7
όΚαθ
ταν στο τραπέζι του μονάχος παρέα με ένα μπουκάλι ουίσκι
Κοιτούσε στο βάθος την ορχήστρα στην πίστα
Βυθισμένος στις σκέψεις του και αυτό το βράδυ μέσα στο "Νικαράγουα"
Οι θαμώνες είχαν καταλάβει τις θέσεις τους
Τα γκαρσόνια είχαν οργανωθεί
Η ορχήστρα και οι τραγουδιστές και οι τραγουδίστριες έτοιμοι να βγάλουν και αυτή την νύχτα και αυτός πίσω- πίσω στο δικό του σκοτεινό μοναχικό τραπέζι του στον τοίχο
Έριξε απ το μπουκάλι του λίγο ακόμη ουίσκι στο ποτήρι και άναψε ένα ακόμη τσιγάρο
Σήκωσε το βλέμμα και είδε μπροστά του να ξεδιπλώνεται ακόμη μια νύχτα στο "Νικαράγουα"
Ψέμμα
Τα φώτα χαμήλωναν μέχρι να επικρατήσει το απόλυτο σκοτάδι
Μαζί με το σκότος έπεφτε και η απόλυτη ησυχία στο μαγαζί
Παράλληλά οι πρώτες νότες απ το συνθεσάηζερ "πλημμύριζαν" τον χώρο
Μετά έμπαινε ο ρυθμός με το μπάσο και τα ντραμς
Τα φώτα αναβόσβηναν φευγαλέα και με το πρώτο εισαγωγικό σόλο της κιθάρας η σκηνή φωτιζόταν
Κάθε βράδυ εδώ και χρόνια είχε ζητήσει να ξεκινά το πρόγραμμα με αυτό τον τρόπο...με αυτό το τραγούδι
Κάθε βράδυ τόσα χρόνια η Ζέτα έβγαινε πρώτη στην σκηνή και με την φωνή της έδινε το σύνθημα να ξεκινήσει η νύχτα στο "Νικαράγουα"
Και ο Λευτέρης πάντα στο ίδιο τραπέζι , κάθε βράδυ να βιώνει την στιγμή της ενάρξεως με δέος σαν να ναι η πρώτη φορά
Δυο κοστουμάτοι εισήλθαν στο μαγαζί. Πλησιάσαν τον αρχισερβιτόρο που όλοι αποκαλούσαν "Φάντομ"
Κάτι του ψιθύρισαν στο αυτί και εκείνος τους έδειξε το τραπέζι που καθόταν ο Λευτέρης
Οι κοστουμάτοι περπάτησαν προς το μέρος του και καθίσανε πάνω απ το τραπέζι του
-Είπαμε θα σας ειδοποιήσω εγώ, μουρμούρισε ο Λευτέρης που συνέχιζε να κοιτάει στην πίστα δίχως να στρέψει το βλέμμα του προς το μέρος τους
-Αυτό έγινε πριν από μέρες, απάντησε ο ένας απ τους κοστουμάτος, ο καιρός περνάει Λευτέρη
-Είπαμε ρε Νώντα, θα σας ειδοποιήσω εγώ
-Μέχρι τότε, είπε ο δεύτερος κοστουμάτος, ο Βασίλης που έσυρε την καρέκλα και έκατσε στο τραπέζι με τον αδερφό του να τον μιμείται, ο κόσμος βλέπει
-Τι βλέπει δηλαδή; ρώτησε ο Λευτέρη που τώρα έστρεψε το βλέμμα του στον Βασίλη και τον Νώντα που καθόταν απέναντι του
-Βλέπει και σχολιάζει, απάντησε ο Νώντας
-Ωραία, τι σχολιάζει; ρώτησε εκνευρισμένος ο Λευτέρης
-Τους αδερφούς Στόγκα να μην εισπράττουν, απάντησε ο Νώντας
-Είπα να περιμένετε
-Τι να περιμένουμε Λευτέρη; ρώτησε ο Βασίλης που έπαιρνε την κουβέντα πάνω του τώρα με τον Νώντα απλά να αγριοκοιτάζει τον ατάραχο Λευτέρη
-Θα σας ειδοποιήσω εγώ, μην λέμε συνέχεια τα ίδια
-Και ως τότε η πιάτσα θα σχολιάζει πως οι αδερφοί Στόγκα κάνουν χάρες στον Λευτέρη. Σε λίγο θα γίνεις κακό παράδειγμα και θα μπουν και στους άλλους ιδέες να μιμηθούν τα καμώματα σου.
-Έτσι πάει;
-Θα ξεκινήσουν και αυτοί να καθυστερούν αν πληρώνουν, θα βρει ευκαιρία και Μπαρτάς να μας βάλει χέρι στο κομμάτι μας
-Θα κάνει ο συναγωνιστής σας τέτοια ατιμία; ρώτησε ειρωνικά ο Λευτέρης και συνέχισε,παίζουν τέτοια αδερφικά μαχαιρώματα στον πατριωτικό χώρο;
-Άστα πολιτικά απ έξω Λευτέρη, δεν σε παίρνει
-Όλα είναι πολιτικά
-Όχι όταν μιλάμε για χρήμα και συ χρωστάς 2 μήνες
Και να πεις πως δεν τα βγάζεις; ρώτησε ο Βασίλης και κοίταξε τριγύρω του το γεμάτο μαγαζί, τα βγάζεις και ρολάρεις και με το παραπάνω
Δεν θα ναι κρίμα να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε από κακό παράδειγμα να σε κάνουμε καλό παράδειγμα;
Ο Λευτέρης γέλασε
-Τι θα κάνεις δηλαδή; Θα μου ανατινάξεις το μαγαζί; Θα ρισκάρεις να χάσεις τα λεφτά σου ή μήπως νοιάζεσαι τόσο για μένα που θα μου δώσεις ένα πάτημα να γυρίσω σπίτι μου; Να κοιμάμαι και να ξυπνάω σαν άνθρωπος;
-Δεν είναι ανάγκη να πάθει κάτι το μαγαζί, ψιθύρισε ο Νώντας με απειλητικό τόνο στην φωνή του, δεν τα χουμε με τις καρέκλες και την κάβα.
Ο Λευτέρης έγειρε προς το μέρος του
- Νώντα; όχι απειλές σε μένα. Έχεις τα κότσια; Κάντο
Ο Νώντας δεν απάντησε αλλά κάρφωσε το βλέμμα του πάνω του απειλητικά
-Τι με κοιτάς ρε μαλάκα; Θα σας φοβηθώ; φώναξε ο Λευτέρης, δυο τσουτσέκια είστε. Στην κρίση δουλεύατε σ το κρεοπωλείο του γέρου σας και παράλληλα την χωθήκατε με μέσο απ τον φασίστα τον νομάρχη και στο μεγάλο σούπερ μάρκετ
Η ανεργία βάραγε κόκκινο και σεις πιάσατε 4 θέσεις εργασίας στερώντας τες από άλλους
Χαφιεδόσκυλα
-Το τραβάς πολύ, απάντησε ανέκφραστα και ψυχρά ο Νώντας
Ο Λευτέρης άνοιξε τα μάτια του και με ύφος απάντησε
-Και δεν έχεις δει τίποτα ακόμη
Ο Νώντας πήγε να βάλει το χέρι στην τσέπη απ το σακάκι του και να τραβήξει το πιστόλι του όμως κάποια ζευγάρια χέρια του το άρπαξαν ενώ παράλληλά "κλειδώναν" και τον λαιμό του
Ο Βασίλης γύρισε και αντίκρισε τον "Φάντομ" με άλλους πέντε σερβιτόρους να βρίσκονται από πίσω τους
-Ήρεμα, αναφώνησε ο αρχισερβιτόρος κοιτώντας τον Βασίλη που στράφηκε τώρα προς τον Λευτέρη και τον κοίταξε στα μάτια
-Αυτό ήταν λοιπόν; Σου δώσε θάρρος ο Μπαρτάς για να μην την κάνεις;
-Δεν έχω ανάγκη ούτε εσάς , ούτε τον Μπαρτά
-Αυτό θα το δούμε, είπε ο Βασίλης και σηκώθηκε.
Οι σερβιτόροι χαλάρωσαν την πίεση στον Νώντα που σηκώθηκε και αυτός όρθιος και πριν αποχωρήσουν κοίταξε τριγύρω του το μαγαζί, μετά τον Λευτέρη και γέλασε ειρωνικά
Αμέσως μετά βάδισαν προς την έξοδο του μαγαζιού
Ο Φάντομ κοίταξε τον Λευτέρη
-Αφεντικό να κάτσω;
-Όχι
Ο Φάντομ τον παράκουσε και έκατσε στην καρέκλα
-Τι κάνουμε εδώ αφεντικό; Ξεκίνησες πόλεμο με τους Στόγκες;
-Παράτα με σου λέω.
