεεε, του φώναξε,  Νικολάου;  Επέστρεψε λίγο  στον κόσμο μας. Τι δουλειά έχετε εδώ πέρα;
Τον λόγο πηρε ο Βαγγελάκης
-ότι και να  έχουμε μεταξύ μας  κυρία μου   το σημερινό δεν αφορά  τις  δουλειές σας. Η αλήθεια είναι πως αυτή την στιγμή  βρίσκεται  μέσα στο μαγαζί ένας πολύ επικίνδυνος άνθρωπος και κινδυνεύετε άμεσα
-Τι λες;  τον ρώτησε η Σούλα
-Η εξουδετέρωση και σύλληψη του  απαιτεί λεπτές κινήσεις και προσοχή
-Λεπτές κινήσεις το λές αυτό;  είπε και έδειξε τα περιπολικά που είχαν κυκλώσει το μαγαζί
-Ιδέα  του κυρίου  επιθεωρητά
-Θα μου πείτε τι συμβαίνει;







Ο  παράξενος θαμώνας  ενώ τέλειωνε το τραγούδι του  ο Αθηνόδωρος   περπάτησε ως την πίστα
Τον πλησίασε και αυτός τον  αγκάλιασε  απ την μέση και έγειρε το αυτί του  στο στόμα του να τον ακούσει
-Λέγομαι  Φώτης, το επίθετο δεν έχει σημασία. Σε αυτά τα μαγαζιά  κάποτε μπορούσες να  δώσεις  παραγγελιά. Ισχύει ακόμη αυτό;
-Για  σένα θα ισχύσει αδερφέ, του απάντησε ο Αθηνόδωρος
Ο  Φώτης  του   ψιθύρισε να παίξουν  το "της  γυναίκας  η καρδιά είναι μια  άβυσσος"
Η ορχήστρα ξεκίνησε να το παίζει
Ο  Φώτης δεν χόρευε. Καθόταν  σκυφτός και ακίνητος με ένα  τσιγάρο στο χέρι ενώ ο  Αθηνόδωρος   ξεκινούσε να τραγουδάει
Κουνούσε που και που  το χέρι που δεν κρατούσε το τσιγάρο πάνω  στον σκοπό
Ο  Αθηνόδωρος τον πλησίασε και τον κοιτούσε ενώ  τραγουδούσε

 

Σκυφτέ διαβάτη τησ βροχήσ

Και ταξιδιώτη τησ ζωήσ

Η προδοσία μιασ γυναίκασ σε βαραίνει

Μην πίνεισ άλλο και μεθάσ

Και τη ζωή σου μη χαλάσ

Είναι γραφτό ότι αρχίζει να πεθαίνει

Τησ γυναίκασ η καρδιά είναι μια άβυσσοσ

Πότε κόλαση και πότε ο παράδεισοσ

Τησ γυναίκασ η καρδιά είναι μια άβυσσοσ

 

Ο Φώτης έκλεισε τα μάτια και  ταξίδεψε μέσα στον χρόνο , όχι πολύ πίσω, 3 ώρες πίσω  στο διαμέριμα  του

Ξαναείδε την  γυναίκα του να  φωνάζει.

Φώναζε και  αυτός

Δεν άντεξαν τα νεύρα του και ξεκίνησε να  χτυπάει μπουνιές στις πόρτες

Τότε το βλέμμα της  απέκτησε μια απέχθεια

Έναν  φόβο με απέχθεια  μαζί. Ένιωσε να τον κοιτάει με  σιχασιά

Τα νεύρα, τα  ερωτήματα που του κάνε στην αρχή της φασαρίας και  καλούνταν να απαντήσει, οι βρισιές  εκατέρωθεν που  δεν θυμόνταν  ποιος  τις ξεκίνησε και η σιχασιά  στο βλέμμα της έγιναν όλα ένα κουβάρι στο μυαλό του και κινήθηκε εναντίων της


Ο Νικολάου κοίταξε την Σούλα και της είπε

-Έχετε εκεί μέσα έναν  οπλισμένο  σαν αστακό γυναικοκτόνο

-Όταν λες  γυναικοκτόνο;

-Είναι μέσα κάποιος  που  πυροβολήσε 5 φορές την γυναίκα του πριν λίγες ώρες και  μετά  μπήκε και κλείστηκε στο μαγαζί σας

Η  Σουλα ξεφύσηξε και  βλαστήμησε

-Και τι σκοπεύετε να κάνετε;


Ο Αθηνόδωρος τραγουδούσε , ο Φώτης καθόταν  βυθισμένος στις σκέψεις  του  και ξαφνικά  εμφανίστηκαν στην είσοδο του μαγαζιού  5 αστυνομικοί με τα όπλα τους παρατεταμένα

Ο  Φώτης τους είδε να πλησιάζουν και  με τρόπο έβαλε το χέρι του στην καμπαρτίνα του και περίμενε

Ο επικεφαλής των αστυνομικών   που  τον σημάδευαν του φώναξε

-Τελειώσαν όλα. Βγάλε το χέρι απ την τσέπη, αργά, σήκωσε το ψηλά και παραδώσου

Ο Φώτης συγκατένευσε με το βλέμμα του και έβγαλε  πολύ αργά το χέρι απ την τσέπη αποκαλύπτοντας  μια  απασφαλισμένη  χειρομβιβίδα

-Ρίξε μου , είπε μιλώντας  αργά και κοιτώντας τον με μίσος, ή σάλτα και γαμήσου και τράβα όξω

Μαζί με τους αστυνομικούς βγήκαν και οι  θαμώνες

Ο Φώτης  γύρισε και κοίταξε  τα παιδιά του Νικαράγουα  και τον Παυλάρα να χουν μείνει  μέσα

-Εσείς;  τους ρώτησε

-Εμάς  εδώ είναι το σπίτι μας  , είπε ο  μαέστρος

-Και δεν φοβάσαι μην πεθάνεις;  τον ρώτησε ο Φώτης

-Έχω  δυο παιδιά και μια γυναίκα που με περιμένουν  , είπε ο μαέστρος ατάραχος, σου ομολογώ πως έχω  χεστεί πάνω μου. 

-Εντάξει φύγε, δεν θα σας πειράξω

-Ότι και να χεις αδερφέ δεν  σε αφήνουμε μόνο σου,είπε ο Αθηνόδωρος , εξάλλου όπως σε  είπε και ο Γιώργος  εδώ είναι το σπίτι μας


Οι 5 αστυνομικοί βγήκαν έξω και τρέξανε  στον Νικολάου

-Κρατάει απασφαλισμένη  χειρομβοβίδα, είπε   ο επικεφαλής  στον επιθεωρητή

-Γαμώ το, άρχισε να φωνάζει,  γαμώτο  , γαμώτο. Τώρα πρέπει να  φωνάξουμε τα εκαμ και να  θα πάρουν αυτοί όλη την δόξα

-    Ποια  εκαμ;  φώναξε η Σούλα, εκεί μέσα  είναι  και εργαζόμενοι. Θα μπούνε τα εκάμ και θα  του ρίξουν; Δεν σκέφτεσαι πόσες ζωές θα  χαθούν;

-Παράτα με . Ζωές;  Αξίζουν οι ζωές των παρανόμων σου; 

-Και μετρά  η δική σου  ζώων  περισσότερο;  Ποιος σου δίνει το δικαίωμα να το παίζεις θεός;

-Ο νόμος. Κατάλαβες; Ο νόμος 


Ο  Φώτης κοίταξε τον  Παυλάρα που  συνέχιζε να κάθεται στο τραπέζι  του. Τώρα είχε  αφήσει  το  μονίμως  χαμογελαστό πρόσωπο  του και   έπινε

-Και  αυτός  εργαζόμενος είναι  εδώ πέρα;

-Ωχ αυτόν τον ξεχάσαμε , μονολόγησε ο Γκάς

-Όχι αδερφέ, απάντησε ο Παυλάρας

Ο  Φώτης με το ελεύθερο του χέρι έβγαλε το πιστόλι του και τον σημάδευσε

-Μπάτσος είσαι;  τον ρώτησε σημαδεύοντας  τον

Ο  Παυλάρας σηκώθηκε  βγάζοντας με αργές κινήσεις  απ το πουκάμισο  του  την ταυτότητα  του. Πλησίασε  στην πίστα και πέταξε  μπροστά στα πόδια του  Φώτη τη ταυτότητα

-Σου μοιάζω  για μπάτσος;

-Φίλος  μου είναι , είπε ο Γκας, ξέμεινε αλλά  τώρα  ότι έφευγε, ε Παυλάρα;

-Όχι ρε Γκασάκο, λέω να μείνω

-    Κοίτα  μεγάλε, είπε ο Φώτης, είχα  μια  δύσκολη μέρα και  συνεχίζω να έχω μια δύσκολη νύχτα

Αν γίνεται  μπορείς να μου αδειάσεις την γωνιά; Κια οι υπόλοιποι  δηλαδή

-Αν βγούμε απ το μαγαζί και μείνεις  μόνος θα σαι  βούτυρο στο ψωμί αυτών εκεί έξω, είπε ο Παυλάρας, δεν ξέρω τι έχεις κάνει αλλά  όπως τους είδα να μπουκάρουν  σε έχουν ξεγραμμένο. Σε έσωσε  η χειρομβοβίδα  , για πόσο όμως; Καταλαβαίνεις πως αποχώρησαν   για να  φωνάξουν τα εκαμ και αυτά δεν ρωτάνε  τι και πως

Οπότε  δεν κάθεσαι  να πιούμε  και να  μιλήσουμε;

-Και σαν τι έχουμε να πούμε;

-Δεν ξέρω. Αυτό που ξέρω είναι πως σε λίγο  θα  σκάσουν τα εκάμ και θα μπουκάρουν πυροβολώντας   τα πάντα εδώ μέσα. Όταν τελειώσουν θα πουν στα μμε  πως  μας σκότωσες εσύ πριν σε  βγάλουν απ την μέση

Οπότε σάλτα και γαμήσου και κάτσε να πιούμε

-Να πάρει,  βλαστήμησε ο  Φώτης,  φύγετε . Δεν θέλω να πάρω και άλλους  στον λαιμό  μου.

-Γιατί ποιον πήρες;ρώτησε ο Παυλάρας

-Την γυναίκα μου, αναθεμά με  και σκάστε . Πρέπει  αν σκεφτώ

Ο Παυλάρας  γέμισε δυο ποτήρια και του έκανε νόημα να πλησιάσει στο τραπέζι

-Κάτσε να πιούμε 

Ο  Φώτης πλησίασε

Κάθισε και ακούμπησε  το πιστόλι στο τραπέζι ενώ συνέχιζε να κρατά την χειρομβοβίδα

-Τι δουλειά κάνεις  Φωτάκο;  τον  ρώτησε

-Λογιστής. Υπάλληλος  δηλαδή

-Αγρότης εγώ και θέλω να  ανοίξω ένα  κέντρο λαικού πολιτισμού  ...άστα  ,  δεν μας νοιάζουν τα δικά μου

Τα σέα που κρατάς που τα  βρήκες; δεν ξέρω πολλούς λογιστές  να  κυκλοφορούν με  βόμβες

-Έχεις  κάνει φτωχός;

-Κάνω  ακόμα

-Ε  για σκέψου;

-Έμπλεξες με παρανομίες  ε;

-Έχεις οικογένεια και με καταλαβαίνεις

-Δεν έχω  αλλά   σε πιάνω

Λογαριασμοί  , χρέη και δώστου κάθε μήνα οι τόκοι ε;

-Κάπως έτσι. Και αυτή...την αγαπούσα αλλά  τα  χρέη  φέρανε  γκρίνια, η γκρίνια   φασαρίες, ...με κάτι καλόπαιδα  στήσαμε κάτι. δεν πήγε καλά. μου μείναν  τα σέα και  η επιστροφή στο σπίτι   είχε ξανά  γκρίνια


-Η φτώχεια  η  γαμημένη ε;

-Δεν ήθελε  τα πολλά  ρε φίλε. Αλλά  εγώ όλη μέρα στην δουλειά και οι εισπρακτικές να   παίρνουν στο σταθερό και να της σπάνε  τα νεύρα. Να απειλούν , να εκβιάζουν , να τρομοκρατούν

Στο τσακ  είμαστε να μας το πάρουν το σπίτι

Τώρα δεν έχει πλέον σημασία ας το πάρουν και ας το βάλουν  στον κώλο τους

-Και πως έμπλεξες με τις εισπρακτικές;  Απλώθηκες  με δάνεια πέρα από κει που έφτανε το πάπλωμα;

-Ούτε  καν. Παντρευτήκαμε. Βοήθεια δεν υπήρχε από πουθενά  όμως όταν παντρευτήκαμε  απ την δουλειά μου είχα καλό μισθό. Μετά ήρθε η κρίση και αυτό άλλαξε

όσο είχα καλό μισθό όμως  σκέφτηκα πως αντί να  είμαστε  στο νοίκι και να  γυρνάμε  σαν περιφερόμενοι Ιουδαίοι , καλό και συνετό δεν θα ήταν  να  πάρω ένα  μικρό διαμερισματάκι;

-Πόσο μικρό;

-75  τμ, πιο λίγα  θέλαμε αλλά  σκεφτόμασταν και για παιδί , οπότε

-Ναι σε πιάνω. Και τι έγινε;

-Η κρίση έγινε. Μειώθηκε ο μισθός , στο μαγαζί που  δούλευε η σύζυγος  βάλανε λουκέτο και οι δόσεις όμως τρέχανε

-Η γνωστή ιστορία

-Για να πληρώσεις την δόση  έκοβες απ την δεή, για να πληρώσεις τα χρωστούμε απ την δεή  έκοβες απ το αέριο, για να πληρώσεις απ το αέριο  ξαναέκοβες απ την δόση. Τελικά  βρέθηκα  να χρωστάω σε πολλούς πολλά

Στο σπίτι αρχίσαν οι γκρίνιες, η μιζέρια.

Ούτε καταλάβαμε πως  χάθηκε ο έρωτας

Δεν θέλει και πολύ. Ειδικά αν έχεις και δυο τρεις φίλες και τις βλέπεις να ναι  άνετες, στα γούστα, στα ταξίδια, στα  ψώνια . Γυναίκα ήταν και  στα μάτια της έβλεπε πως οι άλλοι, οι άλλες περνούσαν καλά παρά την κρίση  ενώ εμείς...πρώτη  μεγάλη  φασαρία έγινε  πάνω σε αυτό πριν  δυο χρόνια όταν μου είπε "σκατά τα έκανες" και "των φιλενάδων μου   τα σπιτικά γιατί δεν χρωστάνε  παντού;"

Εκεί το χάσαμε

-Έσπασε το γυαλί;

-Έσπασε το γυαλί. Αλλά επέμενα να το ξανακολήσσω

-Επειδή την αγαπούσες ή απλά εγωισμός;  Δεν ήθελες να παραδεχτείς την ήττα;

-Δεν ξέρω. ίσως ήταν και πρακτικό το ζήτημα.Πως να χωρίσεις; Το σπίτι, τα χρέη ήταν και των δυο  μας

Βάλτο και αυτό στην εξίσωση 

Μαλακία  ε; Να σκέφτεσαι έτσι ε;

-Σε κάνουν να σκέφτεσαι  έτσι. Αυτή; Σου ζήτησε  διαζύγιο;

-Παρόλο που  αποτυχημένο με ανέβαζε  άχρηστο με κατέβαζε όχι. Ούτε και αυτή έκανε λόγο για  διαζύγιο

-Και συνεχίζατε έτσι; Μέσα σε μια  τοξική κατάσταση;

-Σπάσανε  τα νεύρα μας από αυτό. Πήγαινα  στην δουλειά και πριν πάω έπαιρνα  δυο ηρεμιστικά

Όλα αυτά όμως μέχρι σήμερα το μεσημέρι

- Τι  έγινε;

-Έχασα τον έλεγχο , το μεσημέρι

-Πως έχασες τον έλεγχο; Την βάρεσες; Για αυτό σε κυνηγάνε; Την έστειλες νοσοκ...

-Την σκότωσα.Ξέφυγαν όλα  και  έβγαλα  αυτό το μαραφέτι και την πυροβόλησα

Ο  Γκας έφερε το χέρι του στο πιστόλι του αλλά η Μίνα του το  έπιασε

Ο Παυλάρας  έμεινε ακίνητος και  τον κοίταζε στα μάτια

-Μια  στιγμή ήταν. Μια στιγμή. 1 λεπτό πριν  και ένα λεπτό  μετά  δεν θα μου περνούσε απ το μυαλό  κάτι τέτοιο. Πως σκάτα... τι σκατά.  , φώναξε ο  Φώτης

-Φώτη; του πε ο  Παυλάρας,δεν  θέλω να σε κρίνω.  Καταλαβαίνεις τι έκανες ε; αλλά αυτή την στιγμή προσπαθώ να φέρω τον εαυτό μου στην θέση σου και να  δω τι σόι λύση μπορεί να υπάρχει;

-Ότι λύση και  να βρεις θα την φέρει πίσω; 

-Οχι, όχι. Έχεις δίκιο

-Πες το. Πες το στα ίσια λοιπόν

-Είσαι μαλάκας. Γαμημένος μπάσταρδος . Τι ; θα  φοβηθώ επειδή κρατάς   την βόμβα στα χέρια; Απασφαλισμένη;  Άστην να πέσει κάτω ρε μαλάκα. Έφαγες μια ζωή  ρε πούστη επειδή μπορούσεςΑυτή   δεν είναι  η αλήθεια;

Ο Φώτης  τον κοίταξε στα μάτια 

-Ναι

Ο Παυλάρας ηρέμησε ξανά τον τόνο της  φωνής του και μονολόγησε

-Σε κρίνω  αλλά  κανείς δεν ξέρει τι θα έκανε αν βρισκόταν στην θέση  σου

Στα λόγια όλοι  καλοί είμαστε

-Μόνο που  οι άλλοι δεν σκοτώσαν  την γυναίκα που  αγαπούσαν. Εγώ το έκανα

-Και τι σκέφτεσαι τώρα; 

-Τίποτα, είπε και κοίταξε την χειροβομβίδα, καταλαβαίνεις τι εννοώ όταν λέω τίποτα ε;

-Καταλαβαίνω. Ξέρεις μπορείς  να  πολεμήσεις  στο υπόλοιπο της ζωής σου να διορθώσεις το κακό που έκανες  βοηθώντας τον κόσμο

-Εδώ και τόσες ώρες  δεν με αντέχω 

-Ο καιρός  όλα τα γιατρεύει

-Δεν ξέρω  αν έχω το δικαίωμα να  χρησιμοποιήσω   τον χρόνο .     Είχα την ευκαιρία   το μεσημέρι. Αν  έβγαινα έξω μια  βόλτα, αν  έπαιρνα  πέντε ανάσες, αν αν αν, απ όλα τα αν επέλεξα το χειρότερο

-Πίστεψε με , ακούγεται παρτάλογο αλλά όλο  αυτό το κακό που έκανες  μπορείς να το κάνεις να  συμβάλλει  ώστε για  το υπόλοιπο της ζωής σου να  προσφέρεις καλό στον κόσμο

-Σε πόσες ώρες  ξημερώνει;ρώτησε ο  Φώτης  

-Σε 15 λεπτά, απάντησε ο  Αθηνόδωρος

Ο Φώτης κούνησε το κεφάλι και σηκώθηκε  πιάνοντας με το ελεύθερο χέρι του το πιστόλι του

Γύρισε και κοίταξε τον Αθηνόδωρο, μετά έστρεψε το βλέμμα  του  στην Μίνα

-Εσύ τραγουδάς εδώ  πέρα κοπελιά;

Η Μίνα  κούνησε το κεφάλι

-Θα μπορούσες να πεις ένα τελευταίο  τραγούδι για ένα σίχαμα σαν εμένα

Η Μίνα  το σκέφτηκε λίγο πριν  κουνήσει   το κεφάλι

Μετά κοίταξε τον Παυλάρα

-Είσαι καλός άνθρωπος  εσύ, ο κόσμος  χρειάζεται περισσότερους σαν εσένα και  λιγότερους σαν εμένα

Η  ορχήστρα έπαιζε  στην διαπασών καθώς ο  Φώτης περνούσε την πόρτα του Νικαράγουα.

Βάδιζε στον προαύλιο  χώρο με αργό το βήμα 

Οι αστυνομικοί  τον , ακόμη και ο Νικολάου με τον Βαγγελάκη  βγάζαν τα πιστόλια  τους και τον σημάδευαν

-Θα προλάβουμε να τον φάμε πριν έρθουν τα εκαμ, μουρμούρισε ο Νικολάου

-Υπολογίζω  άλλα  δέκα  βήματα να κάνει θα ναι  στην εμβέλεια μας, απάντησε ο Βαγγελάκης

Ο Φώτης έκανε  τρία βήματα και κοντοστάθηκε

Το χέρι που κρατούσε την χειρομβοβίδα ανασηκώθηκε λίγο και την άφησε να κυλήσει μέσα στην τσέπη απ την καμπαρντίνα  του ...


Μερικές στιγμές  αργότερα η Σούλα έτρεχε μέσα στο μαγαζί ενώ οι  αστυνομικοί  γύρω απ τα κομμάτια  που άφησε η έκρηξη της χειρομβοβίδας  μέσα στην τσέπη της καμπαρτίνας  του  Φώτη

Βρήκε τον Παυλάρα να κάθεται στο  τραπέζι  που τον άφησε και να κλαίει σαν μικρό παιδί

Οι  υπόλοιποι στέκονταν αμίλητοι 

-Τί έγινε; Τι συνέβη; ρώτησε η  Σούλα, αυτός τι έπαθε;

Την πλησίασε από πίσω ο Γκας και της είπε

-Προσπάθησε να μετατρέψει ένα κακό σε καλό και μόλις διαπίστωσε πως ήταν αδύνατο να συμβεί κάτι τέτοιο  κατέρρευσε

Μετά περπάτησε  ως το τραπέζι του Παυλάρα και κάθισε  δίπλα  του  ακουμπώντας το χέρι του  φιλικά στην πλάτη του

-Δεν φταις  εσύ Παυλάρα, δεν φταις εσύ για ότι έγινε

-Πάντα  φταίμε οι άνθρωποι  , είτε όταν βλέπουμε το στραβό και δεν μιλάμε , είτε όταν προσπαθούμε να  το διορθώσουμε αλλά  δεν προσπαθούμε  αρκετά Γκασάκο

-Κι αν  δεν προσπάθησες σήμερα εσύ όμως. Τέτοια χαμένη  μάχη κόντρα σε θεούς και  δαίμονες  , κυρίως σε  δαίμονες  κανείς  δεν θα την έδινε και συ το πάλεψες γενναία  ως το  τέλος

Είμαι περήφανος που  γνώρισα έναν  άνθρωποι σαν  εσένα και θα μουν ακόμη πιο περήφανος αν κάποτε με  θεωρούσε ένας  τέτοιος άνθρωπος  φίλο του

-Όλοι μας  είμαστε περήφανοι  που  σε γνωρίσαμε , έστω και αυτό το λίγο, είπε   η Μίνα

Ο Παυλάρας δεν μίλησε

-Έξω  ξημέρωσε, είπε ο Φίλης

Η  Σούλα  πλησίασε και έκατσε απέναντι του  στο τραπέζι. Πλάγισε μπροστά το σώμα της   και του είπε

-Αυτό σου λέγαμε το απόγευμα. Τέτοια  σκηνικά  συμβαίνουν εδώ. Ακόμη και για μας είναι σκληρά και δυσκολευόμαστε να τα διαχειριστούμε. Δεν ξέρω τι έγινε  εδώ μέσα όμως αυτούς τους ανθρώπους τους εμπιστεύομαι σαν την οικογένεια μου. Είναι η  φαμίλια μου  και αν λένε πως  είδαν  πολλά καλά  σε σένα τους πιστεύω

Ο Παυλάρας σήκωσε το κεφάλι του και την κοίταξε με κλαμένα  μάτια

-Θα μου δώσεις τον χώρο να  φτιάξω το κέντρο  λαϊκού πολιτισμού;

-Δεν μπορούμε να  αρνηθούμε  σε έναν άνθρωπο σαν εσένα  τίποτα, είπε ο Αθηνόδωρος , όμως εσύ με αυτά που είδες εδώ  επιμένεις να  έρθεις  να  εγκατασταθείς  δίπλα μας;

-Γιατί τι άλλαξε; όσο οι άνθρωποι κυνηγάμε  την επιβίωση , που καλώς την κυνηγάμε  γινόμαστε  θηράματα αόρατων εχθρων. Το κέρδος, το σύστημα,  το χρήμα ,δεν το είδατε πως κάνουν σκλάβους τους ανθρώπους. όχι σκλάβους μαριονέτες καλύτερα. Οι Σειρήνες της επιβίωσης οδηγήσαν  δυο ανθρώπους στην καταστροφή  δηλητηριάζοντας πρώτα  τον τρόπο  σκέψης και αντίδρασης του ενός  ή και των δύο ή και όλων μας 

Ναι θα  στήσω το κέντρο πολιτισμού  μέσα στο άντρο  της κακόφημης  νύχτας. Δεν έχει νόημα να το στήσω  σε μια  καθώς πρέπει  γειτονιά

Αρκεί νου μου δώσετε  το οκέη










Σχόλια