share

Sinner



Του χαν δώσει το  παρατσούκλι "Αμαρτωλός"  για αυτά που είχε κάνει και για αυτά που πιστεύαν πως θα  διαπράξει στο μέλλον

Αυτά σκεφτόταν καθώς βάδιζε με το πιστόλι στο χέρι μέσα στο σκοτεινό   βρώμικο υγρό στενό της πόλης

Πλησίασε την κοπέλα με το  μακρύ φουντωτό σχεδόν  άφρο μαλλί που στεκόταν ακίνητη   στο αδιέξοδο  στο τέρμα του στενού

Πίσω της ορθωνόταν ένας μικρός  τοίχος

Την κοίταξε...

Αυτή του χαμογέλασε...

Αυτός χωρίς να το σκεφτεί σήκωσε το πιστόλι του  και  σημάδευσε προς  το μέρος της

Δεν ολιγώρησε και πάτησε την σκανδάλη...η σφαίρα  βγήκε απ την κάννη και ταξίδεψε στον αέρα...

..."ταξίδεψε"...

΄όλα  στην ζωή είναι ένα  ταξίδι

για κάποιους είναι ένα ταξίδι  στην αμαρτία...

Πως ξεκίνησαν όλα

20 χρόνια πριν

Ο Μάρκος περιφερόταν με την μηχανή του μέσα στην νυχτερινή πόλη

Σταμάτησε   σε μια κεντρική πλατεία

Κατέβηκε απ την μηχανή και   περπάτησε μέσα σε αυτήν , ανάμεσα  στους περιθωριακούς νέους όπως αυτός. Πέρασε απ το πεζούλι που καθόταν ο Γιάννος.

Δεν σταμάτησε απλά με το βλέμμα  του έκανε νόημα και βάδισαν  κρατώντας μια απόσταση  ως τα  αρχαία. Εκεί  μακριά απ τα αδιάκριτα   βλέμματα   ξαπόστασαν  σε κάποιο  τοιχίο

Ο  Γιάννος  χαμογέλασε

-Παρανοϊκά τα μέτρα   προστασίας που παίρνεις ρε συ. Δεν κάνουμε δα και κάνα μεγάλο  έγκλημα. Παίρνεις το πακέτο και το πας  στην διεύθυνση  που θα σου δώσω

Το αφήνεις και σε 5 μέρες  με πληρώνουν και σε πληρώνω

Τόσο  απλό

-Το ξέρεις πως  δεν είναι και το πιο νόμιμο πράγμα που θα κάνουμε αυτό

-Ε και; 2000  έχουμε  ρε φίλε. Οι πάντες σπρώχνουν  κάτι

Μια  εξυπηρέτηση θα κάνουμε και θα  βγάλουμε   καλά  λεφτά

Και αυτό είναι μόνο η αρχή

-Ώπα , Γιάννο, ώπα. Ξηγήθηκα μια φορά  μόνο. Μια φορά μόνο θα κάνω την δουλειά. Πληρώνομαι και με ξεχνάς 

-Για να  σώσεις την  σχέση σου. Ναι , ναι , μου το είπες. Θα την σώσεις  νομίζεις με τα λεφτά; 

-Όχι απλά  χρειάζομαι  τα λεφτά για να την σώσω...έχω κάτι στο μυαλό μου

-Καλά, εσύ ξέρεις εμένα δεν μου πέφτει λόγος

-Το "πακέτο;"

Ο Γιάννος  το έβγαλε απ την τσέπη του και το έδωσε λέγοντας του

-Ξες πως  έχεις  κάνει καλό όνομα στην πλατεία και πολλές ξεροσταλιάζουν για πάρτυ  σου ε; Είναι  λίγο αμαρτία να χαραμίζεις τον καιρό με  το μπάζο και να στο παίζει και δύσκολη

Ο Μάρκος  χαμογέλασε

-Και τα μπάζα έχουν ψυχή

-Χαραμίζεσαι ρε φίλε

Ο Μάρκος δεν μίλησε , έκανε μεταβολή και  κίνησε να βγει απ την αρχαία  αγορά

Μερικά λεπτά  οδηγούσε   μέσα  στους νυχτερινούς δρόμους της πόλης με κατεύθυνση  στα δυτικά

Έφτασε  σε μια γειτονιά με χαμηλά  σπίτια  

Μια γειτονιά με φόντο  τα φουγάρα των εργοστασίων στο βάθος

Σταμάτησε την μηχανή του  στο προκαθορισμένο σημείο και περίμενε τον Χ

Αυτό το όνομα  δώσανε στον  τύπο που θα παρελάμβανε το  δεματάκι

Έλα όμως που ο Χ ήταν  αποσπασμένος μπάτσος στην ιντερπόλ που  δούλευε ως μυστικός στην υπόθεση για 5  χρόνια

Έλα όμως που ο  Γιάννος και ο Μάρκος  δεν γνώριζαν πως ο Χ  την προηγούμενη μέρα είχαν εξαρθρώσει τα  μεγάλα  κεφάλια και όλο το κύκλωμα. Παρ ΄όλα αυτά  θέλαν και τα  μικρά ψάρια, ακόμη και  αυτά σαν τον Γιάννο ακι τον Μάρκο που ήταν εντελώς  έξω  απ το νερό.

Απ το  απέναντι  πεζοδρόμιο εμφανίστηκε ο Χ και κίνησε προς το μέρος του Μάρκου

Ο Μάρκος τον  παρατηρούσε

Ο δρόμος ήταν έρημος  μέσα στα άγρια  μεσάνυχτα όμως αυτός ένιωθε σαν  να  βρισκόταν  ανάμεσα σε πολύ κόσμο

Και το περπάτημα  , το βάδισμα του Χ  είχε αυτό το "κάτι" που το χε δει πολλές φορές σε ασφαλήτες

Περίμενε μερικές  στιγμές ακόμη για να  σιγουρευτεί  πως  όντως έτσι ήταν  και δεν τον έπιασε κάποια τρελή παράνοια  και μανία  καταδίωξης

Ο Χ  τώρα βρισκόταν στην μέση του δρόμου και  απόμεναν μερικά ακόμη δευτερόλεπτα  μέχρι να  βρεθεί σε απόσταση αναπνοής

-Δεν γαμιούνται και τα λεφτά. Θα κερδίσω αλλιώς την κοντή, μονολόγησε ο Μάρκος και πήδηξε πάνω στην μηχανή

Πάτησε την μίζα   για να πάρει μπροστά όμως  αυτή τώρα  βρήκε να μην παίρνει  μπροστά

Ο Χ  δεν  πιάστηκε εξ απήνης. Η εμπειρία του ως 35 χρόνου απέναντι στις αντιδράσεις ενός 25 χρονου  του επέτρεψαν να  λειτουργήσει απολύτως  ορθολογικά

Έστρεψε  το  κεφάλι του προς τον γιακά του και  ψιθίρισε

"its  a go"

Ο Μάρκος  έκανε  την τρίτη του προσπάθεια να πάρει μπροστά η μίζα αλλά μάταια

Αναθεμάτισε την ώρα που αγόρασε μηχανή  χωρίς μανιβέλα

Μετά το "its a go"  του     X   ο  τόπος  άρχισε να γεμίζει από ένοπλους άντρες και γυναίκες.

Έλληνες και αλλοδαπούς που κρατούσαν  πιστόλια και  κοντόκανες στα χέρια, φέραν  ακουστικά στα  αυτιά και μικρόφωνα  στο στόμα και  βαδίζαν με  γρήγορο βήμα  σημαδεύοντας   τον  Μάρκο

"Τον έχουμε τον πούστη" , είπε ένας   ασφαλήτης απ το σύστημα ενδεπικοινωνίας

Και όντως τον είχαν  αν δεν συνέβαιναν μια  αλληλουχία από γεγονότα

    Ο Μάρκος αποφάσισε να κάνει μια τελευταία προσπάθεια  να διαφύγει.

Έσπρωξε την μηχανή του  με δύναμη προς το  δρόμο και απότομα με το  πόδι έβαλε δεύτερη  ταχύτητα...σκαστό που λέγαν οι  μηχανόβιοι

Την  ώρα που  κυλούσε την μηχανή στον δρόμο για να την βάλει μπροστά έφυγε η  διαταγή απ το σύστημα  ενδοεπικοινωνίας

"σταματήστε τον με κάθε  τρόπο" που σήμαινε "πυροβολήστε τον αν χρειαστεί"

Την ώρα  που έπαιρνε μπροστά η μηχανή  ο Μάρκος απ το πανικό του έκανε ένα λάθος με τον συμπλέκτη και το γκάζι και  αυτή  σηκώθηκε  σούζα

Ήταν η στιγμή που τα  δάχτυλα των διωκτών του αγγίζαν την σκανδάλη  για να του ρίξουν

Ο Χ  βρισκόταν ακριβώς μπροστά  στην πορεία της μηχανής 

Την ώρα που ο μπροστά  τροχός προσγειωνόντανε  απ το βάθος  ένα απ τα φουγάρα των εργοστασίων πέταξε μια πολύ μεγάλη  φλόγα που έμοιαζε με έκρηξη.

