Δεν είχε ξημερώσει ακόμη όταν ο Μαθιός με τον Μιχάλ φτάνανε πίσω στο οροπέδιο
Γελούσαν ακόμη και τα μουστάκια τους και σε όλη την διαδρομή κάνανε πλάκες μεταξύ τους για να διώξουν όλη την ένταση απ την καταδρομική επιχείρηση στο κλαμπ
Φτάνοντας στο οροπέδιο όμως τους κόπηκαν τα γέλια
Είδαν τον Σήφη μαζί με καμιά δεκαριά μαυροφορεμένους μεσήλικες να τους περιμένουν
-Τι συμβαίνει; ψιθύρισε ο Μιχάλ στον Μαθιό
-Σοβάρεψε πολύ το πράγμα, απάντησε ο Μαθιός
-Μαθιό, Μιχάλ, φώναξε ο Σήφης ετοιμαστείται. Φεύγουμε για Λασίθι
-Τι θα κάνουμε στο Λασίθι ρε συ;
-Εντολή του πατέρα. Συγκαλεί η οικογένεια συμβούλιο. Για ασφάλεια θα μαζευτούμε εκεί
Τα ξαδέρφια μας ήρθαν για να μας συνοδεύσουν
Θα ρθεις και συ Μιχάλ, είπε ο Σήφης και τον πλησίασε. Άπλωσε το χέρι του και του άρπαξε τον σβέρκο κοιτώντας τον στα μάτια
-Στην οικογένεια ξένους δεν βάζουμε , όμως σήμερα απέδειξες πως αξίζει να κάτσεις στο συμβούλιο έστω σαν παρατηρητής, μετά τράβηξε το χέρι , πήρε την καραμπίνα του που την είχε στερεώσει σε έναν βράχο, έκανε μεταβολή και φώναξε, πάρτε ότι πράματα έχετε να πάρετε και σε 10 λεπτά ξεκινάμε
Ο Μαθιός κοίταξε βαριεστημένα τον Μιχάλ
-Εγώ πάντως σκεφτόμουν να κατεβάζαμε καμιά ρακί να το γιορτάζαμε. Μας το χάλασαν με τα συμβούλια τους
-Απ το ύφος του Σήφη μοιάζει να ναι κάτι σοβαρό;
-Δεν ξέρω, πάω να πάρω τα πράματα μας. Περίμενε εδώ, είπε ο Μαθιός και τράβηξε προς το παράπηγμα που έμενε
-Πάντα είναι κάτι σοβαρό,είπε η Πελαγία που πλησίαζε τον Μιχάλ
-Είσαι και συ της οικογένειας;
-Όλοι εδώ είναι της οικογένειας είτε εξ αίματος, είτε από επιλογή
-Θα έρθεις μαζί μας και συ Πελαγία;
-Στο συμβούλιο; Γυναίκες;
-Δεν επιτρέπουν ε;
-Όχι πως δεν έχουν κάτσει αλλά συνήθως τυγχάνει όταν χάνεται η κεφαλή της οικογένειας και αναλαμβάνει η σύζυγος του. Εγώ ούτε σύζυγος είμαι ακόμη ούτε τίποτα άλλο. Άλλωστε πρέπει κάποιοι να μείνουν πίσω να φυλάξουν τον τόπο
-Δεν έχεις χαλαστεί με όλο αυτό; Θέλω να πω είσαι νέα κοπέλα, δεν σου λείπουν ...
-Τι να μου λείπει;
-Ξέρω γω; Πράγματα που κάνουν οι νέοι, πράγματα που κάνουν οι κοπέλες;
-Και η παράδοση; Θα την αφήσουμε να την σβήσουν οι από πάνω γιάντα έτσι τους βολεύει;
-Τόσο νέα και πολεμάς για την παράδοση;
Η Πελαγία χαμογέλασε
-Περίμενε και θα καταλάβεις, είπε και πλησίασε μια καρέκλα που ήταν αφημένη μια λύρα
Έκατσε αφού την πήρε στα χέρια της και με το δοξάρι ξεκίνησε να παίζει έναν σκοπό
Ο Μανωλιός την πλησίασε και ξεκίνησε να τρεαγουδάει
Η Πελαγία κοίταξε τον Μιχάλ και του κλεισε το μάτι πονηρά χαμογελώντας
Είχαν μισή ώρα που ξεκινήσαν για το Λασίθι καβάλα σε γαϊδουράκια και άλογα
Το οροπέδιο όλο αντηχούσε απ τη νλύρα της Πελαγίας και την φωνή Μανωλιού ή ο Μιχάλ νόμιζε πως ακόμη άκουγε το τραγούδι τους
-Τι σκέφτεσαι; τον ρώτησε ο Μαθιός
-Τίποτα
-Λέγε ρε
-Η Πελαγία...
-Σου γυάλισε η αδερφή μου; Πρόσεξε κακομοίρη μου μην σε πάρει χαμπάρι ο Σήφης
-όχι ρε. Είναι πανέμορφη δεν λεώ αλλά σίγουρα θα χει σχέση με κάποιο παλικάρι
-Η Πελαγία; σχέση; ρώτησε και έσκασε στα γέλια ο Μαθιός
Ο Σήφης από μπροστά φώναξε
-Κάντε ησυχία. Τώρα
Ο Μαθιός κοίταξε τον Μιχάλ και του πε ψιθιριστά
-Πιο εύκολα πιάνεις άγριο κατσίκι που τρέχει πάνω στα βράχια παρά να κάνεις σχέση με την αδερφή μου
-Εγώ νόμισα πως ο Μανωλιός που τραγουδούσανε μαζί είναι το αγόρι της
-Ο Μανωλιός; Μαλάκα μην τα πεις αλλού πουθενά αυτά. Είναι παντρεμένος απ τα 17 του με την ξαδέρφη μου την Ελπίδα.
-Εντάξει. Μια ερώτηση έκανα
-Δεν μου απάντησες όμως. Σου γυάλισε η Πελαγία
-Λογικό δεν είναι;
-Δεν ξέρω. Θα δείξει.
-Δεν πιστεύω να...εσείς θέλω να πω προσβάλλεστε με κάτι τέτοια
-Ο Σήφης είναι έτσι, πιο παληακός, εγώ πάλι είμαι πιο ροκ
Λιβάδια Πιτσιλιάς επαρχία Λευκωσίας
Το σπίτι ήταν κτισμένο ακριβώς στην πλαγιά
Θα λεγε κανείς πως η μια πλευρά του στηριζόταν στην πλαγιά
Εκεί μέσα σε αυτό το σκοτεινό αλλά ευρύχωρο οίκημα καθόταν ο Λευτέρης
Ήταν το πατρικό του αλλά είχε να το επισκεφτεί για χρόνια, άλλωστε στο χωριό ζούσαν λιγοστοί πλέον κάτοικοι
Ο 50χρόνος Κύπριος κάθισε στο μεγάλο αλλά φαγωμένο απ τον χρόνο τραπέζι
Απέναντι του είχε τον Ελλάδίτη φίλο του
-Πάει καιρός που κάναμε δουλειές μαζί
-20χρόνια περίπου
Ο Λευτέρης κούνησε το κεφάλι του
-Για έναν παράξενο λόγο τότε αρνιόσουν πεισματικά να παραλάβεις όπλα απ την πιο σύντομη οδό και μου ζητούσαν να μεταφέρουμε με ψαροκάικα απ την Κύπρο ως τον ελλαδικό βορρά μια μεγάλη ποσότητα
-Είχα κάνει ανοίγματα στην νύχτα που δεν μου βγήκαν. Κάποιος συνέταιρος με πούλησε, η αστυνομία μου ζάλιζε τα αρχίδια επειδή αρνιόμουν να μπω στο σύστημα. Κάποιος νονός για λογαριασμό τους μου κατέστρεψε αυτό στο οποίο είχα επενδύσει όλες μου τις οικονομίες και τα δανεικά
-Ναι το θυμάμαι. Σε είχαν όλοι για ξεγραμμένο όταν ήρθες και με βρήκες
-Μια απ τις πολες φορές που με είχαν όλοι για ξεγραμμένο
-Και βρήκες κάτι Σκοπιανούς που πληρώναν καλά για οπλισμό
-Τα θυμάσαι σαν να έγιναν χτες
-Τα θυμάμαι αδερφέ γιατί μου έκανε εντύπωση. Εμείς στέλναμε Κρήτη και απ την Κρήτη φεύγανε προς κάθε κατεύθυνση
Εσύ επέμενες να κάνουμε ένα δρομολόγιο απευθείας για παράλια Πιερίας
Είχες έλεγες ένα προαίσθημα πως στον Κρητικό δίαυλο έπαιζε ρουφιάνος
-Δεν ΄'έπεσα έξω
-Όντως. 2 χρόνια μετά την συνεργασία μας ανακαλύφθηκε ο βαλτός εκεί
-Περασμένα ξεχασμένα
-Τώρα Ελλαδίτη , τι μου ζητάς ακριβώς;
-Να με βοηθήσεις
-Να σε βοηθήσω να κάνεις τι;
-Για αρχή θέλω νέα χαρτιά, να αποδεικνύουν πως είμαι κάποιος άλλος
Ο Λευτέρης γέλασε
-Ξες τα παλιά χρόνια για κάτι τέτοιο χρειαζόταν μόνο ένας καλός πλαστογράφος που να πιανε το χέρι του. Σήμερα χρειάζεσαι άκρες μέσα στο υπουργείο που να ρισκάρουν να σε "¨γεννήσουν" ουσιαστικά με ψηφιακό τρόπο
-Να πληρωθούν για να πατήσουν μερικά κουμπάκια. Πιο εύκολο μου ακούγεται
-Δεν είναι έτσι όμως
-Όπως και να ναι πρέπει να γίνω κάποιος άλλος και το δεύτερο που θα σου ζητήσω θα ναι να μαι βοηθήσεις να ορθοποδήσω...ξανά
-Ξανά. Πόσες φορές σε ρίξανε κάτω; Δεν βαρέθηκες;
-Πόσες φορές ξανασηκώθηκα; Αυτοί δεν βαρεθήκανε;
Ο Λευτέρης κούνησε το κεφάλι
-Αγύριστο κεφάλι. Για αυτό μ αρέσεις πόντιε . Θυμίζεις πολύ Κύπριο της υπαίθρου. τους παλιούς ειδικά
-Λευτέρη δεν έχω να σε πληρώσω για αυτά που σου ζητάω. Σου ζητάω απλά να ρισκάρεις με την προοπτική να σε βοηθήσω στις δουλειές σου
-Δεν μεταφέρω πλέον όπλα φίλε μου
-Οι μπιζνες σου είναι όλες νόμιμες πλέον;
-Σχεδόν.
-Αν παίζουν ναρκωτικά λάθος πόρτα χτύπησα
-Χασίσι
-Χασίσι; όπως παλιά. Στο καΐκι;
-Τι μαλάκες είμασταν; Δυο άτομα μέσα σε ένα καρυδότσουφλο φορτωμένο με όπλα μέσα στην νύχτα με καταιγίδα στα ανοιχτά και συ να στρίβεις το να μετά το άλλο το μαύρο
-Έτσι ακριβώς σκεφτόμουν και γω όμως τώρα θαρρώ πως έχουμε συμφωνία, σωστά;
Ο Λευτέρης έμεινε για λίγο σκεφτικός πριν απαντήσει
-Είσαι καταζητούμενος . Θα ρισκάρω πολλά να σου φτιάξω μια καινούργια κάλυψη.
-Θα το κάνεις όμως;
-Ναι, θα το κάνω. Θα μιλήσω σε κάποιους ανθρώπους μου στο υπουργείο και πιστεύω θα μπορέσω να σου δώσω μια νέα ταυτότητα, υπό έναν όρο όμως
-Τον ακούω
-Δεν θέλω α βγεις απ αυτό εδώ το χωριό. Τουλάχιστον όχι ακόμα
Ξέρεις πολλές φορές έχω κάνει συμφωνίες με συνεργάτες μου, έχουν δεχτεί τους όρους μου...αβίαστα...και μετά λες και είναι σχολιαρόπαιδα πήγαν και τους καταπάτησαν θέτοντας σε κίνδυνο τις δουλειές μου
-Εμείς πιστεύω είμαστε μεγάλα παιδιά σωστά;
-Ναι αλλά δεν σε ξέρω καλά. Το μόνο που γνωρίζω για σένα είναι από μια δουλειά που κάνα πριν δυο δεκαετίες. Εκτίμησα το κριτήριο και την διορατικότητα σου καθώς και την εντιμότητα σου, για αυτό καθόμαστε σήμερα σε αυτό εδώ το τραπέζι
Αλήθεια να σε ρωτήσω;
Τόσα χρόνια γιατί δεν θέλησες να ξανακάνεις δουλειές μαζί μου;
-Τα όπλα για μένα ήταν μια λύση ανάγκης ώστε να βρω εκείνη την περίοδο γρήγορο και πολύ χρήμα με μια ριξιά ώστε να επικεντρωθώ σε αυτό που πραγματικά ήθελα να κάνω
-Δεν γλυκάθηκες με το γρήγορο και εύκολο χρήμα. Πόσος κόσμος είναι σαν εσένα σε όλο τον Ελλαδικό κόσμο;
Ο Ελλαδίτης δεν μίλησε.
Απάντησε ο Λευτέρης για λογαριασμό του
-Θα σου πω εγώ. Κανείς. Γι αυτό κάθεσαι σε αυτό εδώ το τραπέζι
-Θα δεχτώ τους όρους σου. Δεν θα βγω απ αυτό εδώ το χωριό όμως εδώ δεν κινδυνεύω; Μπορεί κάποιος σπιούνος κάποιος χαφιές να...
-Αυτό εδώ το χωριό έχει ελάχιστους κατοίκους. Είναι οι φίλοι του πατέρα μου, οι γειτόνισσες της μάνας μου και τα παιδιά τους, οι παιδικοί μου φίλοι
Με σέβονται και τους σέβομαι
Αν κατέβεις μερικά χιλιόμετρα απ το βουνό είναι η παραλία. Εκεί θα συναντήσεις μια άλλη Κύπρο, αγγλίδες ημίγυμνες να χορεύουν στα μπιτσομπαρα, ρώσους πρώην φτωχούς να κάνουν βάρη για να δέρνουν όποιον δεν είχε την τύχη να πλουτίσει, αμερικανάκια όλων των ειδών και όλων των εθνικοτήτων
Εδώ η λέξη "σεβασμός" κρατάει ακόμη την βαθιά αρχέγονη σημασία της
Και έτσι θέλουμε να παραμείνει
-Μ αρέσει η Κύπρος ...πολύ...όμως η Κύπρος που μόλις μου περιέγραψες με αρέσει ακόμη πιο πολύ
Ο Λευτέρης κούνησε τα χέρια του
-Οπότε έχουμε συμφωνία. Θα επικοινωνώ εγώ μαζί σου για να λαμβάνω τις συμβουλές σου σε διάφορα δύσκολα- και πίστεψε με αντιμετωπίζω αρκετές φορές πραγματικά δύσκολα και άλυτα προβλήματα, είπε και σηκώθηκε όρθιος. Περπάτησε ως την πόρτα και κοντοστάθηκε , στο μπαούλο που ναι στον τοίχο έχει τα λεφτά σου, στο χωριό και να θες δεν μπορείς να τα ξοδέψεις αλλά είναι οι μισθοί ενός έτους για την εργασία σου ως σύμβουλος μου
Αν χρειαστείς παραπάνω απλά ενημέρωσε με. Δεν με νοιάζει τόσο το χρήμα όσο άλλα πράματα, καταλαβαίνεις φαντάζομαι, είπε και βγήκε έξω στο χωριό
Απ το σπίτι μπροστά περνούσαν δυο συνομήλικοι του άντρες
-Καλημέρα Λευτέρη, του είπανε
-Καλημέρα Πάμπο , τι γίνεται Παγκράτη;
-Όπως τα ξερες κουμπάρε. Χωράφια και άγιος ο θεός
-Αν χρειαστείτε κάτι ειδοποιήστε με. Πρέπει να κατέβω στην Λευκωσία
Σύνορα Ηρακλείου Λασηθίου
Οι πρώτες αχτίδες του ήλιου έκαναν δειλά - δειλά την εμφάνιση τους πίσω απ τα ψηλά βουνά καθώς η έφιππή ομάδα των Ρεθυμνιωτών άφηνε πίσω της τον νομό Ηρακλείου και εισερχόταν στους πρόποδες του οροπεδίου Λασηθίου
Το πρόσωπο του Μαθιού φωτιζόπταν και ένα χαμόγελο σχηματιζόταν στα χείλη του χωρίς λόγο - έτσι νόμισε αρχικά ο Μιχάλ που ίππευε δίπλα του
-Τι έγινε ρε; τον ρώτησε
-Φτάνουμε , φτάνουμε , απάντησε σαν παιδαρέλι ο Μαθιός
-Αυτός δεν ήταν ο σκοπός μας;
-Δεν ξέρω για εσάς, εγώ ξέρω πως φτάνουμε
-Ρε τι έπαθες μαστουρωμένος είσαι;
Ο Σήφης τους πλησίασε με το άλογο του από πίσω
-Για αυτό εμείς πήραμε τα άλογα και εσάς σας δώσαμε γαϊδουράκια, τους είπε γελώντας ειρωνικά
-Ε; αναφώνησε ο Μιχάλ ξαφνιασμένος, τι λέτε μωρέ; θα με χαζέψετε;
-Εσύ να μην μιλάς και να μην ειρωνεύεσαι επαέ , απάντησε ο Μαθιός στον Σήφη, γιάντα άμα μιλήσω στον πατέρα για τα δικά σου τα καμώματα θα σε βάλει κάτω και θα στις παίξει στον πωπό όπως όταν ήσουν μικρός
Ο Σήφης γέλασε ξανά
-Καλά , καλά
-Θα με πείτε τι παίζει ή θα τα μου την δώσει και θα γυρίσω πίσω; διαμαρτυρήθηκε ο Μιχάλ
-Πίσω που; Στο Κιλκίς; ρώτησε γελώντας ο Μαθιός
και έσπευσε να συμπληρώσει ο Σήφης
-Όχι ρε ποιο Κιλκίς; Στην Τραπεζούντα εννοεί ο άνθρωπος
-Ααα πες έτσι , ένα τσιγάρο δρόμος δηλαδή
-Γαμώ την τύχη μου , μονολόγησε ο Μιχάλ, μέχρι και στο Σοχούμι πήγαινα για να γλιτώσω με σας τους μαλάκες που έμπλεξα
-Έλα ηρέμησε, είπε ο Σήφης, βλέπεις στο βάθος εκείνο το χωριό; Σε λίγο θα καταλάβεις γιατί αναθάρρησε έτσι ο αδερφός μου
Η ομάδα εισερχόταν στο χωριό
Κάτοικοι απ τις αυλές βγαίναν και χαιρετούσαν τους λασηθιώτες συγγενείς του καπετάν Νικόλα που συνόδευαν τους Ρεθυμνιώτες αλλά και επευφημούσαν τους ίδιους που κοντράραν στους λεγόμενους "νέους νόμους"
Ο καπετάν Νικόλας που τραβούσε μπροστά χαμογελούσε με ζεστασιά και ταπεινότητα μπροστά στον κόσμο. Έφερνε το χέρι στην καρδιά του για να τους ευχαριστήσει
Μια παρέα από 3 κοπέλες βαδίζαν μέσα στα πλακόστρωτα δρομάκια
Ο Μαθιός τις είδε από μακριά και χαμογέλασε
Ο Σήφης ψιθύρισε στον Μιχάλ
-Κάτσε τώρα να δεις πως ένα παλικάρι μετατρέπεται σε γατάκι
Ο Μαθιός έδωσε μια το γαϊδουράκι και επιτάχυνε το βήμα του. Πλησίασε τον πατέρα του και του είπε
-Εδώ θα ξαποστάσουμε να ποτιστούν τα ζωντανά πατέρα;
-Γιάντα να ξανασταματήσουμε; Αργήσαμε ήδη . Εξάλλου πριν μισή ώρα τα ξεδιψάσαμε στον ποταμό
πίσω στο Ηράκλειο
-Ε δεν ξαναδιψάσαν;
-Συνεχίζουμε , ο ξάδερφος μου ο καπετάν Δράκος μας περιμένει
-Μα πατέρα...
-Μίλησα , γιάντα με παιδεύεις έτσι; Μύγα σε τσίμπησε; Ήδη έχω πολλές έγνοιες στην κεφαλή μου
Ο Μαθιός πήγε στην άκρη με το γαϊδουράκια του και σταμάτησε να ιππεύει
Κατέβασε τα μούτρα του και έβλεπε τα τρία κορίτσια να πλησιάζουν από μακριά
Η μία απ αυτές η μεσαία η Αφροδίτη του χαμογελούσε
Ο Σήφης με τον Μιχάλ έφτσαν στο σημείο που σταμάτησε και κοντοστάθηκαν
-Γιατί είσαι έτσι αδερφέ μου;
-Θα συνεχίσουμε λέει ο πατέρας , αργήσαμε, απάντησε ο Μαθιός
-Δεν έχει και άδικο. Ξημέρωσε, απάντησε ο Σήφης
-Έχω να την δω 4 μήνες που να πάρει ο διάολος
Ο Σήφης έμεινε για μερικές στιγμές σκεφτικός
Μετά κοίταξε τον Μιχάλ
-Εσείς γίνεστε θυσία για τα αδέρφια σας;
-Άλλοι ναι , άλλοι όχι
-Και δω έτσι είναι
-Τον δικό μου τον σκοτώσανε την "νύχτα της μεγάλης καταστολής", δεν κατάφερα να τον προστατεύσω
Το χέρι του Σήφη ακούμπησε παρηγορητικά στον ώμο του Μιχάλ
-Θα τα πούμε μέχρι να φτάσουμε στην κορυφή του οροπεδίου
Μετά με ένα πήδημα κατέβηκε απ το άλογο του. Τό άρπαξε απ τα γκέμια και πλησίασε τον αδερφό του
-Κατέβα, πρόσταξε με την βαριά επιβλητική του φωνή
-Τι κάνεις;
-Δώσ μου τον γάιδαρο. Εσύ θα πάρεις το άλογο.
Με τον ρυθμό που πάμε σε μια ώρα θα μας προλάβεις
-Θα μου κάνεις αυτή την χάρη αδερφέ; ρώτησε ο Μαθιός και πήδηξε απ το γαϊδουράκι του
Ο Σήφης έφερε το χέρι του στον σβέρκο του και τον έσφιξε ζεστά λέγοντας του
-Έναν σε έχω. Τι να κάνω ; Να σε βλέπω να μαραζώνεις;
Ο Μαθιός χαμογέλασε και πήρε μια βαθιά ανάσα. Πήγε κάτι να ξεστομίσει όμως ο Σήφης τον διέκοψε
-΄Τράβα στο κορίτσι. Δεν έχεις πολύ χρόνο
Ο Σήφης έδεσε το άλογο και έτρεξε προς την Αφροδίτη. Μπήκαν σε ένα απόμερο στενάκι αφού την άρπαξε στην κυριολεξία απ τις φίλες της και άρχισαν να φιλιούνται
Ο Σήφης ανέβηκε στο γαϊδουράκι και μαζί με τον Μιχάλ συνέχισαν την πορεία τους ακολουθώντας όλη την ομάδα
Πίσω στο χωριό ο Μαθιός καθόταν με την Αφροδίτη σε ένα πεζούλι μέσα σε ένα απόμερο στενάκι
-Πήρα το πτυχίο μου , του είπε
-Σοβαρά; ρώτησε ο Μαθιός και το πρόσωπο του φωτίστηκε
-"Άντε ΄τωρα να σου βρούμε και έναν καλό γαμπρό" λένε απ το σπίτι
-Και συ; τι τους λες;
-Τι να τους πω Μαθιό; Πως τον έχω βρει τον γαμπρό αλλά είναι αντάρτης στα βουνά;
-Γιατί; Ντροπή είναι;
-Ντροπή δεν είναι , ίσα - ίσα που όλοι συμπαθούν τον αγώνα σας να διαφυλάξετε ζωντανή την παράδοση και την ιστορία του τόπου αλλά ξες πως σκέφτεται ο πολύς ο κόσμος
Ο πατέρας μου όλη μέρα σας εκθειάζει και η μάνα μου με τις άλλες κυράδες του χωριού κάθε Κυριακή ανάβουν κερί στην εκκλησιά να σας φυλάει , όμως απ την άλλη δεν παύουν να κάνουν όνειρα , μικροαστικά για την θυγατέρα τους
-Αν ζούσαν στην κατοχή έτσι θα έκαναν;
-Δεν ζούμε στην κατοχή Μαθιό και πέρα απ τον νόμο για την παράδοση και αυτή η κυβέρνηση και αυτό το καθεστώς συνεχίζει να πιέζει όλο τον κόσμο οικονομικά
Και ο κόσμος κοιτά πως θα τα βγάλει πέρα
-ότι γινόταν και στην κατοχή
-Στην κατοχή Μαθιό δεν βγήκε στο βουνό μόνο μια οικογένεια και δυο τρεις ακόμη υπο- φατρίες
Πιστεύεις θα απελευθερώσετε την χώρα; Πόσοι είστε; 50 -60 βαριά βαριά νοματαίοι;
-Εγώ μπορεί να πιστεύω ότι θέλω εσύ τι πιστεύεις....για μας...Αφροδίτη;
Μπορείς να με περιμένεις ή βιάζεσαι να τραβήξεις τον δρόμο σου;
Πριν απαντήσεις θέλω να ξες πως σε αγαπώ και αυτό σημαίνει πως θα σεβαστώ όποια απόφαση θα πάρεις χωρίς να σε πιέσω
-Μαθιό...
-Μην μου λες πράμα. Σκέψου το , πρέπει αν φύγω αγάπη μου τώρα. Σε μια βδομάδα θα ξαναρθω και ότι μου πεις θα το δεχτώ, είπε και την φίλησε στο στόμα. Μετά τράβηξε προς το άλογο του με την Αφροδίτη να τον κοιτάει
Πήρε φόρα και ανέβηκε στην σέλα του όμως το άλογο "κλώτσησε" ανασηκώθηκε στα δυο του πόδια και ο Μαθιός έχασε την ισορροπία του και έπεσε στο έδαφος
Η Αφροδίτη έκανε να βγει απ το στενάκι να τρέξει κοντά του όμως πρόλαβαν χωριανοί απ τις αυλές και σπεύσανε να τον βοηθήσουν
Ο Μαθιός σηκώθηκε όρθιος
Πλησίασε το άλογο και άρχισε να το χαϊδεύει
-Ελά καλό μου να πάμε στην κορυφή. Μην με ξαναξεφτιλίσεις έτσι μπροστά στο κορίτσι μου. όχι σήμερα που πονάει η καρδιά μου
Μετά ανέβηκε και το άλογο ξεκίνησε κανονικά
Στον δρόμο προς την κορυφή του οροπεδίου έτρεχε να προλάβει τους συγγενείς του και απ τα μάτια του φεύγανε δάκρυα νιώθοντας πως θα έχανε για πάντα την Αφροδίτη
Στην κορυφή ο Καπετάν Νικόλας μαζί με τον Σήφη και μερικούς ακόμη μπήκαν σε μια μεγάλη σκηνή όπου είχε στηθεί ένα μεγάλο τραπέζι στην κεφαλή του οποίου καθόταν ο αγαπημένος του ξάδερφος του ο καπετάν Δράκος
Νωρίτερα είχαν αγκαλιαστεί στο συναπάντημα τους μετά από καιρό
-Νικόλα δεν θα μακρυγορήσω
Μας πιέζουν
Μας πιέζει η κυβέρνηση όπως όλο τον λαό, τα ξέρεις κάθε νέα κυβέρνηση που έρχεται ρημάζει τον κόσμο περισσότερο απ την προηγούμενη αλλά δεν είναι μόνο αυτό
Το Λασίθι σας βοηθά οικονομικά και όχι μόνο στον αγώνα σας και οι από πάνω δεν είναι χαζοί
Το ξέρουν
-Και λοιπόν; Ο Δράκος που ήξερα ποτέ δεν φοβήθηκε ούτε τους χαρτογιακάδες πολιτικούς , ούτε την αστυνομία την ίδια
Ο Δράκος κούνησε το κεφάλι του
-Έχω την ευθύνη για πολύ κόσμο Νικόλα
Την κυβέρνηση μπορώ να την αντιμετωπίσω και στην αστυνομία και τσι εκαμίτες της μπορώ να σταθώ απέναντι όμως πριν μια βδομάδα μου στείλαν τσι αμερικάνους
Δεν είπαν πολλά
Ή σταματώ την βοήθεια ή φροντίζουν με λογιστές , δικαστές και τσι νόμους να μας τα πάρουν ούλα. Και να θέμε μπορούν να κατεβάσουν και το fbi να μας λιανίσει
Ο καπετάν Νικόλας πάγωσε
Υποψιαζόταν πως ο Δράκος κάλεσε το συμβούλιο γιατί θα είχε κάποιες επιφυλάξεις και είχε προετοιμαστεί καλά να αντιπαραβάλλει τα επιχειρήματα του όμως δεν περίμενε να ακούσει αυτά που του είπε
-Δικοί μου άνθρωποι στα Χανιά μου παν πως "τραβάνε" ανθρώπους τους απ το Μεξικό που κυνηγάνε τους στρατούς των πρεζομπόρων για να τους φέρουν στο Λασίθι
Μια εντολή περιμένουν και σε 24 ώρες απ την στιγμή που θα δοθεί θα ρημάξουν το βιός , το δικό μου και άλλων 200 οικογενειών
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου