share

Νικαράγουα -κεφάλαιο 2

 

Για τα μάτια του κόσμου

Ο Στέλιος είχε δώσει μάχη για να περάσει τις ιδέες του στο μαγαζί

Μέχρι τότε  η κουλτούρα που επικρατου΄σε ήταν  μια φολκλορική άποψη για την μουσική του σκυλάδικου

Ο Στέλιος έσκασε με την κιθάρα  του και μαζί με τον  Μπασίστα τον Σήφη  ι ρλικις  τιυ ληταν συνοδευτικός δηλαδή να κρατάνε και να δίνουνε τον ρυθμό μαζί με τα ντραμς του Σώτου

Ο Στέλιος προσπάθησε να περάσει μια πιο ροκ, σοουλ φανκ αντίληψη σε  αρκετά κομμάτια, όπου το έκρινε  σκόπιμο

Ο μαέστρος ο Γιώργος  τον  επέπληττε  λέγοντας του πως δεν θα αρέσει στον κόσμο

-Αν κάτι  είναι ωραίο και δένει αρμονικά   πάντα αρέσει στον κόσμο μαέστρο

-Τι λες βρε  αλλοπαρμένε; Εδώ μεθύστακες, γκομενιάρηδες και  σαπάκια έρχονται

Οι μουσικές μάχες είχαν φουντώσει και κρατούσαν  για καιρό 

Μέχρι και απ τον Λευτέρη  ζητήσαν  να παρέμβει

Αυτός  κοίταξε μια τον Στέλιο και μια τον  μαέστρο πριν μιλήσει

Αρχικά στράφηκε στον μαέστρο

-Βρήκες τον δάσκαλο  σου με τον πιτσιρικά  ε; 

Μετά στράφηκε στον Στέλιο

-Μπόμπιρα ή γνώμη μου στο μουσικό δεν μετράει. ότι πει ο μαέστρος

-Ο μαέστρος λέει όχι

-Ε τότε πείσε τον

Ο Μαέστρος   πετάχτηκε όρθιος σχεδόν κλαίγοντας

-Τι;  τι;  Μα αφού είπα όχι  τι του λες να με πεισει;

-ΓΙατί βρε Γιώργη; Αν καταφέρει και  σε  πείσει κακό είναι;

Εσύ  άλλωστε είσαι αριστερός και ανοιχτόμυαλος  άνθρωπος  γιατί  κλωτσάς;

Τα χρόνια περάσαν και ο Στέλιος  κατάφερε να  συμβιβάσει τις ιδέες του  με  α;υτές του μαέστρου

Τώρα  παίζανε το  "για τα μάτια του κόσμου" και ο Αθηνόδωρος  ο τσιγγάνος, ο αδιαμφισβήτητος βασιλιάς της πίστας  στο ¨"Νικαράγουα"¨ πλημμύριζε με την παρουσία και μόνο  την πίστα ντρυμένος  με ένα  κοστούμι  με  φωσφοριζέ  φο- χρυσές πέτρες

Το κομμάτι έμπαινε με εισαγωγή του πληκτρά του Χαλαρά

Αμέσως μετά έμπαινε σε  lead  ρόλο το μπουζούκι του μαέστρου και από πίσω κρατώντας τον ρυθμό σταθερά και κοφτά ο Στέλιος με τον Σήφη.

Ο Στέλιος  είχε  βάλει  hard  rock παραμόρφωση στην κιθάρα αλλά  είχε  χαμηλώσει την ένταση ώστε να μην   δημιουργεί  βαβούρα, ενώ οι Σήφης είχε προσαρμόσει το μπάσο  σε μια παραμόρφωση που θύμιζε το μπάσο του steve  harris των iron maiden  στον  δίσκο seventh  son  of a seventh  son

Ο  κόσμος από κάτω ξεσηκώθηκε

Ο Στέλιος με ένα  τσιγάρο στο στόμα και ο Σήφης με ένα τσιγάρο στο χέρι που κρατούσε  την πένα  χωμένο ανάμεσα στα δάχτυλα κουνούσαν  το σώμα  τους πάνω στον   ρυθμό γουστάρωντας τρελά

Όταν οι πρώτοι στίχοι βγήκαν απ το στόμα του Αθηνόδωρου  οι πάντες ανατρίχιασαν

Εκείνη την στιγμή μουσικοί,  τραγουδιστής,  γκαρσόνια, κοινό  νιώθανε το ίδιο πράγμα

Η μουσική έτσι όπως  την προσαρμόσανε  στο "Νικαράγουα" έμοιαζε με  ηλεκτρικό ρεύμα που χτυπούσε  εξ ίσου αυτούς που την παρήγαγαν και αυτούς που την απολαμβάναν

Ενδιάμεσα στα κουπλέ ο Στέλιος πέταγε  κάποιο σύντομο σόλο παίζοντας παράλληλα με το τρέμολο  της κιθάρας  ή  έσερνε την πένα του πάνω στις χορδές

Ο μαέστρος    έκανε  τα πάντα με το μπουζούκι του, έπαιζε τα lead μέρη του κυρίως ειπείν τραγουδιού ενώ  ανά στιγμές αυτοσχεδίαζε  είτε  πάνω σε ανατολίτικες   κλίμακες , είτε   σε τζάζ

Ο Λευτέρης  καθόταν στυην γνωστή του θέση και απολάμβανε   την στιγμή

-Για αυτές  τις στιγμές  κλέψαμε τότε την τράπεζα Ζέτα, είπε  στην  τραγουδίστρια και ερωμένη του

Η Ζέτα τον αγκάλιασε και έγειρε το κεφάλι της στο δικό του

-Σε αγαπώ

-Και γω Ζέτα...και γω

Ο Αθηνόδωρος  συνέχιζε να  τραγουδά και να προσκυνά τον κόσμο που τον προσκυνούσε

Ένας  βασιλιάς   ήταν που  συνάμα  προσπαθούσε να υπηρετεί αυτούς που τον ανάδειξαν σε  τέτοιον

Τα μάτια  του πάντοτε  δάκρυζαν σε αυτό το τραγούδι

Το ένιωθε όσο ίσως τίποτα άλλο

-Γιατί κλαίει  ο Αθηνόδωρος όποτε  τραγουδά  αυτό το τραγούδι; ρώτησε η Δήμητρα η μπαργούμαν τον  Φάντομ

-Μεγάλη ιστορία

-Έχω χρόνο αν θες να μου την πεις

-Ακούς τους στίχους;

-Ναι, το ξέρω το τραγούδι, τόσες φορές  που  το χει πει   έχω μάθει  απ έξω τους στίχους

-Αυτό που λένε οι στίχοι, ο Αθηνόδωρος το χει ζήσει...πριν πολλά χρόνια

Η Δήμητρα κούνησε το κεφάλι  

-Κατάλαβα, αδερφάκι όλοι εδώ μέσα   τελικά κάποιον σταυρό  σέρνουμε 

-Εγώ είμαι Φάντομ δεν σέρνω  τίποτα, είπε και τις χαμογέλασε πονηρά

-Εσύ αγόρι  σέρνεις απλώς...μονίμως

-Μόνο  για μία, της απάντησε κοιτώντας την στα μάτια

-Αυτή  η μία έχει τα δικά της μωρέ Φαντομάκο  τα ξες

-Τα ξέρω, της είπε και της έπιασε  το χέρι, όμως  όταν κάποιος νιώθει πραγματικά μπορεί και να περιμένει

Η  Δήμητρα τον κοίταξε προσπαθώντας να χαμογελάσει ενώ από μέσα της βούρκωνε

-Είσαι σίγουρος; Πως   θες δίπλα σου κάποια στιγμή μια γυναίκα μεγαλύτερη σου  με ένα κουτσούβελο  αλλουνού και τσακισμένη  σωματικά και ψυχικά;

-Φτάνει, απάντησε ο  Φάντομ, να μην  κόψεις ποτέ  αυτο το μακρύ ξανθό μαλλί και αυτή την υπέροχη  φράντζα

Η 35χρόνη Δήμητρα κοιτούσε  στα μάτια έτοιμη να κλάψει τον 22χρόνο Φάντομ

-Πρέπει να συνέλθω για να ζήσω και αυτό ίσως να μην γίνει ποτέ , του είπε

-Θα γίνει Δήμητρα

Η Δήμητρα  κοίταξε  χαμηλά χαμογελώντας

-Η ελπίδα  των νέων κλασσικά

-Άκουσε με; Κοίτα με. Θα γίνει όπως στο λέω

-Κι  αν δεν γίνει Φάντομ; Τι  θα κάνεις;  Θα χεις χάσει τόσο καιρό περιμένοντας με;

-Θα περιμένω  μέχρι να   το ξεπεράσεις

-Σου  γίνομαι  βάρος δεν το καταλαβαίνεις;

-Ξες Δήμητρα  αν δεν θες να  χουμε μια σχέση όπως την έχουμε αναπτύξει   τέλος πάντων μπορείς να μου το πεις  ευθέως. θα το σεβαστώ. Θα σε σεβαστώ

Καταλαβαίνω πως είσαι  επιφυλακτική με τους άντρες αφού μέχρι σήμερα μόνο μαλάκες  γνώριζες, όμως πίστεψε με  δεν με λένε τυχαία  Φάντομ

Θα σεβαστώ τα πάντα  σου

Θες να  σταματήσουμε; Γίνομαι φορτικός; Θεωρείς πως δεν είμαι αυτό που ψάχνεις; Είναι πολυ λογικό να  πιστεύεις κάτι τέτοιο

-Τρελός είσαι; Είσαι  ότι έψαχνα από παιδάκι μόνο που ή μοίρα φρόντισε να μην είμαστε στη ηλικία την σωστή ή τέλος πάντως αυτό που ο κόσμος θεωρεί  σωστό

-Τότε ματάκια μου μην μου λες κάθε τόσο πως "μου γίνεσαι  βάρος " και τα ρέστα

Άντρας είμαι και όταν ακούω τέτοια νιώθω πως... δεν με θες

Η  Δήμητρα έφερε το χέρι της στο στόμα  του

-Σταμάτα...αύριο το  πρωί  υποσχέθηκα στον μικρό να πάμε  στο πάρκο. Κερνάω  καφέ στο χέρι θα έρθεις;

-Το ρωτάς ; Θέλω να  δω και τον μικρό

-Και αυτός όλο ρωτάει που είσαι;



UNDERCOVER GANGSTER


Οι αδερφοί Στόγκα μπήκαν στην παμπ

Καθίσανε κάπου απόμερα

Μαζί τους ήταν και ο Γκας

-Που ναι ο  Σταηκούρας;  ρώτησε  κοιτώντας τριγύρω ο Βασίλης

-Θα  ρθει , μάλλον πρέπει να ναι μέσα στο γραφείο του, απάντησε ο Γκας, τα κανόνισα όπως μου είπες Βασίλη

-Μπράβο ρε Γκας

Ο νώντας κοίταξε τον  Γκας  και  τον ρώτησε

-Πόσο καιρό  δουλεύεις για εμάς;

-Δεν θα είναι δέκα  χρόνια; απάντησε ο Γκας

-Δέκα χρόνια. Πολύς καιρός...11  είναι  για την ακρίβεια  Γκας

-Ήταν τόσο γεμάτα χρόνια που  δεν είχα καιρό για μέτρημα αφεντικό, απάντησε ο  Γκας

Ο Νώντας  γέλασε και κοίταξε τον αδερφό του τον Βαίλη

-Και δεν είχαμε καλύτερο   σωστά Βασίλη

Ο Βασίλης έγνευσε  καταφατικά

-Έχεις μετρήσει πόσους  έχεις δείρει για εμάς Γκας;

-Νώντα  τώρα αυτά θα λέμε, είπε κοιτώντας μήπως ακούσει  τυχαία καμιά σερβιτόρα

-Γιατί θα  φοβηθούμε κανέναν. Άσε  τους δαρμένους, αυτό το κάνει ο οποιοσδήποτε. Πόσους έχεις  στείλει  στον αγύριστο Γκας; Τους έχεις μετρήσει;

-Νώντα, θα καρφωθούμε

-Έλα  μωρε λέγε. Πόσοι ήταν;

-27

-27, επανέλαβε ο Νώντας, σκότωσες 27 άτομα σε 11 χρόνια και η 17 Νοέμβρη παίζει να σκότωσε λιγότερους μέχρι να την πιάσουν σε περισσότερα χρόνια

Είσαι θρύλος ρε

-Να αλλάξουμε  όμως κουβέντα,  επανέλαβε ο Γκάς

-Γιατί ρε; τι έγινε ντρέπεσαι  ή  φοβάσαι;

-Νώντα, είπε και τον κοίταξε στα μάτια, πήγα μόνο μια φορά  φυλακή. Πάντα  φυλάω μια σφαίρα για το μυαλό μου. Μέσα δεν ξαναπάω

Θες να με ξαποστείλεις πριν την ώρα μου αδερφέ;

Ο  Νώντας γέλασε

Ο Βασίλης παρενέβη

-Καλά σου λέει το παιδί  ρε συ. Ας αλλάξουμε κουβέντα

-Ας αλλάξουμε κουβέντα. Θέλω να σε ρωτήσω κάτι άλλο Γκας , να μου πεις μέχρι να ρθει ο Σταηκούρας

-Ότι θες Νώντα

-Τόσα χρόνια, 11 σωστά; 11. Ποτέ δεν μας είπες  ποιος ήταν ο συνεργός σου  στην ληστεία που σε πιάσανε

-    Ένα όνομα είναι Νώντα, ένα όνομα. Άσχετος και άγνωστος στο συνάφι μας

Αυτός πρόλαβε και την έκανε στο εξωτερικό και έχασα τα ίχνη  του

-Ναι ε; Εσύ να ΄χασεις τα ίχνη κάποιου; Θυμάσαι  Βασίλη τον Μπέκο; Που μας είχε φάει  λεφτά και νόμισε πως  αν  κρυφτεί στην Ρουμανία  δεν θα τον βρούμε;

-Η πρώτη  δουλειά που ανέλαβε για εμάς ο Γκας

-Η πρώτη του  δουλειά ναι, μονολόγησε ο Νώντας

-Αυτή τη στιγμή αν έχουν  φυτέψει οι μπάτσοι μικρόφωνα   στο μαγαζί απλά με έχετε γαμήσει, είπε ο Γκας, τι σκατά πάθατε;

-Στο μαγαζί του Σταηκούρα  μικρόφωνα οι μπάτσοι; ρώτησε  γελώντας ο Νώντας, για ποιον λόγο; Ο τύπος προσφέρει 15 χρόνια τζάμπα μουνίσ την αστυνομία, χωρίς αυτόν οι μπάτσοι θα ταν ακόμη παρθένοι ρε  είπε και γελάσανε, τους έχεις για μαλάκες να  βάλουν τα χέρια τους και να  βγάλουν τα μάτια  τους;

Πετάχτηκε ο Βα΄σιλης και έδιξε με τρόπο προς το μπαρ

-Την βλέπεις εκείνη ; ρώτησε

-Ποια την γριά ; ρώτησε ο Νώντας

-Ναι ρε, η Αμάντα,. λένε πως έχει πάει με πάνω  από 100 μπάτσους

-Έλα ρε, είπε ο Νώντας και σκάσανε  στα γέλια

Μετά κοίταξε τον Γκάς και ρώτησε

-Γιατί δεν τον έψαξες; Τόσα χρόνια  γιατί δεν τον έψαξες; Να σου  δώσει τουλάχιστον το μερίδιο σου

Ο Γκας ξεφύσηξε

-Όταν βγήκα πριν  έρθω  σε επαφή με εσάς έκανα ένα ταξίδι. Ουρουγουάη. Ήμουν στα ίχνη του αλλά όταν τον βρήκα   ήταν ξεκοιλιασμένος και φυσικά το χρήμα  είχε γίνει καπνός

-Δηλαδή μπήκες μέσα για το τίποτα

-Τώρα είμαι έξω , προτιμώ να σκέφτομαι το τώρα ...για να μην τρελαθώ

Ο Νώντας έγειρε και τον χτύπησε στον ώμο

-Στο τώρα λοιπόν, σου χουμε μια  καλή δουλειά

Ο Γκας  κούνησε το κεφάλι

-Είπα ποτέ όχι;

-Δύσκολη. Θα στείλεις ένα καλό κεφάλι της νύχτας  στον βαρκάρη να τον περάσει απέναντι

-Όνομα;

-Όταν έρθει η ώρα

Εκείνη την  ώρφα ένας κουτσός περπάτησε ως το τραπέζι  τους

-Που σαι ρε Σταηκούρα;  φώναξε ο Νώντας και σηκώθηκε και τον αγκάλιασε

-Έτσι κάνει ο κόσμος  ρε παλιόφιλε; ρώτησε ο ιδιοκτήτης της παμπ, που εξαφανιστήκατε;

-Δουλειές, απάντησε ο Βασίλης, ποτέ δεν τελειώνουν

Ο  Σταηκούρας έκατσε  σε μια καρέκλα

-Μου πε ο Γκας με θέλετε  για κάτι σοβαρό. Τι συμβαίνει;

Ο Βασίλης έκανε νόημα και ο Γκας σηκώθηκε και βγήκε έξω απ το μαγαζί

Μετά κοίταξε ο Νώντας στα μάτια τον  Σταηκούρα

-Σου χω ένα  δωράκι. Θες  να χρωστάς χάρες στους  αδερφούς Στόγκα;

-Εξαρτάται το δώρο

-Θα χηρέψει σε λίγο καιρό  μια θέση σε ένα μαγαζί

-Μπουζούκια;

-Μπουζούκια. Είσαι;

-Να το πάρω;

-Δικό σου

-Πόσο;

-Δεν στο πουλάμε, στο δίνουμε. Εσύ θα  καταβάλλεις μόνο την προστασία

-Ναι ε;

-Δωράκι, στο είπα

--Και να μου το πουλούσες   θα  το παιρνα, γιατί μου το δίνεις έτσι;

-Θέλω να περάσω ένα μήνυμα  στην πιάτσα. όταν  χηρέψει η θέση και πάρεις το μαγαζί θα καταλάβεις γιατί το κάνω

Ο  Σταηκούρας κοίταξε τον Βασίλη

-Συμφωνείται και οι δύο παιδιά σε αυτό;

-Πάντα συμφωνούμε και οι δύο, είπε ο Βασίλης

-Τότε έχουμε συμφωνία, αναφώνησε ο Σταηκούρας και άπλωσε το χέρι

 Η συμφωνία  σφραγίστηκε  με  χειραψίες μεταξύ τους

-Αμάντα;  φώναξε ο Σταηκούρας και της έκανε νόημα να φέρει ποτα, μετά κοίταξε τους  αδερφούς  ΄Στόγκα, θα πιούμε για το καλό ε;

-Και για  τα καλύτερα  που  θα ακολουθήσουν , συμπλήρωσε ο Βασίλης

-Το παιδί το άλλο που είναι;  αναρωτήθηκε ο Σταηκούρας

-Ποιον λές;  ρώτησε ο Νώντας

-Τον Γκας ρε, πετάχτηκε ο Βασίλης, τον ξεχάσαμε έξω

-Να τον φωνάξουμε; ρώτησε ο Σταηκούρας

-Άστον λίγο   στο κρύο, είπε ο Νώντας, να στρώσει χαρακτήρα και γελάσαν


Αθηνόδωρος  show

Τα μάτια του Φάντομ  πετάξαν  φωτιές

Το πρόγραμμα  είχε  ήδη ξεκινήσει και η Ζέτα είχε  ζεστάνει με την παρουσία της  επί σκηνής  ήδη το κοινό που πλέον ήταν έτοιμο να υποδεχθεί  το μεγάλο όνομα της πόλης, τον Αθηνόδωρο

Έξω απ το  μαγαζί  πάρκαρε  η γνωστή πανάκριβη   μερσεντές

-Ο Καστοριανός, ψιθύρισε και  συνέχισε, συνήθως   ειδοποιεί  πριν έρθει. 

-Τι θα κάνουμε ;  τον ρώτησε ο Φίλης ένας απ τους σερβιτόρους και φίλος του Φάντομ

-Τρέξτε  γρήγορά μπροστά και   αδειάστε ένα τραπέζι εγώ πάω να τον υποδεχθώ, είπε και έκανε μερικά βήματα   προς την είσοδο όμως κοντοστάθηκε και γύρισε  πίσω, σ αυτούς που θα σηκώσεται απο μπροστά   κεράστε τους μια μπουκάλα, έτσι;

-Μείνε  ήσυχος  Φάντομ

Ο Φίλης έκανε νόημα σε άλλα  δυο παιδιά  και τρέξανε  στα μπροστά τραπέζια

Κοντοσταθήκαν  στο καλύτερο μπροστινό  τραπέζι

-Με συγχωρείτε όμως πρέπει να σας  μεταφέρουμε, τους είπε 

Ο μεγαλοαγρότης με την παρέα του  και τις  συζύγους  τους  γύρισε  και  τον κοίταξε με το πούρο στο στόμα. Δεν μπήκε καν στον κόπο να  βγάλει το πούρο  απ το στόμα για να μιλήσει και του είπε με την ντόπια προφορά του την οποία  έκανε ακόμη πιο  δυσκολονόητη  το πούρο  στο στόμα

-Γιατ για  τσι  δικά μας τσα λεφτά  δι μιτράν δουμές;άει σαπαρδακάτ

Ο  Φίλης  έσκυψε και με ευγενικό  τρόπο του είπε

-Μόλις κατέφτασε χωρίς να  μας ειδοποιήσει ένα  πολύ σημαίνον  πρόσωπο...καταλαβαίνεται φαντάζομαι, του πει και έκανε με τα  δάχτυλά  του  το  σχήμα  του πιστολιού, όμως πιστέψτε με   με κάθε σεβασμό που τρέφει το μαγαζί  στο πρόσωπο και την παρέα σας θα σας μεταφέρουμε κάπου εξίσου καλά, θα σας κρατήσουμε   για την επόμενη φορά  ξανά το  πρώτο τραπέζι  συν θα  χετε μια μπουκάλα  απ το μαγαζί για να συνεχίσεται να περνάτε καλά

Ο μεγαλοαγρότης έδειξε να  μαλακώνει κάπως και κοιτώντας τον με το πονηρό του  βλέμμα τον ρώτησε

-Και δι μι λες; η μπουκάλα; Το κέρασμα ντε  θα ναι για την άλλ φουρά ή για  τούρα;

-Τώρα φυσικά

-Έηρε  σαπαρδακάτ να  δείς  μι κατάφερες , πάμε

Ο Φίλης έκανε νόημα  και οι τρεις σερβιτόροι  σηκώσαν όπως  ήταν το τραπέζι με τα   ποτά και τα κρύα πιάτα πάνω του και με τρελή  ισσοροπία το μετέφεραν κάνοντας  ζιγκ   ζάγκ ανάμεσα στα  άλλα τραπέζια  σε κάποιο σημείο πιο  πίσω.

Αμέσως μετά μετέφεραν ένα  καθαρό   τραπέζι στην πίστα μπροστά

Ο  Φάντομ   είχε φ τάσει στην είσοδο   και  υποδεχόταν τον Καστοριανό

-Κύριε Καστοριανέ  καλησπέρα. Τι χαρά μας  δώσατε  και απόψε.

Το τραπέζι σας σας περιμένει

Ο θεόρατος  γουναράς  κοίταξε με άγριο αλλά και θλιμμένο ύφος  τον Φάντομ

-Καλώς σας βρήκα  παιδί μου, είπε και του άφησε μερικά χαρτονομίσματα  στα  χέρια

-Ακολουθήστε με παρακαλώ, είπε και τον συνόδευσε το  τραπέζι  του

Ο Καστοριανός  μαζί με  τους δυο φίλους του  έκατσαν

-Τι  να σας προσφέρουμε;  ρώτησε ο Φάντομ

-Τα γνωστά  γιέ μου, είπε και κοίταξε την Ζέτα στην πίστα

Ο Φάντομ έκανε να φύγει αλλά ο Καστοριανός τον άρπαξε  απ το χέρι

-Να σε  ρωτήσω; Ο Αθηνόδωρος είναι εδώ;

-Ναι  μετά  την Ζέτα  βγαίνει η  κυρία Σούλα μας και   αμέσως μετά ο  Αθηνόδωρος

Ο Καστοριανός άφησε τον καρπό του  Φάντομ και του  έκανε ένα νόημα με το χέρι  σαν να του επέτρεπε να φύγει

Λίγο αργότερα  μαζί με τον Φίλη  σερβίρανε  ουίσκια  στο τραπέζι

-Ευχαριστούμε παιδιά, είπε ο Καστοριανός και τους άφησε μερικά χαρτονομίσματα στα χέρια, ελπίζω να  τα μοιράζεστε με τους άλλους σερβιτόρους, έτσι;

-Πουστιές θα κάνουμε  κύριε Καστοριανέ; Μόνη μας  περιουσία  είναι τα παντελόνια που φοράμε

Ο Καστοριανός κούνησε το κεφάλι του

-Είναι και η Μίνα μας εδώ  , να την φωνάξω να σας κάνει παρέα;ρώτησε ο Φάντομ

-Σήμερα όχι αγόρι μου. Σήμερα όχι. Το αφεντικό σου; Πες του κάποια στιγμή να  έρθει να του μιλήσω

Ο Φάντομ κούνησε το κεφάλι και πήρε απ τον  καρπό  τον Φίλη και πήγαν παραπέρα

-Τι τρέχει ρε;  ρώτησε ο Φίλης

-Κοίτα τον, ψιθύρισε ο  Φάντομ και  ο Φίλης γύρισε και τον είδε που  έβγαζε από ένα φτηνιάρικο πακέτο   ένα τσιγάρο

-Μ ε τρόπο ρε γιούτσο. Ο τύπος έχει τρελό  χρήμα  και δεν θα τον δεις ποτέ   με  πούρο και φιγούρα. Όποτε έρχεται εδώ  ανοίγει μόνο ουίσκι, το κανονικό όχι μαλτ μπλε και μαλακίες. Ποτέ σαμπάνιες αλλά ότι πίνει το πληρώνει σαν σαμπάνια

-Σαν να  λες ο καλύτερος μας πελάτης

-όχι σαν. Ο καλύτερος 

Γουναράς από καστοριά, τρελό χρήμα, ειδικά με ρώσους   και τα έτσι έχει κάνει  χρυσές δουλειές

-Και που το πρόβλημα;

-Η αδυναμία του είναι  ο Αθηνόδωρος στο τραγούδι και η Μίνα στην παρέα. Του πα να του την στείλω  αλλά  αρνήθηκε. Δεν έχει ξαναγίνει  αυτό.Και το βλέμμα του...σήμερα, κάτι έχει

-Να χουμε το νου μας;

Ο  Φάντομ κούνησε το κεφάλι

-Κάντε ότι σας πει και κάντε το στην εντέλεια. Μην χυθεί κάν από κάνα  τασάκι στάχτη   , ειδικά σήμερα. Κάτι δεν μου κάθετε καλά

Η πίστα  πήρε  φωτιά απ τις πρώτες νότες  του "Ξηγμερώνει  και βραδιάζει", Η Σούλα  καταχειροκροτήθηκε  άμα τη εμφανίση της   σε αυτήν. Ο Καστοριανός  σηκώθηκε με το τσιγάρο στο  στόμα και ύψωσε το ποτήρι του κάνοντας της μια  υπόκλιση
Η Σούλα   ψιθύρισε  στον  μαέστρο
-Κράτα την εισαγωγή  λίγο παραπάνω
Μετά πλησίασε  στο  τραπέζι  του Καστοριανού και  έκατσε οκλαδόν και  φιληθήκαν στο μάγουλο σταυρωτά
-Αθάνατη Σουλα , ψέλλισε ο Καστοριανός
Η  γυναίκα  κοίταξε τα μάτια  του και κατάλαβε πως κάτι του συνέβαινε
-Ότι και να ναι αδερφέ θα το ξεπεράσουμε, οι φουρτούνες  φτιάχτηκαν  για τους καλούς  τους  καπεταναίους
-Η φωνή σου και η  ομορφιά σου σώζει τον κόσμο, απάντησε ο Καστοριανός παραφράζοντας  χωρίς να το γνωρίζει τον Ντοστογιέφσκι
Η Σούλα του χαμογέλασε. Σηκώθηκε και   φέρνοντας το  μικρόφωνο  στο στόμα της   ξεκίνησε να  τραγουδά  "ξημερώνει και βραδιάζει πάντα στον ίδιο  τον σκοπό"


Ο Λευτέρης καθόταν στην υπερυψωμένη  θέση  του  μαζί με την Μίνα
-Ούτε σήμερα θα πας να του μιλήσεις  τον ρώτησε
-Αυτά τα κάνουν  οι άλλοι στα μαγαζιά τους
-Μα είναι ο καλύτερος σου πελάτης. Αγοράζει  φτηνό ουίσκι και το πληρώνει όσο δυο σαμπάνιες...απ τις καλές
-Και τι να κάνω; όποτε τον βλέπω να πάω να κάθομαι και να τον γλείφω; Τι κάνετε κύριε Καστοριανέ; Πως περνάμε  ; Σήμερα δικό σας όλο το μαγαζί κύριε Καστοριανέ μας; Τέτοια καραγκιοζιλίκια να κάνω;
Η Μίνα κούνησε το κεφάλι της απορημένη και έκανε τον σταυρό της
-Δεν μπορώ ρε Μίνα. Δεν μου βγαίνει. Δεν είμαι ο τέτοιος άνθρωπος
Εκείνη την στιγμή ανέβηκε    στο υπερυψωμένο ο Φάντομ τρέχοντας
-Τι θε  ρε;  τον  ρώτησε, έγινε κάτι;
-Αφεντικό; Ο Καστοριανός
-Τι  θέλει; Να  του στείλουμε την Μίνα;
-Όχι, όχι, είπε όχι Μίνα για απόψε. Θέλει να πας  να σου μιλήσει
Ο Λευτέρης κοιτάχτηκε με την Μίνα  φευγαλέα και μετά στράφηκε προς τον Φάντομ , αλλά δεν μίλησε
-Αφεντικό δεν μου φαίνεται καλά  σήμερα
-Γιατί ρε τι έχει;
-Το βλέμμα  του κάτι έχει



Οι αδερφοί Στόγκα  βγήκαν  έξω  στον δρόμο
Ο Γκας τους περίμενε στον δρόμο έξω  απ  το αμάξι καπνίζοντας
Τον πλησιάσαν
-Φεύγουμε ; ρώτησε
-Σε σκεύρωσε η  υγρασία; ρώτησε γελώντας ο  Νώντας
-Αυτή η πόλη...μουρμούρισε   βλαστημώντας ο Γκας, γαμημένη  υγρασία
-Πληρώνει όμως καλά΄ η πόλη ε; ρώτησε ο Νώντας, έχεις παράπονο;
-Κανένα Νώντα. Αλοίμονο
-Μπράβο ρε, φώναξε ο Νώντας και τον χτύπησε  φιλικά στο μπράτσο, μετά κοίταξε αριστερά δεξιά αν  περνούσε κανείς και  του  είπε εμπιστευτικά, σου φέξε. 
-Έσκασε  δουλειά, είπε ο Βασίλης, και θα πληρωθείς καλά και έξτρα
Ο Γκας τους κοίταξε και   απάντησε
-Καιρός ήταν , να  ξεσκουριάσουμε
-Έτσι σε  θέλω, του  απάντησε ο Νώντας, με αυτό εδώ  αναβαθμιζόμαστε και μαζί με μας θα βγάλεις και συ  πολύ χρήμα και θα πληρωθείς και εξτρά
-Ποιον θα  στείλουμε στον βαρκάρη; ρώτησε ο Γκας
Ο Νώντας χαμογέλασε και τον κοίταξε πονηρά
-Τον Λευτέρη απ το Νικαράγουα. 
-Για πότε  το θες;
-Το συντομότερο


Στο μαγαζί   η Σούλα  έλεγε το ένα τραγούδι μετά το άλλο και ο  Καστοριανός  απρέγγελνε τα μπουκάλια το ένα μετά το άλλο.
Κάποια στιγμή  γύρισε  και κοίταξε τους δυο φίλους του
-Πάντε στο αμάξι και περιμέντε με εκεί
Σε λίγο  θα έβγαινε   στην πίστα ο Αθηνόδωρος και μια τέτοια μέρα;  ήθελε να  ναι μόνος του και να  "τον ζήσει" απερίσπαστος

Μόλις οι φίλοι του βγήκαν έξω ο Λευτέρης  σηκώθηκε απ την καρέκλα του  και  κατέβηκε  στο πρώτο τραπέζι
Κάθισε   δίπλα  στον Καστοριανό 
-Καλησπέρα Καστοριανέ, είπε κοιτώντας την Σούλα στην πίστα
-Πόσες φορές έχω  έρθει στο μαγαζί σου...Λευτέρη; ρώτησε ο Καστοριανός που επίσης δεν έπαιρνε τα μάτια του απ την πίστα και συνέχισε, πόσες φορές  σου χω κάνει καλή κηδεία; Τις έχεις μετρήσει
-Αμέτρητες
-Αμέτρητες..αμέτρητες, μονολόγησε ο  Καστοριανός
-Προς τι  η ερώτηση; Ξες που έρχεσαι
-Σήμερα  , μέχρι τώρα  σου χω κάνει καλή κηδεία;
-Μια χαρά
-Μια χαρά. Βγήκε ο επιούσιος ε;
-Το κατά δύναμην  Καστοριανέ. Εμείς προσφέρουμε κάποιες  υπηρεσίες και συ τις προτιμάς
Δεν σε έφερε κανείς με το ζόρι
Ο Καστοριανός  γέλασε
-Όλο αυτό το χρήμα ξες πως βγαίνει ή μόνο σε ενδιαφέρει να ρέει εδώ μέσα; Θα  σου πω εγώ. Με δουλειά
-Με δουλειά. Μάλιστα. Το πας κάπου Καστοριανέ; Προς τι όλο αυτό; Σε πείραξα εγώ κάπου; Ήμουν κάπου  λάθος απέναντι  σου;
-Αν σου πω  πως  φαλίρισα  τι θα πεις;
Ο Λευτέρης δεν μίλησε απλά ξεφύσησε
-Και αν σου πω, συνέχισε ο Καστοριανός, πως την μικρή  κηδεία που έκανα σήμερα που ισοδυναμεί με μια μικρή περιουσία  δεν έχω να την καλύψω  τι θα κάνεις; Θα βάλεις  να με  δείρουν ή θα  με  βάλεις να πλύνω πιάτα;
Ο Λευτέρης  έβγαλε   ένα  μπλοκάκι και έναν  στυλό
Τα ακούμπησε στο τραπέζι και του πε
-Πόση  ζημιά έκανες σήμερα; Γράψτο εδώ
-Μαζί με όση σκοπεύω να κάνω  ακόμη;
-Μαζί
Ο Καστοριανός έγραψε ένα νούμερο και έσπρωξε  το   μπλοκάκι  προς το μέρος  του Λευτέρη που συνέχιζε να κοιτά προς την πίστα την Σούλα
-Δεν θα  δεις τον αριθμό;  ρώτησε ο Καστοριανός
-Τι με νοιάζουν  ρε  οι αριθμοί; Θα  δώσω το μπλοκάκι  στους σερβιτόρους  και θα τους πω   μέχρι να διπλασιαστεί το ποσό που έγραψες να  σε   προσφέρουν ότι θές
Μετά  έφυγες  για σπίτι
-Είναι μεγάλο το ποσό, θα το αντέξεις;
-Μέσα θα μπω με τα μπούνια αλλά πως με κόβεις; Να χτυπήσω άνθρωπο που έπεσε  κάτω;
Πάρτα όλα  τζάμπα σήμερα. Τόσα χρόνια μας τάιζες εσύ  σήμερα θα σε  ταΐσουμε εμείς και όποτε θες να ρθεις να  γουστάρεις με εγκράτεια όλα  τζάμπα για σένα. Με εγκράτεια όμως και οι κοπέλες εξαιρούνται απ την συμφωνία μας
Δίκαιο;
-Ποιος είσαι  Λευτέρη Φετφαζίδη; Ποιος είσαι;
-Τι σημασία έχει;
-Όσο  είχα λίπος μια φορά  δεν ήρθες να κάτσεις να  γλείψεις  για να μην με χάσεις από πελάτη. Τώρα που έμεινα στον άσο με παρακαλάς να μην  με χάσεις από πελάτη;
-Τόσα χρόνια καθόμαι εκεί πάνω, είπε και έδειξε το υπερυψωμένο, και γουστάρω . Γουστάρω με την μουσική και να σου πω Καστοριανέ;  Τους; καπιτάλες δεν σας πάω και πολύ όμως γούσταρα να  βλέπω κάποιον σαν εσένα να βγάζει  γούστα
Τώρα  μου ξέμεινες  αρχίζω να σε συμπαθώ περισσότερο, είπε και σηκώθηκε και τράβηξε για το υπερυψωμένο
Η Σούλα καληνυχτούσε τον κόσμο  - για την ώρα  φυσικά  αφού  θα έκλεινε όπως πάντα  το πρόγραμμα και την βραδιά μετά τον Αθηνόδωρο με το "dream on" των aerosmith συνεχίζοντας  κατ αυτόν τον τρόπο να  διατηρεί την σουρεαλιστική  φήμη  του Νικαράγουα


Ο βασιλιάς την πίστας
Για  κάθε   αντίστοιχο μαγαζί  το εν λόγο  τραγούδι  είναι μεν  ύμνος  αλλά  το χουν παίξει οι μουσικοί τόσες φορές από τότε που βγήκε και οι το χουν ακούσει αντίστοιχες  οι θαμώνες  που   σχεδόν  περνάει υπό το πρίσμα  του "εντάξει άλλη μια φορά"
Στο Νικαράγουα όμως ο μαέστρος  ξεκίνησε   να παίζει την εισαγωγή  στο μπουζούκι του "Καλύτερα μαζί σου και τρελός" σαν να μην υπάρχει αύριο ενώ ο Στέλιος  έδινε φευγαλέα κολασμένα σόλα με την ηλεκτρική του κιθάρα
Μέχρι που μπήκαν  στην "γέφυρα"  για να περάσει όλη η  ορχήστρα  στο κουπλε ο Σήφης με το  μπάσο και ο Σώτος με τα ντράμς  χτυπώντας μανιασμένα τα τομ  έχοντας παράλληλα έναν μπάφο στο στόμα
Ο Σήφης  είχε γυρίσει την πλάτη σ το κοινό, ακούμπησε  το πόδι  στην  μπότα απ τα ντραμς και  κούνησε  το σώμα του με ένταση σαν να έκανε  headbanging πάνω στον ρυθμό της γέφυρας
Μπαίνοντας το κουπλέ   ο Σήφης  γύρισε  κάνοντας  στροφή προς το κοινό συνεχίζοντας να βαράει λυσσαλέα το μπάσο του  με   τα χέρια 
Ο Χαλαράς  με τα κίμπορντς  μπήκε   πίσω απ την ορχήστρα  με χαμηλωμένο  ήχο αλλά δίνοντας  εμφανώς  μια άλλη  ατμόσφαιρα    σολάρωντας  ενίοτε  για μερικά δευτερόλεπτα πάνω σε ανατολίτικες κλίμακες
Ήταν εκπληκτικά αυτά που κάνανε  σαν ορχήστρα  , την ίδια  στιγμή που καταρρίπταν κάθε μουσικό νόμο και λογική   καταφέρναν να   μετατρέπουν κάθε τραγούδι σε κάτι άλλο αφήνοντας  το όμως ίδιο και απαράλλαχτο
Πάνω στο κουπλέ μπήκε  η φωνή του Αθηνόδωρου που περπατούσε πάνω στην πίστα με το  σώμα του σε  παράλληλη γραμμή  με  το κοινό  που τον αποθέωνε
"Πέταξα τα σκεπάσματα
και φόρεσα ό, τι βρήκα,και μες στην νύχτα με βροχήτρεις παρά δέκα βγήκα."

Ο Καστοριανός  έκανε νόημα  στον Φάντομ που  έτρεξε  στο τραπέζι του
Του  είπε κάτι στο αυτί και λίγο αργότερα  ο  αρχισερβιτόρος  ήταν πάνω στην σκηνή  προσφέροντας   ένα ποτό στον Αθηνόδωρο  και δείχνοντας του  τον  Καστοριανό που το κέρναγε
Ο Αθηνόδωρος  έκανε  πρόποση και ο Καστοριανός  ανταπέδωσε


Η Σούλα  είχε πάει στο υπερυψωμένο  και κάθισε  δίπλα στον Λευτέρη
-Τι έχεις εσύ σήμερα;
-Τίποτα
-Με μένα μιλάς , λέγε
-Θα δείξει


Ο Αθηνόδωρος  στο σόλο  στο μέσον του κομματιού  κατέβηκε   απ την πίστα και πλησίασε το τραπέζι  του Καστοριανού ο οποίος σηκώθηκε και αγκαλιαστήκανε
-Τα έχασα όλα αδερφέ, του πε ο Καστοριανός
-Λεφτά;
-Την γυναίκα μου  αδερφέ, την γυναίκα μου , απάντησε ο Καστοριανός
-Ότι  είναι να φύγει, φεύγει αδερφέ, απάντησε ο Αθηνόδωρος, μην προσπαθήσεις να το κρατήσεις με το ζόρι
-Ήταν όλη μου η ζωή, απάντησε ο Καστοριανός έτοιμος να κλάψει
Ο  Αθηνόδωρος  τον άρπαξε απ τους ώμους  και τον κοίταξε τα μάτια
-Εσύ  αδερφέ , είπε  στον Καστοριανό, έζησες πολλές ζωές , θα μπορέσεις να  δημιουργήσεις ξανά απ το μηδέν μια νέα καλύτερη  ζωή
Μετά αγκαλιαστήκανε ξανά και  φιληθήκανε  σταυρωτά  στα μάγουλα πριν ανέβει πάλι στην πίστα ο Αθηνόδωρος

Το  επόμενο τραγούδι ήταν το "της γυναίκας η καρδιά"
Μπάσο και  ντράμς παίζαν πάνω σε τζάζ αυτοσχεδιασμούς ενώ το μπουζούκι έμπαινε  βαρύ  πάνω στην φωνή  του  Αθηνόδωρου που κοιτούσε  στα μάτια  τον  Καστοριανό όσο τραγουδούσε
Ο Καστοριανός έδωσε σήμα στον Φάντομ και κοπέλες με καλάθια με γαρύφαλλα  ανέβηκαν στην πίστα και ρέναν τον  Αθηνόδωρο

-Τι έχει αυτός εκεί; ρώτησε  η Σούλα  δείχνοντας τον Καστοριανό
-Μας τελείωσε αυτός. 
-Για πες;
-Τα έχασε όλα
-Ταπί;
-Ταπί, με φώναξε  πριν στο  τραπέζι  του και μου  τα έλεγε
-Και συ τι του είπες;
-Κερασμένα όλα και όποτε  θέλει να  έρχεται κούτρα
-Θα τον ταΐζουμε κιόλας;
Ο Λευτέρης  κοίταξε την Σούλα
-Αυτός  έχτισε  αυτό το μαγαζί. Ξεχνάς πόσες κηδείες  έκανε εδώ μέσα;  Χαλάλι του  να τον  ταΐζουμε από  δω και περα
-Σωστά, εξάλλου σε λίγο καιρό θα είμαστε κολεκτίβα. Το πρώτο αυτο-οργανωμένο σκυλάδικο
-Τώρα τι ναι αυτό ρε Σούλα; Δεν τα συμφωνήσαμε  χτες όλοι μαζί;
-Τα συμφωνήσαμε
-Και; Προς τι η ειρωνία;
Η  Σούλα  γύρισε και κοίταξε τον Λευτέρη
-40 χρόνια  βαδίζω στην νύχτα. Σε  ασταθή και αβέβαια  μονοπάτια. Με προδοσίες , με πισώπλατα μαχαιρώματα  με επικίνδυνους ανθρώπους όμως  μετά την χτεσινή  κουβέντα νιώθω για πρώτη  φορα  φόβο.
Τι πάμε να κάνουμε ρε Λευτέρη;
-Να γράψουμε ιστορία
-Ποιος άλλος το χει κάνει αυτό ρε συ;
-Κάποιος δεν πρέπει να κάνει την αρχή; Άσε που αν περιμέναμε απ τους άλλους  ....άστο



Στις πρώτες νότες  του "με σκότωσε  γιατί την αγαπούσα" ο Αθηνόδωρος έκανε νόημα στην Μίνα και την  Ζέτα. Αυτές  πήγαν  στο τραπέζι  του Καστοριανού και τον  σηκώσαν όρθιο
-Αγάπες μου όχι  σήμερα, τις είπε
-Ειδικά σήμερα  κύριε Καστοριανέ, του απάντησε η  Μίνα και  τον ανέβασαν στην πίστα  δίπλα στον Αθηνόδωρο
Οι κοπέλες ξεκίνησαν να χορεύουν πάνω στα ψηλά τακούνια  κουνώντας λάγνα  την μέση τους ενώ ο Αθηνόδωρος  έφερε το μικρόφωνο  δίπλα στα χείλη του Καστοριανού  που τον αγκάλιασε απ τον ώμο
και το  τραγουδούσαν παρέα


"Με σκότωσε γιατί την αγαπούσα

Γιατί την είχα σαν μικρό παιδί

Κι όλα τα λάθη τησ τα συγχωρούσα

Πικρή στιγμή μαζί μου να μη δει

Τώρα γυρνά παντού και με δικάζει

Λέει πωσ ήμουν ένοχοσ εγώ

Πεσ ό, τι θεσ καρδιά μου δεν πειράζει

Ακόμα μια φορά σε συγχωρώ

Με σκότωσε γιατί την αγαπούσα

Γιατί την είχα πάντοτε ψηλά

Γιατί μέσα στα μάτια την κοιτούσα

Για να τη βλέπω μόνο να γελά

Τώρα γυρνά παντού και με δικάζει

Λέει πωσ ήμουν ένοχοσ εγώ

Πεσ ό, τι θεσ καρδιά μου δεν πειράζει

Ακόμα μια φορά σε συγχωρώ"


-Μετά το κλείσιμο θα έρθει  ο Γκας, είπε ο Λευτέρης

-Θα μας κάνει δεύτερη  σκασιά  σε  δυο μέρες;

-Πήρε τηλέφωνο , είχαμε μια εξέλιξη...δυσάρεστη

-Το χοντρύναμε πολύ και  το χοντραίνουμε και άλλο

Ο Λευτέρης κούνησε το κεφάλι

-Φοβάσαι Λευτέρη;

-Ανησυχώ

-Ανησυχείς...μάλιστα

-Σούλα, αν κάτι μου συμβεί

-Τι ναι αυτά που λες Λευτέρη

-Αν κάτι μου συμβεί, σε εξορκίζω, δεν θέλω να κλείσει το Νικαράγουα. Ποτέ. Το υπόσχεσαι;

-Τι θα σου συμβεί Λευτέρη μίλα καθαρά

-Άσε τα "τι" και τα "πως", εδώ σου λέω κάτι. Υποσχέσου μου  πως το Νικαράγουα  δεν θα κλείσει

και  πως θα  συνεργαστείς με τον Γκας.

-Μα δεν τον ξέρω καν...

-Ο Γκας είναι αδερφός . Υποσχέσου το 

-Το υπόσχομαι όμως...

-Δεν έχει όμως, τα άλλα στην ώρα  τους



Ο Αθηνόδωρος με τον Καστοριανό  συνέχιζαν να τραγουδάνε  πάνω στην πίστα και δάκρυα τρέχανε απ τα μάτια  τους


Dream on

Η νύχτα έφτανε στο τέλος  της  στο Νικαράγουα

Η  Σούλα  αν΄βηκε στην πίστα  να τραγουδήσει το dream on

Οι πελάτες  σιγά σιγά πληρώναν  για να φύγουν

Τα  γκαρσόνια τρέχαν πέρα  δώθε

Ο Στέρλιος  , ο Χαλαράς , ο Σώτος και ο Σήφης  τις δίνανε  με το κομμάτι  καθώς η Σούλα έβγαζε την ψυχή της  στο  μικρόφωνο

Ο Λευτέρης  βγήκε  έξω  απ το μαγαζί

Το αγιάζι του μαστίγωσε  το πρόσωπο  καθώς άναβε  τσιγάρο

Περπάτησε κάπου απόμερα

Κοντοστάθηκε και είδε  τους  τρεις φίλους του Καστοριανού να τον κυκλώνουν

-Τι τρέχει ρε μάγκες; ρώτησε και  έφερε το χέρι του στην μέση  διαπιστώνοντας πως  είχε  αφήσει το πιστόλι του μέσα στο μαγαζί

-Ο κύριος Καστοριανός   θέλει να σας μιλήσει

Από πίσω του εμφανίστηκε ο Καστοριανός

-Είσαι καλός άνθρωπος  Φετφαζίδη, του φώναξε

-Τι τρέχει Καστοριανέ;  Δεν τα είπαμε πιο πριν;

-Τα είπαμε και  θέλω να σου πω δυο λόγια...τελευταία

Σαν άνθρωπο δεν μου  αρέσει να με κοροϊδεύουν

Μπορεί να   βλέπεις   σήμερα έναν Καστοριανό να  φυσάει το χρήμα όμως ξεκίνησα από πολύ  χαμηλά

Η οικογένεια μου ήταν πολύ  φτωχή  στην Καστοριά. Σχολειό  δεν πολυπήγα και από πολύ νωρίς μπήκα παραπάιδι   σε έναν   μάστορα της;  γούνας

-Κατάλαβα, έμαθες την τέχνη κοντά του και αργότερα φτιάχτηκες, σωστά;

-Σωστά. Κια  δω ξεκινά το πρόβλημα. Από τότε που  φτιάχτηκε όπως λες με πλησιάζαν ή αν θες όποιον πλησίαζα  με έβλεπε σαν χρήμα όχι σαν άνθρωπο

Αυτές τις μέρες μου συνέβη κάτι άσχημο και αποφάσισα να καθαρίσω  με τους  ψεύτικους

Όλο αυτό  μέσα σήμερα  ήταν μια παράσταση για να δω τι μέρος του λόγου είσαι

Δεν  φαλίρισα. Δεν έμεινα  στον άσσο και οι τσέπες μου είναι γεμάτες χρήμα...ακόμη

Απλά ήθελα να δω τι μέρος του λόγου είσαι και  να σου πω την αλήθεια δεν περίμενα να φερθείς  έτσι όπως φέρθηκες

-Πως φέρθηκα δηλαδή; Τι παιχνίδια παίζεις   ρε Καστοριανέ;

-Είναι λογικό να νευριάζεις  με το ψέμα που σου είπα. Δεν πειράζει. Θα σου περάσουν τα νεύρα. Εγώ σήμερα είδα να μου ξηγιέται   κάποιος άνθρωπος, αντρίκια. Χωρίς να περιμένει ανταλλάγματα. Είχα  χρόνια να  νιώσω κάτι τέτοιο και  θέλω να ξέρεις πως θα πληρώσω ότι ζημιά έκανα απόψε

-Δεν χρωστάς τίποτα, για απόψε. Κερασμένα

-Ας είναι. Θέλω να ξέρεις και κάτι άλλο. Όποτε χρειαστείς την βοήθεια μου  μην διστάσεις να την ζητήσεις

Άντε , καλημέρα, είπε και βάδισε μαζί με τους φίλους του προς  την Μερσεντές τους

-Καστοριανέ; φώναξε ο  Λευτέρης και κοντοστάθηκαν για λίγο, μην μου ξαναπεις  ψέματα. Δεν γουστάρω να μου παίζουν θέατρο

Ο Καστοριανός  κούνησε το κεφάλι και  συνέχισε  να περπατά



Το μαγαζί άδειασε απ την πελατεία και όλοι  καθόταν  στα τραπέζια   κάνοντας ένα τελευταίο τσιγάρο ή πίνοντας ένα τελευταίο ποτό

Ο Λευτέρης είχε επιστρέψει και αυτός μέσα και κάθισε στο μπαρ

Εκείνη την ώρα μπήκε μέσα με αργό βήμα ο Γκας

Πλησίασε στο κέντρο του μαγαζιού και  στάθηκε μπροστά στον Λευτέρη

-Μπορούμε να μιλήσουμε κάπου μόνοι μας; τον ρώτησε

-Κάθε άνθρωπος  εδώ μέσα είναι της εμπιστοσύνης μου . Μιλάμε ελεύθερα

-Είσαι  σίγουρος;

-Σίγουρος. Τι  συμβαίνει Γκας;

-Οι αδερφοί Στόγκα μου ζητήσαν να  σε  βγάλω απ την μέση....το συντομότερο δυνατόν

Όλοι παγώσαν μέσα στο μαγαζί

Ο Λευτέρης έμεινε  ατάραχος

-Και αν αποτύχεις Γκας; τον ρώτησε

-Το ζητήσαν από μένα  για να  συμβεί με κάποιον εκλεπτυσμένο τρόπο. Μια ενέδρα  , δυο σφαίρες

Αν εγώ αποτύχω τότε θα κινητοποιήσουν  όλους τους δικούς τους. Κοντά  20 άτομα. Θα μπουκάρουν εδώ μέσα με  οπλοπολυβόλα και όποιον πάρει ο χάρος

-Πόσα σε  δίνουνε;

-Τόσα όσα  χρειάζεται κάθε άνθρωπος για να λύσει το πρόβλημα  της  ζωής του

Μετά από αυτό δεν θα χρειαστεί να ξαναδουλέψω

-Άρα την πήρες την απόφαση σου;

Ο Γκας γέλασε και τον πλησίασε  στο μπαρ  βγάζοντας το πιστόλι του. Σήκωσε το χέρι του και κάρφωσε την κάννη του όπλου  του στο μέτωπο  του  Λευτέρη

-Την πηρα την απόφαση μου  Λευτέρη, εσύ τώρα πρέπει να πάρεις την  δική σου γιατί ο χρόνος πιέζει

-Ποια  απόφαση;

-Πότε και πως θα  βγάλουμε  απ την μέση του Στόγκες













Σχόλια