Αυτό έκανε  για  δευτερόλεπτα του  διώκτες του να θεωρήσουν πως δεχόταν  επίθεση και  σπεύσανε να  καλυφθούν

Σε αυτά τα  δυο δευτερόλεπτα  μέχρι να καταλάβουν τι συνέβη ο Μάρκος  χτυπούσε με την μηχανή του τον Χ και τον έριχνε στο έδαφος  νεκρό. Μαζί του χάνοντας τον έλεγχο του οχήματος  έπεσε και ο ίδιος όμως χωρίς να   σκεφτεί τον πόνο απ την  πτώση  σηκώθηκε καβάλησε  την μηχανή  που  δούλευε  ακόμη και  πιέζοντας το γκάζι  χάθηκε  μέσα στα στενά

Αυτή  ήταν ίσως  η πιο δύσκολη  νύχτα του

Χτυπημένος απ την πτώση στο πόδι   διαπίστωσε γρήγορα πως  οι δυτικές συνοικίες είχαν αποκλειστεί απ την αστυνομία  και ήταν πρακτικά αδύνατο να  βγει απ αυτές με την μηχανή του

"Ευτυχώς δεν έχω πινακίδα" σκέφτηκε την μια στιγμή αλλά  γρήγορα συνειδητοποιούσε πως οι μπάτσοι έιχαν  σήμα να  ψάξουν μια μηχανή χωρίς πινακίδες σε μια πόλη  που  γινόνταν πιο κυριλέ πλέον και   οι πάντες σχεδόν είχαν πινακίδες

Απ όπου και να επιχείρησε να  βρει διέξοδο συναντούσε περιπολικά  της αστυνομίας

Κατ  ουσίαν είχε  εγκλωβιστεί σε ένα μικρό οικοδομικό τετράγωνο

Οι μπάτσοι δεν το γνώριζαν όμως χτενίζαν την περιοχή και γρήγορα  σφίγγοντας τον κλοιό θα τον εντόπιζαν

Κοίταξε τριγύρω του  να  βρει μια λύση και  το μόνο που έβλεπε ήταν  σπίτια με αυλές και ένα  ερείπιο  που  είχε αναρτήσει κάποιος εργολάβος  ταμπέλα πως  επρόκειτο να ανεγερθεί "πολυτελής οικοδομή"

Αποφάσισε πως μόνη του ελπίδα ήταν να εισέλθει σ το ερείπιο  μαζί με την μηχανή του και να λουφάξει εκεί

Ήταν  τέτοια η κινητοποίηση της αστυνομίας όπου αναγκάστηκε να βγει απ το  ερείπιο  3 μέρες μετά



7

Εξαφάνιση

20 χρόνια δεν είναι λίγα  για να αλλάξουν έναν άνθρωπο

δεν είναι όμως και πολλά  για να ξεχάσει κάποιος  ποιος είναι , από που έρχεται και που πάει

Ο Μάρκος  γνώριζε πολύ καλά  από που έρχεται  αν και δεν ξέρει  που  βαδίζει

Η πόλη  του  έμοιαζε  αγνώριστη από εκείνο το  καλοκαίρι πριν  20 χρόνια

Εδώ η χώρα του και έμοιαζε σαν μια διαφορετική  χώρα με διαφορετικούς κατοίκους  από την εποχή  που άφηνε πίσω του

Σε αυτή την 20ετία  ήρθαν τα πάνω κάτω

Οι φτωχοί  γίνανε  φτωχότεροι, οι κάπως  φτωχοί παλεύαν  με νύχια και  δόντια  να μην  τους τα πάρει  το κράτος και οι πολυεθνικές τα πάντα,οι μικροαστοί  γίναν ακόμη πιο  σιχαμένοι  και πλούσιοι συνέχιζαν να  γίνονται πανίσχυροι

Βέβαια πολλοί πλούσιοι   καταστράφηκαν ή κατέληξαν στο χώμα μετά από   κάποιες αυτοκτονίες αλλά αυτό οφειλόταν στον  παράλληλο πόλεμο

Η μεγαλοαστική τάξη μαζί με τους πολιτικούς  διεξήγαγε μια  ανεηλεή μάχη κατά της κοινωνίας στο σύνολο της

Σε αυτή  την μάχη  δεν παρέλειπαν  να  χτυπιούνται και μεταξύ τους καταστρέφοντας   ο ένας τον άλλον με αποτέλεσμα   όσοι έμεναν  όρθιοι να  γίνονται ισχυρότεροι  αρπάζοντας την λεία  των ομοταξιτών τους που φεύγαν για τον άλλον κόσμο

-Το επίσης παράλογο  , έλεγε ο Στάμος  καθώς φεύγαν και οι τελευταίοι θαμώνες απ το καφενείο του, είναι πως οι μικροαστοί έχουν γίνει πολύ μαλάκες

Τους χτυπά  βάναυσα η αστυνομία και η μεγαλοαστική τάξη  και την ίδια στιγμή   αυτοί επηρεαζόμενοι απ την τηλεόραση , το θέαμα και τα   ακροδεξιά  σάητς   αποτελούν το μεγαλύτερο στήριγμα   των πλουσίων και κυματοθραύστη σε κάθε  κοινωνική αντίσταση

Ο Μάρκος  ήπιε μια  γουλιά ακόμη απ το κρασί του καθώς τον άκουγε

Ο Στάμος  συνέχιζε

-Πολλοί λένε πως ο κόσμος είναι σάπιος  στην χώρα. Δεν είναι έτσι

Οι μικροαστοί είναι  σάπιοι και είναι αρκετοί. όχι όμως περισσότεροι απ τους φτωχούς και τους κάπως  φτωχούς απλά έχουν  φωνή και πρόσβαση στον δημόσιο λόγο

Σκέψου  Μάρκο  σε μια εκπομπή με θέμα την αστυνομία και την τρομορκατία

Θα πάρει κάποιος φτωχός τηλέφωνο να πει " εμένα  οι τρομοκράτες  δεν βλάψανε ποτέ τα συμφέροντα μου"; Την επόμενη στιγμή θα τον χώσουν μέσα σαν τρομοκράτη.

Αλλά ένας μικροαστός θα πάρει  τηλέφωνο να πει "αγαπάμε την αστυνομία, αυτά  τα παιδιά που μας φυλάνε απ το έγκλημα"

Βλέπεις το να λες μαλακίες δεν έχει ποινικοποιηθεί ενώ το να λες την αλήθεια  είναι ποινικά κολάσιμο

Κάποιος που δεν θυμάμαι ποιος, νομίζω επαναστάτης ήταν , είχε πει " το να λες την αλήθεια  είναι πράξη επαναστατική"

-Εγώ να σου πω  Στάμο ώρες - ώρες νιώθω κουρασμένος. Σαν να θέλω να κλεισω τα μάτια μου

Με κούρασε το κυνήγι , οι προφυλάξεις και ότι συνεπάγεται  όλα αυτά τα χρόνια

-Εσύ καλά θα κάνεις να  βγάλεις αυτές τις σκέψεις απ το μυαλό σου.

Σκέψου σε αντίθεση με πολλούς εκεί έξω  δεν έχεις να χάσεις τίποτα  και αν το φιλοσοφήσεις  ούτως ή αλλως θα κλείσεις όπως όλοι  τα μάτια σου κάποια μέρα , οπότε γιατί να το κάνεις νωρίτερα απ όταν έρθει εκείνη η στιγμή;

Απ την άλλη πάλι μπορεί να σαι  και μοναδικός και να μην  τα κλείσεις  ποτέ 

-Λες να μαι χαηλάντερ;

-Δεν ξέρω μπορεί

Γελάσανε  αλλά ο Μάρκος αμέσως σοβάρεψε  το  βλέμμα  του

-Γιατί με  φώναξες απόψε;

-Έχουμε ένα πρόβλημα

-Η ομάδα σας;

Ο Στάμος κούνησε το κεφάλι του

-Βοηθάμε τον κόσμο αλλά αυτό  είναι   απ τις περιπτώσεις που δεν μπορούμε να  αναλάβουμε. Μόνο να  συνδράμουμε όπως μπορούμε

-Περί τίνος προκειται;

Ο Στάμος  κούνησε το κεφάλι του  και ξεκίνησε να του περιγράφει την συνέβη...


5 μέρες πριν

Στην πλατεία απέναντι απ το καφενείο του Στάμου είχαν  στηθεί δυο μεγάλα   καζάνια που βράζαν φασολάδα

Άποροι απ την γειτονιά και από  άλλες περιοχές  είχαν  προσέλθει όπως κάθε Κυριακή στην  πλατεία  για να λάβουν  μερίδες απ το λαικό συσσίτιο  που έστηνε ο  Στάμος και η ομάδα  του

Η οχλοβοή πλημμύριζε όλη την γειτονιά

Μια γυναίκα 45 ετών που κυκλοφορούσε με  ξεφτισμένα  φουστάνια  συνεχώς καθόταν μονάχη σε ένα  παγκάκι  

Είχε σκυφτό το κεφάλι της  

Ο Στάμος που μοίραζε τις μερίδες  την πρόσεχε για ώρες

Την ήξερε  φατσικά γιατί κάθε Κυριακή  ερχόταν  μαζί με το μικρό της αγοράκι  να  λάβουν μερίδες απ το  συσσίτιο

Ο Στάμος κάποια στιγμή  έψαξε με το  βλέμμα του την Κλαίρη, μια  22χσρόνη  κοπελιά με πανκ look

Την βρήκε να  συνομιλεί με  το αγόρι της λίγο παραπέρα κάνοντας διάλλειμα οι δυο τους  για τσιγάρο

-Κλάιρη; φώναξε

Η κοπελιά  γύρισε και τον κοίταξε. Του  έδειξε το τσιγάρο  υπονοόντας πως είχε ανάγκη από ένα  μικρό διαλλειματάκι

Ο Στάμος της απάντησε

-Πλήηζ , ανάγκη κάλυψε με  για  ένα τεταρτάκι

Η Κλαίρη πήρε  ένα ναζιάρικο  ύφος   σχεδόν παρακαλητό

Το αγόρι της  της έπιασε τον ώμο

-Κάτσε πάω εγώ 

Πλησίασε το πόστο του Στάμου

-Καλημέρα, είπε ο πανκ, είμαι ο Τζώρτζ

-Εμένα  με φωνάζουν όλοι Στάμο

-Χάρηκα

-Ρε συ αδερφέ  θέλω κάποιον να με καλύψει λίγο. Είναι ανάγκη

-Μάγειρας είμαι, απάντησε ο Τζώρτζ

-Έλα ρε

-Βασικά σπουδάζω. Ευκαιρία να κάνω την πρακτική μου, είπε  χαριτολογώντας

-Θα στο χρωστάω...έλα με την Κλαίρη βράδυ στον καφενέ μου, κερνάω  ρακόμελο 

-Θα έρθω

-Αλλά  θα  ψήσεις τους  μεζέδες, του πε   περιπαιχτικά ο Στάμος και γελάσανε

-Ντηλ

Ο Στάμος άφησε το  πόστο του στον  Τζώρτζ και κατευθύνθηκε  προς την 45χρόνη γυναίκα στο παγκάκι

-Καλημέρα, της είπε, να κάτσω;

Η γυναίκα   έκανε ένα  νόημα με το πρόσωπο της

Ο Στάμος έκατσε και την κοίταξε καλά

-Κλαίτε; 

Η γυναίκα δεν απάντησε. Δεν αντέδρασε

-Συγνώμης που ρωτάω μα τι συμβαίνει; Εδώ είμαστε για να βοηθάμε ο ένας τον άλλον Ευδοκία, έτσι δεν σας λένε ;  θυμάμαι καλά;

-Υπάρχουν πράγματα που  δεν μπορεί  να  βοηθήσει κανείς

-Αυτό να μην το ξαναπεις  Ευδοκία. Μα τι συμβαίνει. Ο μικρός σου που είναι; Ο Παυλής;  έτσι δεν τον λένε;

Η Ευδοκία στο άκουσμα του ονόματος του γιού της  ξέσπασε σε  λυγμούς


Ο Στάμος  γέμισε απ το καραφάκι  το ποτήρι του  Μάρκου ξανά και έβαλε   στο δικό του  λίγο ακόμη τσίπουρο

-Την κλέψανε το παιδί, κατάλαβες; του είπε

Το βλέμμα του Μάρκου σκοτείνιασε

-Πόσο καιρό έχει που έγινε αυτό;

-Μετράμε  μια βδομάδα.

-Και γιατί μου το λες τώρα;

-Περιμέναμε  μπας και βρεθεί, μπας και βγάλει καμιά άκρη απ την αστυνομία

Ο Μάρκος έκανε  έναν μορφασμό αποδοκιμασίας και μουρμούρισε

-Απ την αστυνομία

-Μπορεί να χε  χαθεί κάπου.  Η γυναίκα ενημέρωσε  όλες τις αρμόδιες  υπηρεσίες και  ξες πως παει

-Και;

-Δεν βρέθηκε τίποτα

-Υπάρχουν   υποψίες ποιος μπορεί να το άρπαξε;

-Δεν ξέρω

-Που το είδαν τελευταία φορά;

-Σπίτι της. Αναγκάστηκε να  αφήσει το πιτσιρίκι μόνο του  για να πάει να κανει ένα μεροκάματο  που έσκασε  εκτάκτως

-Μεροκάματο; Εκτάκτως;

-Στα 5 αστέρια το εστιατόριο το ξες;

-Στην Παλιά Πόλη; Ένα  κυριλάτο δεν είναι;

-Έκανε  την λάντζα εκεί.Μαύρα

-Μαύρα  φυσικά.

-Γύρισε  σπίτι στις 3 τα χαράματα και το παιδί έλλειπε

-Είναι πολύς ο καιρός  που  λείπει. Είσαι σίγουρος πως θα το βρούμε ζωντανό; 

-Μάρκο; Μπορούμε να το αφήσουμε έτσι χωρίς να το ψάξουμε;

Ο Μάρκος  κατέβασε μονορούφι μια γουλιά απ το κρασί του και κοίταξε ευθεία μπροστά  του στο "πουθενά¨" ενώ το βλέμμα του σκοτείνιασε

-Όχι δεν γίνεται να το αφήσουμε  χωρίς να προσπαθήσουμε, μετά γύρισε και κοίταξε τον Στάμο στα μάτια , αλλά  δεν υπάρχουν πολλές ελπίδες να  είναι στην ζωή το παιδί

-Αυτό δεν σημαίνει πως δεν θα προσπαθήσεις σαν να   θεωρούμε πως  ζει ακόμη , σωστά;



Την επόμενη μέρα το πρωί ο Στάμος με τον Μάρκο χτυπούσαν την πόρτα απ το διαμέρισμα  της Ευδοκίας

Η γυναίκα του άνοιγε και περνούσαν μέσα

Αφού καθίσαν  στο μικρό  σαλόνι ο Μάρκος έπιασε αμέσως την κουβέντα χωρίς περιστροφές

-Θέλω να μου πείς  Ευδοκία με τι κόσμο έχεις συναναστροφές;

-Με λίγο κόσμο

-Με τον πατέρα του Παυλή;

-Ο πατέρας του  δεν ζει εδώ και χρόνια

Άρα , σκέφτηκε ο  Μάρκος αποκλειόταν η αρπαγή του μικρού  απ τον σύζυγο

-Τι  είδους  σχέσεις έχεις με τους ανθρώπους που συναναστρέφεσαι;

-Έχω  δυο φίλες  απ τα παιδικά  μου χρόνια. Μένουν  εδώ παραδίπλα. Έρχονται μερικές φορές για καφέ  δηλαδή και τα λέμε

Αυτό είναι όλο και δυο  εφήμερες σχέσεις που είχα με  δυο  ανθρώπους που γνώρισα  αλλά δεν ευόδωσίν και  τελείωσαν γρήγορα

Ο Μάρκος κοίταξε τον  Στάμο και του είπε

-Έχουμε πολύ δουλειά

Ο Στάμος  στράφηκε στην Ευδοκία

-Ευδοκία ο Μάρκος θα σου κάνει μερικές ερωτήσεις για αυτούς τους ανθρώπους , είναι πολύ σημαντικό να του ανοιχτείς  ίσως κρύβεται κάτι  που εσύ  να μην μπορείς να δεις όμως ο Μάρκος

-Πρέπει να με εμπιστευτείς  Ευδοκία , της είπε ο Μάρκος

-Αν είναι να βρεθεί ο Παυλής μου, απάντησε η  Ευδοκία και βούρκωσε

Τις επόμενες δυο ώρες μιλούσε για τις φίλες της,  την κατάσταση στα σπίτια τους, τους συζύγους τους

Απ αυτά που άκουγε ο Μάρκος δεν προέκυπτε κάτι ύποπτο όπως ας πούμε  κάποια  σημαντικά  οικονομικά προβλήματα   που ενδεχομένως να ανάγκαζαν τις ίδιες ή τους άντρες τους να απαγάγουν τον μικρό

-Οι  σχέσεις μου τώρα. Ο ένας ο Δημήτρης  ήταν τοξικομανής

-Ήταν;

-Πέθανε πριν  δυο χρόνια. Ο άλλος ο Φαίδων είναι λογιστής

-Με τον Φαίδων πως διακόψατε;

-΄Έμαθα πως είναι παντρεμένος και ντράπηκα  για τον εαυτό μου πραγματικά

-Που  και πως γνωριστήκατε;

-Εγώ κάνω μερικά μεροκάματα στα 5 Αστέρια, το  εστιατόριο

-Ναι το γνωρίζω το μαγαζί

-Ο Φαίδων μεταξύ άλλων έχει  για πελάτη τους συνέταιρους που έχουν το μαγαζί

Ήρθε μια φορά  την ώρα που δούλευα και κάπως έτσι γνωριστήκαμε

Ο Μάρκος κοίταξε  φευγαλέα τον Σ΄ταμο και μετά την Ευδοκία

-Τι;  ρώτησε η γυναίκα , ο Φαίδων απαγωγέας;

-Γιατί το λες με αυτό το ύφος;

Η Ευδοκία έπιασε απ το  τραπέζι το κινητό της και  έδειξε μια φωτογραφία του  απ το  facebook

Ο Μάρκος με τον Σ΄ταμο είδαν  έναν κοντόχοντρο  τύπο με γυαλάκια και γλιμμένο  άλουστο μαλλί 

-Σού φαίνεται αυτός για..., πήγε να πει η  Ευδοκία αλλά την διέκοψε ο Μάρκος που σηκώθηκε ότθιος

-Μην σε ξεγελά ποτέ η εμφάνιση. Πρέπει να τον ψάξω λίγο τον τύπο

Εσύ Ευδοκία θα σε παρακαλούσα να ξεχάσεις πως έγινε αυτή η συνάντηση και να μηντ ην αναφέρεις ποτέ και πουθενά

Αν  έχω καλά νέα θα επικοινωνήσουμε ξάνα


Οι δυο τους βγήκαν έξω στον δρόμο και περπατούσαν

Ο Σταμος στην ουσία έτρεχε ξοπίσω απ τον Μάρκο

-Πραγματικά πιστεύεις αυτός ο μπούλης...

-Μικρά μάτια , μικρό στόμα

-Και αυτό τι σημαίνει; πως όποιος τα χει είναι εγκληματίας;

-όποιον  και όποια γνώρισα με αυτά τα χαρακτηριστικά  είχε μια σκοτεινή σαπίλα μέσα του

-και αυτό είναι λόγος να...

-για την ώρα είναι το μόνο στοιχείο που  έχουμε



Ο λογιστής

Για  μέρες ο Μάρκος παρακολουθούσε τον Φαίδωνα τον λογιστή χωρίς αποτέλεσμα

Το πρωί άνοιγε το γραφείο σ τις 8,30

Στις 9 ερχόταν μια κοπελίτσα υπάλληλος

Κατά τις 10 έκαμναν  παραγγελία  καφέ  που τους τον έφερνε ένας διανομέας

Δεν έδινε ποτέ   φιλοδώρημα στο μπουφάν και αυτές τις μέρες που ο Μάρκος είχε γίνει η σκιά του είχε κρύο και έβρεχε

Στις 12 έβγαινε , περπατούσε ως το ζαχαροπλαστείο της γωνίας και  αγόραζε κάποιο γλυκό

Στις 1  έκανε παραγγελία  σουβλάκια  και πάλι δεν έδινε  φιλοδώρημα στον διανομέα

Ο τύπος  συνεχώς έτρωγε.

Έτρωγε και δούλευε , δούλευε και έτρωγε.

Ο Μάρκος  απορούσε τι του βρήκε η Ευδοκία

Δεν την έλεγες και μοντέλο όμως  παρά τα 45 της χρόνια έδειχνε μια πολύ γλυκιά και γοητευτική  γυναίκα

"η μοναξιά είναι  κακός σύμβουλος" ,σκέφτηκε ο Μάρκος που όσο να πεις  κάτι είχε μάθει  από μοναξιά τα τελευταία 20 χρόνια 

Ένας απεριποίητος ελεύθερος επαγγελματίας, άξεστος και αυθάδης   προς τους  εργαζόμενους και απ τον τρόπο που κρυφοκοίταζε τον πισινό  της κατά πολύ νεότερης του  υπαλλήλου  ο Μάρκος  έκρινε πως ήταν και αλαζονικό καθίκι

"Δεν βγαίνει  άκρη έτσι" , μουρμούριζε όταν τον έβλεπε  να κλείνει το γραφείο κατά τις 4 το μεσημέρι

Μέχρι να πάει 5 η ώρα είχε φτάσει στο εστιατόριο 5Αστέρια και  συνάντησε τους  δυο συνέταιρους

Ο Μάρκος ήθελε να μπει μέσα  να ακούσει τι λέγανε όμως το εστιατόριο παραήταν πολυτελείας και το ντύσιμο του   με τα δερμάτινα μπουφάν και το στενό  μπλουτζήν παντελόνι  μόνο για  εκεί δεν ήταν

Πάρκαρε την μηχανή και  στήθηκε  σε μια γωνία κάτω από ένα  υπόστεγο και άναψε  τσιγάρο περιμένοντάς τον Φαίδωνα να  βγει απ το εστιατόριο

Αργούσε...αργούσε πολύ

Είχαν περάσει 3 ώρες και ο Φαίδωνας  ήταν ακόμη μέσα.

Ο Μάρκος αποφάσισε να  μπει στο εστιατόριο

Διέσχισε τον  δρόμο και  πλησίασε στην είσοδο

Διαπίστωσε πως παρά την συννεφιά τα φώτα του μαγαζιού ήταν κλειστά

Το  χέρι του άγγιξε το πόμολο της εξωτερικής πόρτας και  την έσπρωξε όμως δεν πρόλαβε να μπει μέσα γιατί αμέσως μπροστά του εμφανίστηκε ένα φαλακρό "βουνό" με  αρκούντος  βλοσυρό βλέμμα

-Λυπάμαι κύριε όμως το κατάστημα είναι κλειστό

-Μα...δεν καταλαβαίνω; Ο λόγος;


Όλα στραβά

Το "φαλακρό βουνό" περιεργάστηκε λίγο  την εμφάνιση και το  κάπως μακρύ μαλλί του Μάρκου και απάντησε μονολεκτικά

-Ανακαίνιση

-Ανακαίνιση, μονολόγησε ο Μάρκος και έκανε  μεταβολή όμως πριν  κλείσει το βουνό  την πόρτα ξαναγύρισε  προς το μέρος του και  του είπε, πες στα αφεντικά σου πως τα ξέρω όλα. Να  έρθουν σύντομα σε επαφή μαζί μου. Θα καταλάβουν αυτοί

Μετά ξαναέκανε μεταβολή και εξαφανίστηκε μέσα στο απέναντι στενάκι

Λίγα λεπτά  αργότερα παρακολουθούσε από απόσταση   τους δυο συνεταίρους και τον Φαίδωνα μαζί με το "βουνό"  να βγαίνουν έξαλλοι  απ το μαγαζί και να κατευθύνονται προς ένα πολυτελές  τζίπ

Ο ένας ο συνέταιρος  , γύρω στα 35  με μούσι έμοιαζε να  βρίζει τον Λογιστή που  έμοιαζε να χει χάσει την μιλιά του απ τον φόβο

Ο άλλος  συνέταιρος  γύρω στα 40 επίσης με μούσι προχωρούσε  ανέκφραστος...ίσως σκεφτικός   προς το αυτοκίνητο

Οι 4  τγους μπήκαν μέσα και ξεκίνησαν

Ο Μάρκος έβαλε μπροστά την μηχανή του ενώ παράλληλα έβγαζε το κινητό του και καλούσε τον Στάμο

Καθώς οδηγούσε κρατώντας αποστάσεις απ το τζιπ μιλούσε με τον Στάμο

-Τι γνωρίζουμε για αυτούς που έχουν τα 5 Αστέρια

-Γιώργος Λεφούσης και Αχιλλέας Μπάρτος

-Τι μέρος του λόγου είναι;

-Ο Λεφούσης είναι ο πιτσιρικάς, γόνος πλούσιας  οικογένειας που δεν ασχολήθηκε με τις μπίζνες του μπαμπά  θέλοντας να αποδείξει πως  είναι μάγκας και μπορεί μόνος  του

-Τα γνωστά Σαλονικιώτικα  κατάλαβα. Ο άλλος;

-Ο άλλος  είναι λίγο ακροδεξιός, λίγο φασιστάκος, έχει κάνει λίγο  φυλακή για  εκβιασμούς και πρέπει να  είναι και λίγο μαφιοζάκος

-Ναι  φοβηθήκαμε  τώρα

-Τέλος πάντων , θέλω να προσέχεις

-Προσέχω, τους  αναστάτωσα λίγο, θα σου πω

-Τι έκανες πάλι;

-Θα σου πω το βράδυ.

-Πρόσεχε

-Το παμε αυτό ρε Στάμο , κλείνω τώρα . Προσπάθησε να μάθεις κάτι παραπάνω για αυτούς


Το αμάξι απλά πήγε  τον Φίαδωνα  σπίτι του

Ο κοντόχοντρος  λογιστής  βγήκε  φοβιμσμένος  απ αυτό και ο Μπάρτος που καθόταν στην θέση του συνοδηγού  δίπλα στο βουνό που οδηγούσε του  είπε 

-Κανόνισε . Μην ξεμυτίσεις απ το σπίτι. Το πρωί θα  ρθει ο Άγης να σε παραλάβει να σε πάει στο γραφείο

-Λέτε να  μας  πήρε χαμπάρι η αστυνομία; ρώτησε  φοβισμένα ο Φαίδων και συμπλήρωσε, δεν θέλω να μπλέξω. Έχω οικογένεια , παιδιά

-Τι μου λες; ρώτησε  ειρωνικά ο Μπάρτος, όσο πληρωνόσουν αδρά   δεν σκεφτόσουν  το μπλέξιμο, τώρα που πήρες τα λεφτά  βάζεις μπροστά  την οικογένεια;

Κάνε όπως είπαμε  και δεν θα γίνει τίποτα

Λογικά  ο Σταμάτης  άφησε κάποιον παραπονεμένο και μας σπάνε τα αρχίδια

Θα  το χω διευθετήσει ως το πρωί

Ο Φάιδων κατευθύνθηκε προς την είσοδο της πολυκατοικίας του ενώ το  τζιπ  ξεκίνησε ππάλι

Ο Μάρκος αποφάσισε να  παρακολουθήσει το τζιπ


Το αμάξι  κατέβηκε στο κέντρο  της πόλης  και   σταμάτησε έξω από μια πάμπ 

ο Μπάρτος, ο Λεφούσης και το "βουνό" που άκουγε στο όνομα Άγης  μπήκαν μέσα

Ο Μάρκος σκέφτηκε να ακολουθήσει όμως  ο Άγης τον είχε δει  νωρίτερα και θα τον αναγνώριζε

Βλαστήμησε την τύχη του και τον Στάμο που τον έχωσε σε αυτή την ιστορία  χωρίς  έναν  συνεργάτη. όμως και που να  βρει τον συνεργάτη ο Στάμος; Μια ομάδα  ενεργών συνειδητοποιημένων πολιτών είχε   όχι κάποιον οργανισμό

Άναψε τσιγάρο στο  απέναντι πεζοδρόμιο   απ την παμπ και περίμενε

Από μπροστά του πέρασε μια κοπέλα με άφρο μαλλί  που νόμισε πως τον κοίταξε κάπως επίμονα

Όταν απομακρύνθηκε μονολόγησε

"πάει το χάνω. βλέπω παντού φαντάσματα"

Το κινητό του τηλέφωνο  χτύπησε

-Είναι  θέμα ισολογισμών, τόσο απλό, φώναξε ο Στάμος

-Μην με τρελαίνεις  ρε Στάμο , βρήκες τίποτα;

-Βρήκα. Το μαγαζί που χει ο φλωράκος με τον μαφιοζάκο δεν πάει καλά. Εδώ και δυο χρόνια μπαίνουν μέσα

-Με τόση πελατεία και τιμές φαρμακείο  και μπαίνει μέσα;

- Δεν είχες ποτέ μαγαζί για αυτό σκέφτεσαι τόσο απλοικά.

Ούτε οι  ακριβές τιμές , ούτε  η πολύ πελατεία   και η κατανάλωση  αρκούν  για να  επιβιώσει ένα μαγαζί

-Θες να μας πεις πως εσύ ως καφετζής παίζεις τον καπιταλισμό στα δάχτυλα  καλύτερα από έναν μαφιόζο  και έναν  γιο μεγιστάνα;

-Σοβαρέψου. Το μαγαζί τους  έχει τρελή χασούρα. Απορώ γιατί και πως το κρατάνε

-Θα χουν για αιμοδότη τον γέρο του  Λεφούση

-Και πάλι  η ψαλίδα είναι πολύ μεγάλη. Δεν υπάρχει λόγος να το κρατάν εκτός αν...

-Εκτός αν το χουν για  βιτρίνα

Ο Στάμος  έμεινε για λίγο σκεφτικός

-Και πάλι  αυτό Μάρκο δεν κολλάει με την υπόθεση του Παυλή. Το πολύ πολύ να ναι βιτρίνα για   κόκες πρέζες χάπια, ξέπλυμα  χρήματος. Εμείς φοβόμαστε πως  απήχθη ο μικρός είτε για εμπόριο οργάνων , είτε για  σεξουαλική κακοποίηση...τρέμω και που λέω  γαμώτο

-Θα κοιτάξω να μάθω περισσ΄..., ψέλλισε ο Μάρκος που γυρνώντας το κεφάλι είδε τον Άγη, τον Λεφούση και τον  Μπαρτά μαζί μέ έναν  ακόμη άντρα  να στέκονται μπροστά του

-Αυτός ήταν, είπε το Βουνό και τράβηξε το πιστόλι του και τον σημάδεψε

Ο Λεφούσης  γύρισε τον 4ο άντρα της παρέας και τον  ρώτησε

-Δικός σας είναι Σταμάτη;

-Σας μοιάζει αυτό  το ρεμάλι για μπάτσος ρε; φώναξε ο Σταμάτης και  αμέσως  και ο Μπάρτος έβγαλε το πιστόλι του και  το κάρφωσε στο μέτωπο  του Μάρκου

-Ποιος  είσαι ρε μπάσταρδε;  τον ρώτησε

Ο Μάρκος  θέλησε να  βρει κάτι να πει  να κερδίσει χρόνο όμως κόμπλαρε

Οι 4 τους  εμφανίστηκαν τόσο απρόσμενα  μπροστά του που τον πιάσαν τον ύπνο

-Όχι εδώ φώναξε ο Σταμάτης, πάω να  φέρω  το τζιπ 

Μερικές στιγμές αργότερα ο Μάρκος βρισκόταν δεμένος  στο  πορτ-μπαγκάζ του αυτοκινήτου  το οποίο  ανέβαινε τους φιδωτούς δρόμους   που  βγαζαν απ την Θεσσαλονίκη  στην  γεμάτη  επαύλεις περιοχή του Πανοράματος

Από εκεί κατευθύνθηκαν  μέσα από κάποιους χωματόδρομους  σε μια καλύβα  που βρισκόταν σε μια ερημική τοποθεσία  στους πρόποδες του όρους Χορτιάτη

Τον έβγαλαν απ το τζιπ , τον σύραν μεχρι την καλύβα και τον καθίσανεδ όπως ήταν δεμένος πισθάγκωνα σε μια ξύλινη καρέκλα

-Λοιπόν;  ρώτησε ο Λεφούσης  τι έχεις να πεις;

Ο Μάρκος κοίταξε τριγύρω του το μέρος και  απάντησε

-Παγωνιά έχει  εδώ μέσα

Ο Μπάρτος κοίταξε τον Άγη και αυτόν  απλά έριξε μια γερή  γροθιά στον Μάρκο

Μετά  ο  μαφιόζος τον πλησίασε και τον ρώτησε

-Ποιος είσαι μπάσταρδε;

-Ξέρω και γω ποιος είμαι  ή ποιος θα  θελα να μουν; απάντησε ειρωνικά ο Μάρκος, εσείς ποιοι είστε;

-Είναι  τα αφεντικά μου μπάσταρδε, του  φώναξε ο Άγης, πριν μερικές ώρες δεν μου  έδωσες ένα μήνυμα να τους το παραδώσω;

Ο Μάρκος δεν μίλησε

-Ποια όλα  γνωρίζεις τον ρώτησε  με ήρεμο και γλυκό ύφος ο Σταμάτης

-Τα πάντα βλάκα, απάντησε ο Μάρκος , και  ακόμη και αν πάθω κάτι εγώ  υπάρχουν και συνεργάτες μου

-Πάνω  σου δεν  βρήκαμε ούτε ταυτότητα , ούτε καν λεφτά. Μόνο  ένα κινητό

Γνωρίζεις πως μπορώ μέσα σε μισή ώρα να εντοπίσω  όλους σου τους συνεργάτες μέσω του κινητού

-Πως θα τους  εντοπίσεις; Μπάτσος είσαι;

Ο Σταμάτης τον κοίταξε απαξιωτικά και γέλασε 

-Μ΄΄αρέσει που λες πως τα ξέρεις και όλα. 

-Τα ξέρω και την έχετε άσχημα

-Λοιπόν άκου , αν είσαι συνάδελφος πες το τώρα και θα τα βρούμε ειδάλλως

-Ειδάλλως τι;

Εκείνη την ώρα μια σφαίρα  έσπαγε το τζάμια π την καλύβα και καρφωνόταν στο μέτωπο  του Σταμάτη που σωριαζόταν νεκρός

Ο Μπάρτος κοιτάχτηκαν με τον Άγη και πέσα κάτω ενώ ο Λεφούσης είχε σαστίσει

Μια  δεύτερη σφαίρα έξω απ την καλύβα  διέσχιζε τον αέρα και  καρφωνόταν στο κεφάλι  του  πλουσιόπαιδου  στέλνοντας το στον άλλο κόσμο

Ο Μπάρτος κοίταξε τον Άγη

-Στα λοκ δεν υπηρέτησες; τον ρώτησε

-Και με βεβαιότητα σας λέω κύριε Αχιλλέα  πως  μας έχει βάλει στο σημάδι ελεύθερος σκοπευτής

-Πρέπει να  βγουμε από δω μέσα

-Και αυτόν; τι θα τον κάνουμε; είπε το βουνό και έδειξε τον Μάρκο που απ την καρέκλα του τους κοιτούσε που χαν πέσει στο έδαφος

-Μοιάζεται λίγο  γελοίοι έτσι όπως σας βλέπω , τους είπε

Ο Μπάρτος  έβγαλε απ το  σακάκι το πιστόλι του και τον σημάδεψε

-Σε τρώω με την μία  μπάσταρδε και δεν θα το χω  τύψεις

-Καλά δεν ξαναμιλάω

   Ο μπάρτος φώναξε προς την μεριά του παραθύρου

-Ποιος είσαι;  Τι ζητάς; 

Σιωπή

Μερικά  λεπτά αργότερα είδε στο κινητό του να έρχετε ένα μήνυμα

"αν θέλετε να  βγείτε ζωντανοί πρέπει να μου απαντήσετε"

Ο Μπάρτος πληκτρολόγησε απαντώντας

"ποιος είσαι;"

"δεν μου απάντησες Μπάρτο, θες να βγεις ζωντανός απ την καλύβα;"

"κρατάω το φιλαράκι  σου , πριν φύγω θα τον πάρω μαζί μου  ρε πούστη"

"δεν  τον ξέρω καν   αυτόν. από  δω που μαι  έχω οπτική επαφή αν θες τον τρώω   και αυτόν"

"τι ζητάς"

"απαντήσεις"

"τι απαντήσεις;"

"που  πήγατε τον μικρό;"

    Ο Μπάρτος πέταξε μπροστά του το κινητό

Κοίταξε τριγύρω του  και παρατήρησε τα πτώματα του Σταμάτη και του Λεφούση

-Τι  σας γράφει κύριε Αχιλλέα;  ρώτησε ο Άγης

-    Θέλει να μάθει που τον έχουμε. Γαμώτο.Μια απλή  μπάζα υποτίθεται πως  θα ήταν και τώρα μπλέξαμε και  αν στραβώσει θα μας γαμήσουν  οι τοκογλύφοι

-Αν δεν του πούμε  δεν θα βγούμε ζωντανοί από εδώ

Ο Μπάρτος ξαναέπιασε το κινητό

"αν σου πω  τι μου διασφαλίζει πως θα βγω ζωντανός από εδώ;"

"τίποτα. πρέπει να με εμπιστευτείς"

¨αν σου πω  θα με  σκοτώσουν. το ξέρεις"

"αν δεν μου πεις  θα σε σκοτώσω, το ξέρεις"

Ο Μπάρτος δεν είχε τι να απαντήσει

Σε λίγο ήρθε και δεύτερο μήνυμα

"αν μου πεις  έχεις μια ευκαιρία να βγεις από εδώ και να τρέξεις μακριά απ τους τοκογλύφους"

το έδειξε στον  Άγη

-Τι λες;

-Ένα δίκιο το έχει

-Να το ρισκάρουμε;

-Νομίζω πως δεν έχουμε άλλη επιλογή κύριε Αχιλλέα

Ο Μπάρτος ξανάπιασε το κινητό του 

"ταξιδεύει  για Πολωνία"

"θέλω κάτι περισσότερο"

"με τρένο. σε δυο ώρες θα  επιβιβαστεί μαζί με έναν δικό μου άνθρωπο"

"Πολωνία; ποια πόλη;"

"Βαρσοβία"

"και κει;"

"θα τον παραλάβουν αυτοί  που τους τον πουλήσαμε. δεν θα τον πειράξουν απλά θα τον κρατήσουν για 48 ώρες "

"48 ώρες; "

"μέχρι να  χέσει αυτό που έχει μέσα  του τι δεν καταλαβαίνεις;"

"και μετά;"

"μετά ας τον κάνουν ότι θέλουν δεν σκοτιστήκαμε  για  το μετά όταν το στήναμε όλο αυτό"

"πως ξέρω πως μου λες την αλήθεια;"

"πρέπει να με εμπιστευτείς"

Εκείνη την στιγμή  η ξύλινη πόρτα απ την καλύβα έσπασε από μια κλωτσιά που προερχόταν από έξω

Μπροστά  στους δυο μαφιόζους που ήταν πεσμένοι στο έδαφος και τον Μάρκο που παρέμενε  δεμένος στην καρέκλα  εμφανίστηκε η κοπέλα με το άφρο μαλλί που είχε  δει νωρίτερα να περνάει μπροστά του έξω απ την παμπ

Κρατούσε  στα δυο της χέρια  δυο πιστόλια

Ο Μπάρτος  την κοιτούσε απορημένος

-Η σερβιτόρα που μάλωσατε πριν δυο μήνες κύριε Αχιλλέα μονολόγησε ο  Άγης

Ο Μπάρτος πήγε να σηκωθεί όμως  η  κοπέλα  έκανε ένα νόημα με το πιστόλι της και  του πε

-Μείνε εκεί που είσαι...και συ βλάκα, συμπλήρωσε απευθυνόμενη στον Άγη

-Η Ναταλία...,μονολόγησε ο Μπάρτος

-Σπρώξτε  τα πιστόλια  σας προς το μέρος μου, πρόσταξε η κοπέλα

Κανείς τους  δεν την υπάκουσε

Η Ναταλία ξεφύσηξε και έριξε μια  σφαίρα στο κεφάλι του Άγη

-Πρέπει να το ξαναπώ Αχιλλέα; 

Ο Μπάρτος φρίκαρε

Ποτέ δεν περίμενε  μια  απλή σερβιτόρα να  είχε προκαλέσει όλο αυτό το χάος

Συνήθως πίστευε πως  οι απλοί ΄'άοπλοι άνθρωποι  ήταν κάτι σαν σκλαβάκια  του, άλλωστε αν δεν  μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο δεν θα γινόταν ποτέ μαφιόζος

Θέλοντας και μη  έσπρωξε το πιστόλι του προς το μέρος της

-Υποσχέθηκες να με αφήσεις να φύγω, της είπε

-Και συ  όταν έπιανα  δουλειά  να μου κολλάς ένσημα

-Δεν θα τηρήσεις την υπόσχεση σου;

-Εσύ τήρησες την υπόσχεση σου;

Ο Μπάρτος νευρίασε και σηκώθηκε όρθιος και  άρχισε να φωνάζει

-Θέλεις   τώρα αυτή την στιγμή να σου κολλήσω  τα ένσημα; Προκάλεσες όλο αυτό το χάος  για μερικά  κωλοένσημα; Θα με  πυροβολήσεις για 50 ένσημα; 

Η Ναταλία  γέλασε

-Εσύ έχεις πυροβολήσει ανθρώπους  για  πολύ λιγότερα

-Ποια σκατά είσαι; Τι κρύβεται πίσω απ την μασκούλα της χαζούλας  σερβιτόρας που μας πουλούσες για μερικούς μήνες;

-Σάλτα και γαμήσου, του είπε και άδειασε  τους γεμιστήρες της στο σώμα του

Μετά με γρήγορες  κινήσεις τους αντικατέστησε και κάρφωσε τα όπλα  της στο με΄τωπο  του  δεμένου Μάρκου

-Εσύ πάλι  ποιος σκατά είσαι; τον ρώτησε

-Ένας σκατάς, μην δίνεις σημασία

-Δεν έχω πολύ  χρόνο.Σε μια ώρα πρέπει να οδηγήσω  το αμάξι μου στον σιδηροδρομικό σταθμό

-Δεν προλαβαίνεις. Αυτή η πόλη   τα τελευταία  15 -20 χρόνια  έχει μονίμως κίνηση....όλες τις ώρες της μέρας

-Για αυτό ξεκίνα να μιλάς

-Αν ήσουν σερβιτόρα  θα γνώριζες την Ευδοκία. Αυτή με έστειλε να  βρω τον γιο της

Πίστεψα πως  αυτοί εδώ οι τυπάδες μαζί με τον λογιστή τους πως στήσανε την  εξαφάνιση του παιδιού

-Μαλακίες μου λες. Δεν έχει  λεφτά η Ευδοκία να πληρώσει ντεντέκτιβ

-Δεν είμαι ντεντέκτιβ. Για την ακρίβεια  δεν ζήτησα λεφτά  για να  βοηθήσω

-Να πιστέψω εγώ τώρα πως υπάρχει κόσμος που παίζει το κεφάλι του    να  βοηθήσει άλλους ανθρώπους  δωρεάν; χωρίς αντάλλαγμα;

-Ναι, είπε επιτακτικά ο Μάρκος, αν γνωρίζεις κάτι για το παιδί μοιράσου το μαζί μου

Δεν με νοιάζει ποια είσαι, τι είσαι  και που σκατά έμαθες να  ρίχνεις σαν ελεύθερος σκοπευτής

Το μόνο που σου ζητώ είναι αν γνωρίζεις κάτι να μου το πεις και σου υπόσχομαι  όταν σωθεί το παιδί  θα  σε αφήσω να με φας...αυτό δεν θες;

Η Ναταλία  τον κοίταξε στα μάτια για μια στιγμή πριν του πει

-Αν σε εμπιστευτώ και με προδώσεις θα σε βασανίσω πολύ άγρια  για 5 μέρες πριν πεθάνεις

-Δίκαιο


Αγώνας με τον χρόνο


Το αμάξι της Ναταλίας  κατέβηκε  μες σχετική ευκολία τους φιδωτούς  δρόμους που οδηγούσαν απ τους πρόποδες του Χορτιάτη προς την πόλη της Θεσσαλονίκης

Όσο οδηγούσε η Ναταλία   ο Μάρκος  πήρε απ το κινητό του τηλέφωνο τον Στάμο

    -Πρέπει να  φτάσουμε στον σταθμό 

Το τραίνο φεύγει σε 20 λεπτά και μεις  είμαστε  ακόμη στο Πανόραμ

-Εγώ τι πρέπει να κάνω;

-Ίσως   να μάζευες  κόσμο;  Είστε ήδη μέσα στην πόλη εσείς και  θα μπορούσατε να φτάσετε νωρίτερα

-Μου ζητάς να τα βάλουμε με  ένοπλους μαφιόζους  Μάρκο;

-Ένας θα ναι και  θα  συνοδεύει τον  πιτσιρικά

-Ρε  μαλάκα  δεν είμαστε μαθημένοι  σε τέτοια; Ποτέ δεν αντιμετωπίσατε ενόπλους

-Και θα  αφήσουμε να  στείλουν τον μικρό στην Βαρσοβία; Οι Πολωνοί  όταν πάρουν αυτό που θέλουν απ τον μικρό  το πιο  λογικό θα ναι να τον σκοτώσουν αφού δεν θα τους είναι  πια  χρήσιμος

Ο  Στάμος  ξεφύδηξε  χωρίς να μιλήσει

-Στάμο;  Σε παρακαλώ. Σε λίγο μπαίνουμε στον κωλοπεριφερειακό. Στην στροφή Τριανδρίας  λογικά θα χει μποιτιλιάρισμα  όπως πάντα. 

Αν περιμένεις από εμάς ...θα αργήσουμε

Ο Στάμος δεν μιλούσε

Το βλέμμα  του στράφηκε στην  Ευδοκία  που καθόταν μόνη της σε ένα τραπέζι του καφενείου και  περιεργαζόταν το ποτήρι με το  τσίπουρο της

Ο Μάρκος έκανε μια τελευταία προσπάθεια

-Έχετε μαλώσει πολλές φορές στον δρόμο. Εσύ μου τα χεις πει. Έχεις αντιμετωπίσει μέχρι και  τσιράκι των ασφαλιτών που σου βγαλε  σουγιά. Το μόνο που θέλετε είναι μερικά παλούκια και να  σημαδέψετε και να χτυπήσετε  τον συνοδό με δύναμη στο κεφάλι

Ο Στάμος είδε την Ευδοκία με κλαμμένα  μάτια να  γυρνά το βλέμμα της προς το μέρος του και να τον  κοιτάει

-Κλείσε, είπε μονολεκτικά στον Μάρκο

Μετά  κατευθύνθηκε προς μερικά   τραπέζια και  ψιθίρισε κάτι σε μερικούς  θαμώνες γύρω στα 50

Αμέσως  σηκώθηκαν 5 μεσήλικες, άλλοι φαλακροί, άλλοι  μαλλιάδες με κοτσίδες, άλλοι με αρχές  φαλάκρας και χαίτη 

Βγήκαν έξω απ το μαγαζί και ανέβηκαν  στις μηχανές  τους

Η  Ευδοκία έτρεξε έξω απ το μαγαζί

Ο Στάμος  την κοίταξε καθώς μάρσαρε  να ζεστάνει την μοτοσυκλέτα του

-Πήγαινε μέσα Ευδοκία

Η γυναίκα  τον κοίταξε  με νόημα στα μάτια και του είπε

-Θα έρθω και γω.

Ο Στάμος κούνησε το κεφάλι  και η γυναίκα ανέβηκε στην μηχανή

5 μηχανές  μάρσαραν και σχεδόν συγχρονισμένα  βάλαν πρώτη  και ξεχύθηκαν  στους υγρούς δρόμους της πόλης

Στην άλλη  άκρη της πόλης  το αμάξι της Ναταλίας έκανε  ελιγμούς ανάμεσα στα  τρία  ρεύματα της περιφερειακής οδού προσπερνώντας αμάξια

-Μόλις μπούμε  Τριανδρίας  θα χει κίνηση, φώναξε ο Μάρκος και μετά  πρόσθεσε με ακόμη πιο  δυνατή  φωνή Γαμώτο

-Προσπαθώ να συγκεντρωθώ στην οδήγηση, μπορείς να μην φωνάζεις;

Αν είχαμε τουλάχιστον την μηχανή σου θα  φτάναμε στον σταθμό πιο  γρήγορα

-Δεν την έχουμε όμως...θα μπορούσαμε όμως... στρίψε  , στρίψε  , 

φώναξε καθώς το αμάξι πήγαινε  τόσο  γρήγορα που θα  προσπερνούσε τον κόμβο  Τριανδρίας

Η Ναταλία  φρέναρε απότομα , το αμάξι έκανε μια δυο κωλιές αλλά προσπέρασε τον κόμβο  κατά 100 μέτρα

Κοιτάχτηκαν

Η  κοπέλα  χωρίς να  χάσει χρόνο κοίταξε απ τον καθρέφτη της αν έρχεται κανείς για να κάνει όπισθεν, ερχόταν μια νταλίκα με  υπερβολική ταχύτητα. Έβαλε πρώτη   , πάτησε  τέρμα το γκάζι και έφυγε  ευθεία μπροστά, μετά  δευτέρα , συμπλέκταρε για λίγο  και  έκανε  αναστροφή μπαίνοντας στην τρίτη λωρίδα  για να αποφύγει την νταλίκα που ερχόταν με φόρα

Ο νταλικιέρης  που ήταν στην πρώτη λωρίδα   βλέποντας την  Ναταλία  να μπαίνει στην τρίτη  λωρίδα  έστριψε το τιμόνι  για να μπει και αυτός  και να πάει κατευθείαν  κατά πάνω της  μετωπικά

Αυτού του  είδους η  αψυχολόγητη κίνηση  φαινομενικά κίνηση είχε την εξήγηση της  στους δρόμους της Θεσσαλονίκης όπου οι περισσότεροι οδηγοί  δεν  έχουν αναπτύξει την οδηγική τους σκέψη  τόσο  ώστε να  προβλέπουν τι θα κάνει ο άλλος οδηγός στον δρόμο και υποσυνείδητα  τον μιμούνται  αναδεικνύοντας περισσότερο ανταγωνιστικά ένστικτα  τα οποία  υπερισχύουν αυτών της αυτο-συντήρησης  , επιβίωσης

Αφού μπήκες  στην τρίτη  λωρίδα  θα μπω και γω, έμοιαζε  να σκέφτεται ο οδηγός της νταλίκας πριν συνειδητοποιήσει πως  η οδηγός μπήκε στην τρίτη  λωρίδα  για να  αποφύγουν την μετωπική  σύγκρουση

Η Ναταλία πρόβλεψε και αντέδρασε  γρήγορα στην κίνηση του νταλικιέρη και έφερε το αμάξι της με έναν  ελιγμό λίγο πριν την πρόσκρουση  στην δεύτερη λωρίδα  ενώ ο Μάρκος άκρως εκδικητικά  περισσότερο  στην παιδεία, την συνείδηση και τον ανταγωνιστικό τρόπο σκέψης του νταλικέρη  τράβηξε  το πιστόλι και του έριξε  δυο φορές στα λάστιχα.

Ο νταλικιέρης έχασε τον έλεγχο και  η νταλίκα  "¨γύρισε" και  αναποδογύρισε

Ο Μάρκος γέλασε καθώς  η  Ναταλία έφθανε στον κόμβο και  φρένανρε  σπινιάροντας για να μπει σε  αυτόν

-Ήταν ανάγκη να του καταστρέψεις το όχημα; τον ρώτησεδ

-Αφού είναι  ρουφιανάκι  του Λά.ο.Σ.

-Πρώτον δεν υπάρχει πλέον  Λα.Ο.Σ. και δεύτερον εσύ εξυπνάκια που το ξες  πως είναι    φασίστας;

-Το κατάλαβα απ τον τρόπο που οδηγά. Εξάλλου ξες πολλούς  δικούς μας που να είναι νταλικιέρηδες;

Η Ναταλία  δεν μίλησε.

Κατηφόρισε   με  ταχύτητα   προς την  στροφή Τριανδρίας

-Όταν μπούμε  στην Αγίου Δημητρίου  κόψε  ταχύτητα και όταν σου πω  σταμάτα το μαάξι, της είπε ο Μάρκος

-Γιατι; Θα  σκοτώσεις κάναν περαστικό που θα  σου φανεί για φασίστας;

-Που ξέρεις ; μπορεί να γίνει και αυτό

Το αμάξι μπήκε στην Αγίου Δημητρίου  και στο  ύψος του Κατσάνειου  τους έπιασε  φανάρι.

Η Ναταλία  σκέφθηκε να το περάσει όμως ο Μάρκος είδε  ένα παπάκι να περιμένει  στο φανάρι

-Σταμάτα.

Η Ναταλία σταμάτησε το αμάξι.

Ο Μάρκος  βγήκε απ αυτό και της είπε να παρκάρει  στην άκρη

Μετά πλησίασε το παιδί  που ήταν πάνω στο μηχανάκι και του κάρφωσε στα πλευρά το πιστόλι του

-Αδερφέ μην διανοηθείς να βάλεις μπροστά θα σου ρίξω

-Τι κάνεις ρε φίλε, τώρα το αγόρασα και δούλευα  2 χρόν ια για να το πάρω

Ο Μάρκος κοίταξε το παπάκι ακι ήταν όντως καινούργιο και απ τα καλά μοντέλα

-Το 125 είναι; ρώτησε τον πιτσρικά

-Το 185

-Ναι αλλά εσύ λόογ ηλικίας έχεις  αν έχεις  δίπλωμα για 125

-Μπάτσος είσαι;

-Όχι , αδερφέ κοίτα. Θα σου δανειστώ το  παπάκι. Άκουσε μέ. Θα στο δανειστώ δεν στο κλέβω.

Αύριο θα αγοράσω 5 αλυσίδες και το δέσω κάπου  κεντρικά

Εσύ αύριο, όχι σήμερα, αύριο  θα  δηλώσεις την ληστεία και θα στο βρουν  σχετικά εύκολα

-Μαα...

-Άκουσε με αδερφέ. Στο παίρνω γιατί πρέπει να σώσουμε ένα παιδί

Ελπίζω να καταλαβαίνεις και να μην καλέσεις αμέσως τους μπάτσους

Δήλωσε την ληστεία αύριο το πρωί

Και τώρα κατέβα

Ο πιτσιρικάς  κοίταξε το αμάξι της Ναταλίας που το πάρκαρε στην άκρη

-Θα  μπορούσα να σας βρω απ τις πινακίδες του αμαξιού

-Κλεμμένο είναι, του πε η Ναταλία που πλησίαζε προς το μέρος του

Ο πιτσρικάς κατέβηκε απρόθυμα  απ το μηχανάκι

Ο Μάρκος  κοίταξε την Ναταλία και της είπε

-Δεν έχω λεφτά πάνω μου

Η κοπέλα έβγαλε ένα 50ευρω και το έδωσε στον πιτσιρικά

-Για το ταξί να πας σπίτι, του πε ο Μάρκος

Μετά  από νεκρά έβαλε πρώτη και  το παπάκι ξεχύθηκε στον δρόμο προς τον σταθμό

Δυο μηχανές της ομάδες  Δέλτα  πλησιάσανε στον πιτσιρικά εκείνη την ώρα

Του είπαν να σταματήσει 

Κατέβηκαν 4 αστυνομικοί απ τις μηχανές και  ζητήσαν αν του κάνουν έλεγχο ταυτότητας

Στο τέλος τον ρώτησαν

-'Ολα καλά;

-Γιατί να μην είναι;  τους απάντησε μην γνωρίζοντας αν έδωσε την σωστή απάντηση ή να πιάστηκε κορόιδο


Απ την άλλη πλευρά της πόλης πρώτοι  φτάνανε στον σταθμό  οι 5 μηχανές με τον Στάμο

Αμέσως πηδήξαν  απ αυτές και τρέξαν προς τις αποβάθρες των τρένων

-Ψάχνουμε για έναν  τύπο   δεν ξέρουμε ηλικία που συνοδεύει έναν πιτσιρικά, είπε στους δικούς  του

και ξεκίνησαν να   ψάχνουν μέσα στον κόσμο

Η  Ευδοκία έμεινε μαζί με τον  Στάμο και με το βλέμμα της σάρωνε  τον χώρο

Κάποια  στιγμή είδε μια γυναίκα   ψηλή να συνοδεύει τον Παυλή

-Παυλή;  φώναξε αυθόρμητα

Ο Στάμος μονολόγησε

-Γυναίκα τον συνοδεύει;

Η  γυναίκα  γύρισε   και κοίταξε προς το μέρος τους ενώ ο Παυλής έκανε  να   τρέξει προς την μητέρα του αλλά τον άρπαξε απ τον γιακά

Η  Ευδοκία έτρεξε προς το μέρος του και  ο  Στάμος   την ακολούθησε

Η γυναίκα με τον Παυλή  βρισκόταν  2 μέτρα απ  την  είσοδο του βαγονιού  

Με ψύχραιμες κινήσεις  η ψηλή  γυναίκα έβγαλε ένα πιστόλι και το κάρφωσε  στον αυχένα του παιδιού με τέτοιο τρόπο  ώστε να  φαίνεται μόνο  στην Ευδοκία και τον Στάμο

-Τα αφεντικά σου είναι νεκρά, της είπε ο Στάμος, τελειώσαν όλα

-Μείνετε εκεί που  είστε, τους απάντησε η ψηλή γυναίκα

-Δες, της είπε ο Στάμος, εμείς θέλουμε μόνο το παιδί, δώστο μας και μετά σήκω  φύγε. Δεν μας ενδιαφέρει να σε κυνηγήσουμε

-Αν  στο δώσω θα μαι νεκρή, τους απάντησε


Εκείνη την ώρα   έφτασαν στο σημείο και οι 4 φίλοι του Στάμου

Στάθηκαν δίπλα τους βγάζοντας τους σιδερολοστούς απ τα μπουφάν τους

-Κάντε κίνηση και ο μικρός  είναι νεκρός, είπε  με ψυχρότητα  η ψηλή γυναίκα

Ο Στάμος   βλαστήμησε από μέσα του  σκεπτόμενος 

"που σκατά είναι ο Μάρκος"

Η γυναίκα  πήρε τον μικρό που πλέον έκλαιγε και μπήκαν  μέσα στο βαγόνι

Η Ευδοκία έβαλε τα κλάμματα  και έκανε να μπει μέσα στο βαγόνι , ο Στάμος την συγκράτησε από  φόβο μήπως  η  ψηλή κάνει κακό στο πιαδί

-Φεύγουνε,  φώναζε η Ευδοκία

-Δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα, έλεγε ο Σταμος που την αγκάλιασε  για να την συγκρατήσει και να την παρηγορήσει, να   κινηθούμε  θα τον σκοτώσει, παναθέμα  τους

Το τραίνο  ξεκίνησε  για την μεγάλη  του διαδρομή  μέχρι  την  Πολωνία

Η ψηλή  γυναίκα  κατευθύνθηκε προς την κουκέτα  που είχε κλείσει.

Την άνοιξε και μπήκαν μέσα με τον μικρό 

Έκλεισε την πόρτα και άναψε το φως

Μπροστά της αντίκρισε τον Μάρκο με την Ναταλία  

Είδε το πιστόλι του Μάρκου να την σημαδεύει

-Αν  το χρησιμοποιήσεις εδώ μέσα μπορεί εμένα να με σκοτώσεις όμως   απ τον θόρυβο που θα κάνεις  θα σε μαγκώσουν 

-Έχεις δίκιο, της είπε η Ναταλία  και έβγαλε απ την τσέπη της ένα πιστόλι με σιγαστήρα, για αυτό θα  σε σκοτώσω  εγώ, είπε και της έριξε  δυο φορές. Μια  στην καρδιά και μια στο κεφάλι


Ο  Στάμος οι  4 σύντροφοι του και η Ευδοκία  βγαίναν απ τον σταθμό και ακτευθύνονταν προς τις μηχανές  τους

Βαδίζαν  αμίλητοι και απαρηγόρητοι

Πριν ανέβουν στις μηχανές  το κινητό του Στάμου χτύπησε

Το σήκωσε

Απ την άλλη άκρη της γραμμής  ήταν ο Μάρκος  μέσα σε κάτι ερημιές στην μέση του πουθενά

-Μπορείς  να κάνεις  το ταξί απόψε; τον ρώτησε

-Είσαι μαλάκας;

-Έτσι λένε. Μπορείς να κάνεις το ταξί;

-Παράτα με, μας πούλησες και δεν έχω όρεξη

-Καλά , αλλά να ξες πως είμαστε στην μέση του πουθενά κάπου μεταξύ Θεσσαλονίκης και Πλατύ , έχει παγωνιά και  ο μικρός  νυστάζει

-Ποιος μικρός;

-Για ποιον μικρό τρέχουμε  τόσες μέρες

Ο Στάμος ανέβηκε στην μηχανή και κοίταξε τους άλλους

-Τον πήραν ο Μάρκος με αυτή την  άγνωστη

Η Ευδοκία  τόλμησε να  λιποθυμήσει απ την χαρά της

-Είναι λέει κάπου μεταξύ  Θεσσαλονίκης και Πλατύ, ούτε οι ίδιοι δνε ξέρουν, πάμε να τους  ψάξουμε

-Που  σαι βλάκα, απ την άλλη άκρη  της γραμμής  ακούστηκε η φωνή του Μάρκου

-Άντε γαμήσου και λέγε τι θες

-Στείλε  σήμα στο μαγαζί σου  να μας ετοιμάσουν και τίποτα να  φάμε, πεθαίνουμε της πείνας

-Να φας σκατά αμαρτωλέ, να φας σκατά
































































































Σχόλια