-Γιατί; Υπάρχει λόγος; Θα μας τα διαλύσουν όλα
-Τίποτα δεν θα κάνουνε
-Αφεντικό αυτοί έχουν στρατούς από πίσω, εμείς τι έχουμε; Μερικά μπουζούκια, κιθάρες και μικρόφωνα
-Αυτοί έχουν στρατούς εμείς έχουμε μυαλό Φάντομ
-Και με το μυαλό θα απαντήσουμε στις σφαίρες τους;
-Με το μυαλό Φάντομ με το μυαλό
Ελεύθερη
Η πίστα πήρε φωτιά με την εμφάνιση της Μίνας
Η Μίνα ήταν το ν02 όνομα του μαγαζιού
Σέξυ, ψηλή , εντυπωσιακή και με πολύ καλή παρεμπιπτόντως φωνή
Τρία τραγούδια είπε για αρχή και μετά την κάλεσε ο Λευτέρης στο τραπέζι του
-Τι έγινε Λευτέρη μου; τον ρώτησε, δεν θες να πάω να κάνω κηδεία σήμερα;
-Κάτσε και μην μιλάς
-Τι συμβαίνει;
-Δεν συνέβει ακόμη αλλά θα συμβεί
-Είδα τους Στόγκες πριν...για αυτούς αναφέρεσαι;
- Για αυτούς. Ξεκινήσα πόλεμο μαζί τους
-Για ποιον λόγο ρε Λευτέρη; Εν μέσω σαιζόν κιόλας; Πιστεύεις μπορούμε να αντέξουμε να μας κλείσουν για μερικές μέρες;
-Ε δεν τους άντεχα ρε συ Μίνα. Κανέναν τους δεν αντέχω
Θα ματώνουμε εδώ μέσα να βγάλουμε δυο φράγκα για να τα δίνουμε στους ακροδεξιούς ντάβαδες; Τους Στόγκες, τον Μπαρτά και όποιον άλλον καριόλη;
-Ρε συ Λευτέρη; Μιλάς λες και χτες μπήκες στην νύχτα. Έτσι ήταν πάντα και έτσι θα ναι αυτά
-Θες να μου πεις πως γλιτώσαμε απ τους εργολάβους στο γιαπί για να μας τρώνε αυτά τα φλωράκια;
-Έχεις πλάτες; Γιατί αυτά τα φλωράκια όπως τους λες παίζουν με χοντρές πλάτες από πίσω και χουν και δικούς τους στρατούς
Εσύ τι έχεις; Εμένα , την Ζέτα, τον ντράμερ και τον Φάντομ
Μ αυτούς θα πας σε πόλεμο με τους Στόγκες;
-Μ αυτούς. Αν το θέλετε και σείς
-Κοίτα Λευτέρη
-Ξέρω ξέρω, θα με πεις πως εδώ ήρθατε για το μεροκάματο , νυχτοκάματο τέλος πάντων και γω σας ζητάω να μπλέξετε σε ξένα και επικίνδυνα χωράφια
-Ε ναι βρε Λευτέρη, εξάλλου εμείς δεν είμαστε και μαθημένοι σε τέτοια
-Θα τα πούμε μετά το πρόγραμμα πες τα παιδιά να μην φύγει κανείς. Θέλω να σας μιλήσω. Και μετά να σας πάω και για φαί
-Οι μισοί θα σου φύγουν να ξες
-Με τους μισούς που θα μείνουν θα μπορώ να κάνω δουλειά
-Με θες κάτι άλλο;
-Σε θέλω. Θέλω να προσέχεις
-Τι να προσέχω;
-Την ελευθερία σου
-Λευτέρη...
-Το ξέρω και το σέβομαι. Είσα η πιο ελεύθερη εδώ μέσα, η πιο ανυπότακτη, κάνεις όιτι γουστάρεις στην ζωή σου
-Η μάνα μου και η γειτονιά πουτανάκι με λένε
-Ωραία λοιπόν είσαι πουτανάκι. Με γεια με χαρά σου. Ξες πως μ αρέσουν και τα σέβομαι αυτά
-Μόνο που δεν γουστάρεις να τα μπλέξεις με κάποιο πουτανάκι ε;
-Άλλη κουβέντα αυτό
Εγώ θέλω να προσέχεις
Δεν θέλω να πληγωθείς
-Για να πληγωθείς πρέπει να νιώσεις, εγώ τι να νιώσω απ όλους τους μαλάκες εδώ μέσα, είπε και έδειξε με το χέρι της τον κόσμο, και τους υπόλοιπους μαλάκες εκεί έξω;
Παίρνω από δαύτους αυτό που θέλω , τους δίνω αυτό που θέλουν και μόλις βαρεθώ , καθαρά και μπεσαλίδικα τους χωρίζω
Το ξέρεις πως παρόλο που με λένε πουτανάκι δεν έχω κερατώσει ποτέ κανέναν μαλάκα;
Ο Λευτέρης κούνησε το κεφάλι του και άπλωσε το χέρι του και έπιασε τον καρπό της με την παλάμη του. Μετά η παλάμη γλίστρησε και έσφιξε την δική της
-Το ξέρω μάτια μου, όμως κάποια στιγμή, έρχεται κάποια στιγμή που ελεύθερης...πραγματικά ελεύθερες γυναίκες σαν εσένα δαγκώνουν την λαμαρίνα και πληγώνονται
Και οι άλλες όσο να πεις είναι μαθημένες σε αυτό, για σένα θα ναι η πρώτη φορά και η πρώτη φορά πονάει πολύ. Και μερικές φορές πονάει για πάντα
-Εσένα σε πονάει ακόμη;
Ο Λευτέρης ανακάθισε και άναψε τσιγάρο
Σούλα
Η Σούλα γεννήθηκε, μεγάλωσε και συνέχιζε την πορεία της μέσα στην νύχτα
Ζούσε μέσα στην νύχτα, ζούσε την νύχτα. Ζούσε για την νύχτα
Δεν ήταν τα φώτα, δεν ήταν το γεγονός πως αποτελούσε διαχρονικά το απόλυτο αστέρι στα στενά πλαίσια του "Νικαράγουα", δεν ήταν τα λεφτά που ακουμπούσαν οι πιο "φορτωμένοι" απ τους πελάτες
Ήταν η μουσική
Η συγκεκριμένη μουσική
Η Σούλα ένιωθε πως είναι η μουσική αυτή, πως δεν θα υπήρχε χωρίς την μουσική αυτή
Μετρούσε 40 χρόνια μέσα στα μαγαζιά αυτά
Από 10 χρονών
Η μητέρα της ήταν απλά μια πουτάνα
Τον πατέρα της δεν τον γνώρισε ποτέ
Προφανώς ήταν κάποιος που γάμησε για πλάκα την μάνα της και μετά εξαφανίστηκε
Η μάνα της την έσερνε μαζί της στα μαγαζιά απ τα 10 της, μη έχοντας που να την αφήσει
Την παρκαρε σε μια γωνιά του μαγαζιού και μέτα πήγαινε και καθόταν με τους πελάτες να βγάλει τα προς το ζειν
Πριν κατακρίνεται την μάνα της Σούλας σκεφτείτε πως πολλές καθώς πρέπει οικογένειες σήμερα "παρκάρουν" τα παιδιά τους σε διάφορες διμές υπό την δικαιολογία των "δραστηριοτήτων"
Σήμερα τα παιδιά περνάνε λιγότερο χρόνο με τους γονείς τους και περισσότερο στις "δραστηριότητες"
Τουλάχιστον η μάνα της Σούλας ήταν μάζι με την Σούλα και πάλευε για την επιβίωση τους
Η μικρούλα Σούλα παρατηρούσε όλο το βράδυ , για ατελείωτα βράδια τις ορχήστρες, τους καλλιτέχνες, τους τραγουδιστές
Δεν άργησε να εντρυφήσει στην λογική του ρυθμού, της νότας, της μελωδίας , της ίδιας της μουσικής
Θα μπορούσε κανείς να πει σήμερα στα 50 της πως η Σούλα ήταν ένα μουσικό θαύμα ίσως παγκόσμιας μοναδικότητας
Η μουσική από πολύ νωρίς είχε ποτίσει το κορμί και την ψυχή της
Μουσική και πόνος, πόνος και μουσική για αυτήν ήταν ένα πράγμα σε μια εντελώς βιωματική αμφίδρομη σχέση
Νότες ακόμη και τώρα στα 50 της δεν γνώριζε
Όταν ο σπουδαγμένος σε ωδεία μαέστρος Γιώργος τους έλεγε
"πάμε ένα από λα παιδιά" αυτή του έλεγε να μιλάει ελληνικά
Η Σούλα έβγαινε πριν τον Αθηνόδωτο τον τσιγγάνο που ήταν το νο1 στο Νικαράγουα.
Πάντα ξεκινούσε και έκλεινε με το "ένα τραγούδι" της Ρίτας
Πριν αρκετά χρόνια όταν ήταν μικρούλα ακόμη σε κάποιο μαγαζί κάπου στην επαρχία
Η μητέρα της έκανε κονσομανσιόν με δυο μεγαλοαγρότες
Ήταν άλλες εποχές. Τα πακέτα σε αυτούς που είχαν μέσον πέφταν υπό μορφή βροχής και αυτοί τα ξοδεύαν γιατί "μια ζωή την είχαν" και γιατί οι γυναίκες που ακανγκάζοταν να γίνουν πόρνες δεν ήταν σαν τις συζύγους τους, ήταν κάτι σαν ζώα που πασχίζαν να στήσουν την ζωή τους σε ένα υπόγειο διαμέρισμα 45 τμ κάπου στην μεγαλούπολη
Έτσι σαν ζώο γκαυλωτικό αντιμετωπίζανε και την μάνα της, μέχρι να την πηδήξουν και να την φτύσουν στα μούτρα μετά
Ένα βράδυ στράβωσε πολύ η φάση...σε κάποιο σκυλάδικο κάπου στην επαρχία
Η ορχήστρα έπαιζε το "ένα τραγούδι" όταν η μικρή Σούλα είδε τον ένα μεγαλοαγρότη να ξεκινά να χαστουκίζει την μάνα της και τον άλλον να τραβάει σουγιά και να την γεμίζει τρύπες στην κοιλιά
"Τους προσέβαλε τον αντρισμό " είπαν κάποιοι μετά...ξέχασαν να πουν πως πρώτα εκείνοι όπως οι πάντες στην ζωή της την προσέβαλλαν ως άνθρωπο
Η γυναίκα που η Σούλα ποτέ δεν έλεγε το όνομα της, σηκώθηκε όρθια πιάνοντας την ματωμένη κοιλιά της.
Παραπάτησε μέσα στο μαγαζί
Η μικρούλα από μια γωνία κοιτούσε
Η μάνα της ανέβηκε στην πίστα , κοίταξε κάτω και μετά σωριάστηκε νεκρή
Η Σούλα σε ηλικία 11 ετών ένιωσες κάτι να παγώνει μέσα της...για πάντα
Περπάτησε ως το πτώμα της μάνας της
Η μουσική είχε σταματήσει να παίζει
Ο κόσμος αναστατώθηκε
Οι ρουφιάνοι, γιατί ο κόσμος όλος είναι μόνο ρουφιάνοι, δεν θα μπορούσε να ήταν κάτι άλλο γιατί αν συνέβαινε αυτό τότε όλα θα ήταν πολύ διαφορετικά
Η μικρή έσκυψε για λίγο πάνω απ το πτώμα της μάνας της
Της μίλησε όμως κατάλαβε αμέσως πως πλέον δεν θα ξαναπάρει απαντήσεις από αυτήν
Ότι απαντήσεις θέλεις απ την ζωή να τις βρεις μόνη σου μικρή
Σηκώθηκε και ψέλλισε μπροστά στο μικρόφωνο
-Συνεχίστε την μουσική από κει που σταμάτησε
Κανείς δεν αντέδρασε
Η μικρή τώρα φώναξε επιτακτικά
-Κάντε το
Η μουσική ξεκίνησε και η μικρή ξεκίνησε να τραγουδάει το "ένα τραγούδι"
40 χρόνια κάθε νύχτα ξεκινούσε το πρόγραμμα της με αυτό το τραγούδι
και στο "Νικαράγουα" η νύχτα μετά το πρόγραμμα του Αθηνόδωρου έκλεινε με την ίδια να τραγουδάει το "dream on"
Ο πιτσιρικάς ο κιθαρίστας ο Στέλιος την είχε ψήσει να τις δίνουν με αυτό
Τρελοκομείο ροκάς ο Στέλιος , πετούσε τρελά σόλα και κοφτές μέσα στα ζεημπέκικα και τα βαριά σκυλάδικα του Αθηνόδωρου και της Σούλας με τον μπουζουξή μαέστρο που ταν και πτυχιούχος του ωδείου να τον σιγοντάρει στις τρέλες του
Κόλλησέ στην ιστορία και ο μπασίστας ο Σήφης και ο ντράμερ ο Σώτος και αν εξαιρούσες τον κιμπορντίστα τον "Χαλαρά" (έτσι τον φωνάζαν) είχε μιας 75% ροκ μπάντα που έπαιζε σκυλάδικα με έναν όμως απόλυτα ροκ τρόπο χωρίς όμως να χάνει η μουσική την αρχική της βάση και το πνεύμα της
Η Σούλα άνοιγε με το "ενα τραγούδι" και έκλεινε το μαγαζί με το "dream on": των aerosmith και όλοι αλλά κυρίως οι πελάτες το δεχόντουσαν παρόλο που δεν ξέραν γρι από aerosmith και hard rock
Συνέλευση
-Θα πάω σε πόλεμο με τους Στόγκες, τους είπε ο Λευτέρης καθισμένος πάνω σε ένα τραπέζι
Το μαγαζί είχε αδειάσει και όλοι είχαν συγκεντρωθεί για να τους μιλήσει
Παγώσαν
-Κατά πάσα πιθανότητα...με θέλουν νεκρό, οπότε αν δεν δεχθείτε να μπούμε σε αυτόν τον πόλεμο μαζί , μάλλον θα με βρείτε με καμιά σφαίρα σε ένα χαντάκι και θα συνεχίσετε την ζωή σας κανονικά
-Αν δεχθούμε και μπούμε και μεις στον πόλεμο; ρώτησε ο "Χαλαράς"
-Τότε το πιο πιθανό είναι να κάνουμε παρέα στο αφεντικό μέσα στο χαντάκι, απάντησε ο Γιώργος ο μαέστρος
-Τουλάχιστον δεν θα νιώθει μοναξιές ο άνθρωπος, απάντησε κυνικά και αδιάφορα ο Αθηνόδωρος
-Θέλω παιδιά να μαι ξεκάθαρος μαζί σας όπως προσπαθούσα να μαι πάντα
Ξέρετε πως δεν γουστάρω αυτό το "αφεντικό " που μου κοπανάτε συνέχεια όμως απ την άλλη είμαι και ντρέπομαι για αυτό
Κάνεις κάτι δικό σου για να ξεφύγεις απ τα αφεντικά και γίνεσαι εσύ αφεντικό, σκατά
- Και τι έκανες για να το αλλάξεις αυτό; ρώτησε η Σούλα
-Τίποτα. Θα κάνω όμως τώρα.
-Ανοίγοντας πόλεμο με τους νονούς; ρώτησε η Ζέτα
Ο Λευτέρης κούνησε το κεφάλι
-Ή θα τους γαμήσουμε ότι έχουν και δεν έχουν ή θα μας γαμήσουν μια και καλή
-Γουστάρω, αναφώνησε ο πιτσιρικάς ο Στέλιος
-Πριν αποφασίσεις σκέψου το καλά, τον προσγείωσε ο Λευτέρης, δεν είναι απαραίτητο αυτός ο πόλεμος να γίνει και δικός σου και ενδεχομένως θα χει και κόστος
-Για να υπάρχει κόστος σημαίνει πως στον αντίποδα μπορεί να υπάρξει και κέρδος , ποιο θα είναι αυτό ρώτησε η Μίνα
-Το κέρδος όλως σας θα ναι να γίνεται αφεντικά του "Νικαράγουα"
Κοιτάχτηκαν όλοι
-Το χε δουλέψει το μαγαζί, το αγαπάτε, το ζείτε κάθε μέρα...νύχτα δηλαδή. Ο Φιόγκος πέρσι σαν πρόσφερε τα διπλά, εγώ δεν είχα και δεν έχω να σας τα δώσω και όμως μείνατε εδώ
Κάποια στιγμή που χρώσταγα δεν είχα να σας πληρώσω και δουλέψατε μια βδομάδα κούτρα
-Μας τα έδωσε όμως το καλοκαίρι μετά,παρενέβη ο Γιώργος
-5 μήνες μετά, εσείς όμως είχατε να αντιμετωπίσετε την γκρίνια των δικών σας πως μια βδομάδα δεν μπηκαν λεφτά σπίτι σας.Νομίζατε ίσως πως έκανα την παλαβή με όλο αυτό;
Δεν έχει σημασία τι νομίζατε.
Τα έβαλα κάτω και κατέληξα πως το "¨Νικαράγουα" είναι δικό σας. Το κερδίσατε δεν σας το χαρφίζω
Με έναν όρο όμως
Τέρμα τα αφεντικά και οι υπάλληλοι
--Συνέταιρο ; ρώτησε ο Φάντομ
-Πες το και έτσι ...Φάντομ, όμως αυτό θα ναι ακόμη πιο δύσκολο απ το να σαι υπάλληλος. Θα μπορέσετε να συνεργαστείτε ; Θα μπορέσετε να βάλετε πίσω τα "θέλω"¨ σας και τα "εγώ" σας όταν θα πρέπει να μπει μπροστά το καλό του μαγαζιού και των υπολοίπων;
-Και πρέπει να πάμε σε πόλεμο με την μαφία για να γίνει συνεταιριστικό το μαγαζί; ρώτησε ο Σώτος, ο μπασίστας
-Έτσι όπως τα έβαλα κάτω και τα υπολόγισα εγώ πιστεύω πως δεν υπάρχει άλλος τρόπο
Ο μαέστρος περπάτησε λίγο πάνω κάτω πριν πάρει τον λόγο
-Δύσκολο το δίλλημα.
Θέλω να πω πως μέχρι τώρα είχαμε ένα μεροκαμάτο μέρα μπει, μέρα βγει είχαμε λίγα και σίγουρα
απ την άλλη τα λίγα δεν φτάνουν ούτε για "ζήτω"
Πως όμως να πας για κάτι πιο δίκαιο όταν ξες πως θα πρέπει να δώσεις μάχη;
Και οι μάχες έχουν μερικές φορές βαρύ τίμημα το οποίο πρέπει να πληρώσεις
Και το θέμα είναι πως αν έχεις οικογένεια από πίσω, μια γυναίκα, δυο παιδιά το τίμημα μπορεί να αφορά και αυτούς
-Όλοι πρέπει να τα ζυγίσουμε καλά και προσεκτικά, απάντησε η Σούλα αν και εγώ έχω ήδη αποφασίσει
-Και γω, απάντησε ο μαέστρος, νομίζω πως έχω αποφασίσει
-Χρόνια τώρα προκαλώ την τύχη μου. Έτσι είμαι, απάντησε η Σούλα, είμαι μέσα, πάμε να τους γαμήσουμε ή να σκοτωθούμε προσπαθώντας
Ο μαέστρος γέλασε
-Από μικρός περίμενα και ζούσα για την μεγάλη σύγκρουση και τώρα που ήρθε έχω να νοιαστώ και για άλλους
Μας λέγαν οι παλιοί στα κινήματα "για την μεγάλη πρόκληση" αλλά δεν φανταζόμουν ποτέ πως η πρόκληση θα αφορούσε ανθρώπους που αγαπάς
Και ξέρετε κάτι; Ποτέ δεν είπα όχι στις προκλήσεις
Πάμε να το κάνουμε
Χαμογέλασαν και οι υπόλοιποι και συμφωνήσαν
Ο Λευτέρης έσκασε και αυτός ένα χαμόγελο
Η πόρτα άνοιξε εκείνη την ώρα και εμφανίστηκε ο Γκας
Παγώσαν όλοι εκτός απ τον Λευτέρη
Τι δουλειά είχε ένας απ τους μπράβους των αδερφών Στόγκα μέσα στο μαγαζί εκείνη την ώρα;
Ο Στέλιος ο κιθαρίστας φόρτωσε και άρπαξε ένα μπουκάλι ουίσκι έτοιμος να τον κοπανήσει με αυτό
Ο Λευτέρης τον κοίταξε και του πε
-Ήρεμα
Ο Στέλιος απευθύνθηκε στον Γκας που πλησίαζε προς το μέρος τους με το πιστόλι του στο χέρι
-Πόση ώρα είσαι απ έξω και πόσα άκουσες;
-Πολύ ώρα Στέλιο και δεν τα άκουσα όλα, είπε και ακούμπησε το πιστόλι του στο τραπέζι μπροστά τους,αν είναι να πάτε σε πόλεμο με τους Στόγκες θα χρειαστείτε αυτόμ είπε και κοίταξε την Μίνα κλείνοντας της το μάτι
-Ο Γκάς και γω γνωριζόμαστε πολύ καιρό πριν πιάσει δουλειά στους Στόγκες
-Και αυτό τον κάνει έμπιστο; ρώτησε ο Μαέστρος
-Από μόνο του όχι. Απλά κάποτε ο Γκας πήρε πάνω του κάτι που έκανα εγώ και έμεινε 5 χρόνια στην φυλακή
Αν δεν καθόταν φυλακή για μένα δεν θα μπορούσα να φτιάξω το "Νικαράγουα"
Η αστυνομία περικύκλωσε την εξοχική κατοικία
Μέσα βρισκόταν ο Γκας και ο Λευτέρης
-Φύγε, πάρε το χρήμα και φύγε. Ακόμη δεν προλάβαν να καλύψουν την πίσω έξοδο. Νομίζουν πως από πίσω είναι γκρεμό, όμως έχει ένα μονοπάτι σαν χαραμάδα. Το παίρνεις και κατεβαίνεις στο ποτάμι, περνάς το ποτάμι, αν δεν σε παρασύρει και πνιγείς και είσαι πίσω απ το βουνό
Πάρε τα λεφτά και κάντην
-Και συ θα μέινεις πίσω;
-Το θέμα είναι εσύ να χτίσεις το όνειρο σου
-Και το δικό σου όνειρο;
-Απ ότι φαίνεται Λευτέρη έτσι όπως ήρθαν τα πράγματα δεν υπάρχει χώρος για δυο όνειρα. Ή ένας απ τους δυο μας θα χτίσει το όνειρο του ή θα μπαγλαρώσουν και τους δυο μας και θα νικήσει κάποιος μπασκίνας λαμβάνοντας προαγωγές , παράσημα και αυξήσεις μισθού
Ο Λευτέρης άρπαξε τον σάκο και τον έβαλε στα χέρια του Γκας
-Δίκιο έχεις Γκάς, πάρε τον σάκο και φύγε εσύ. Ας γίνει το δικό σου όνειρο πραγματικότητα
Ο Γκάς έσπρωξε ξανά τον σάκο στα χέρια του Λευτέρη
-Το δικό μου όνειρο έχει να κάνει με ένα μπαρ που θέλω να ναι δικό μου, είναι πιο εγωιστικό. Εσύ θες να χτίσεις κάτι που δεν ξανάγινε
μου μοιάζει πιο ωραίο
-Δεν μπορώ να σε αφήσω να χαντακώσεις την ζωή σου
-Και τι θες; να χαντακωθεί η ζωή και των δυο μας;
Πάρτα και φύγε
Ο Λευτέρης τον κοιτούσε αμίλητος
Ο Γκας είδε πως δεν έφευγε και σήκωσε το πιστόλι του και τον σημάδευσε
-Λευτέρη τρέχα. Χτίσε αυτό που θέλεις. Και αν ζήσω ίσως να βρεις μια θέση και για μένα εκεί
Ο Λευτέρης κοίταξε τον Γκας
-Σου είχα πει Γκας πως θα ερχόταν η μέρα που θα παιρνες την θέση σου εδώ μέσα, μετά κοίταξε τους υπόλοιπους και είπε, ο Γκας είναι στην ουσία ο άνθρωπος που έχτισε το "Νικαράγουα"
-Και ο Λευτέρης είναι ο άνθρωπος που απ την αρχή το έστησε σχεδιάζοντας για χρόνια το πέρασμα του στους ανθρώπους που το δουλεύουν, απάντησε ο Γκας
Η Μίνα πλησιάσε και έγειρε στο πλάι του και είπε με αγωνία και παράπονο
-Και συ θα σαι πάλι αυτός που θα πάρει όλο το φταίξιμο αν κάτι πάει στραβά;
Ο Γκας γέλασε και κοίταξε τους υπόλοιπους και κυρίως τον μαέστρο
-Ξέχασε να σας το πει πριν ο Λευτέρης. Αν το σχέδιο του στραβώσει ο μόνος που θα πληρώσει το τίμημα θα είμαι εγώ.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου